Πολλές (κάποιες αληθινές, κάποιες άλλες όχι και τόσο) είναι οι ιστορίες των γυναικών που (λέγεται) ότι έσπασαν το άβατο του Αγίου Ορους. Από την «Μις Ευρώπη» Αλίκη Διπλαράκου και την αντάρτισσα Ευγενία Πέγιου μέχρι την Τζάκι Κένεντι Ωνάση και τη Μαλβίνα Κάραλη.
Εδώ και περισσότερα από 1.000 χρόνια, υπάρχει το λεγόμενο «άβατο» του Αγίου Όρους το οποίο απαγορεύει την είσοδο των γυναικών στο «Περιβόλι της Παναγίας». Σύμφωνα με το άρθρο 186 του Καταστατικού Χάρτου του Αγίου Ορους «η εις την χερσόνησον του Αγίου Όρους είσοδος των θηλέων κατά τα ανέκαθεν κρατούντα απαγορεύεται» Η απαγόρευση αυτή κυρώνεται και ποινικά και η παράβασή της επισύρει ποινή φυλάκισης από δύο μήνες μέχρις ένα έτος. Στην πραγματικότητα, πάντως, δεν απαγορεύεται μόνο στις γυναίκες να μπουν στο Άγιο Όρος. Απαγορεύεται σε οτιδήποτε… θηλυκό. Ακόμα και τα ζώα! Είναι ενδεικτικό, άλλωστε, πως στο Άγιο Όρος δεν υπάρχουν κότες και οι μοναχοί πρέπει να αγοράζουν αυγά. Τα μόνα θηλυκά που μπαίνουν είναι όσα ανήκουν στην άγρια ζωή και αυτό γιατί οι μοναχοί δεν μπορούν να τα εμποδίσουν.
Μια από τις παραδόσεις που αφορούν το άβατο του Άγιου Ορους, λέει, πως η Παναγιά ξέφυγε από την πορεία της όταν προσπαθούσε να πλεύσει προς την Κύπρο και έφτασε στο βουνό Άθως. Της άρεσε τόσο πολύ που προσευχήθηκε στον γιο της ότι θα πρέπει να της ανήκει και εκείνος συμφώνησε τονίζοντας πως μόνο η μητέρα του θα εκπροσωπεί το φύλο στο Άγιο Όρος.
Παράλληλα, η παράδοση λέει ότι στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου βρίσκεται η εικόνα της Παναγίας της «Αντιφωνήτριας». Η ονομασία της οφείλεται στο ότι κάποια στιγμή, η κόρη του αυτοκράτορος Θεοδοσίου, Πλακιδία, θέλησε να επισκεφτεί το Αγιον Ορος και οι μοναχοί την περίμεναν στο μικρό λιμάνι,. Εκεί τους είπε ότι θέλει να προσκυνήσει τον ναό. Τότε η εικόνα της Παναγίας μίλησε και είπε: «Τι θέλει μια γυναίκα εδώ, όπου η βασίλισσα είναι μία;» είπε… Η κόρη του Αυτοκράτορα γονάτισε τρομαγμένη. Η εικόνα της Παναγίας ονομάστηκε «Αντιφωνήτρια». Το γεγονός αυτό ήταν η αφορμή να καθιερωθεί το «άβατο» του Αγίου Όρους για τις γυναίκες. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, και πέρα από την εκκλησιαστική παράδοση ο βασικός λόγος είναι πως πρόκειται για έναν σίγουρο τρόπο, ώστε, να «προφυλαχθεί» η αγαμία.
Το 1453, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, η μητέρα του Μωάμεθ Β’ του Πορθητή, Μάρα Μπράνκοβιτς, χριστιανή στο θρήσκευμα, μετά την άλωση της Πόλης επισκέφτηκε τη Μονή Αγίου Παύλου για να προσφέρει τα δώρα των τριών Μάγων, που είχαν αρπάξει οι κατακτητές από την Αγια-Σοφιά. Κι εδώ η Παναγιά εμφανίστηκε και απαγόρευσε την είσοδο στη μητέρα του Σουλτάνου. Σε κάθε περίπτωση και σίγουρα ασχέτως αν κάποιος τα ενστερνίζεται όλα αυτά, πάντα υπήρχαν οι γυναίκες που ήθελαν, έστω και κρυφά, να μπουν στο «Περιβόλι της Παναγίας». Κάποιες δεν το κατάφεραν ή δεν το επιχείρησαν καν. Κάποιες άλλες, όμως το κατάφεραν.
Οι γυναίκες που «έσπασαν» το άβατο
Η πρώτη «επίσημη» παραβίαση του αβάτου έγινε το 1346 από τη σύζυγο του Σέρβου ηγεμόνα Στεφάνου Δουσάν, Ελένη, χωρίς όμως να μπει στη σερβική μονή Χιλανδαρίου. Το 1850, ο Βρετανός πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Στράτφορντ Κάνιγκ συνοδευόμενος από τη σύζυγό του επισκέφτηκαν το Αγιον Ορος. Αργότερα ο πατριάρχης Ανθιμος δικαιολόγησε την πράξη, αλλά ζήτησε να μην επαναληφθεί. Το 1905, η νεαρή Ρωσίδα πριγκίπισσα Τατιάνα Νικήτα, φιλοξενήθηκε από φίλο της μοναχό στη Μονή Παντελεήμονος. Το 1929, η Γαλλίδα δημοσιογράφος Μαρίζ Σουαζί ισχυρίστηκε ότι μπήκε ντυμένη με ανδρικά ρούχα στο Αγιον Ορος και παρέμεινε εκεί επί έναν μήνα. Κατέγραψε τις εμπειρίες της στο βιβλίο «Ενας μήνας με τους άνδρες στο Αγιον Ορος».
Το 1930, η Ελληνίδα «Μις Ευρώπη» Αλίκη Διπλαράκου ενώ βρισκόταν στη θαλαμηγό του μνηστήρα της Μοράν (όπως ανέφερε η ίδια), δανείστηκε μια ναυτική στολή, καθώς ήταν κοντά εκεί αγκυροβολημένα τα θωρηκτά «Λήμνος» και «Κιλκίς» και «εισήλθον μετά του μνηστήρος μου (σσ: στο Άγιο Όρος) και περιήλθον εκκλησίας και άλλα μέρη ως ναύτης, χωρίς να με γνωρίσει κανείς». Η Διπλαράκου, αργότερα έστειλε επιστολή προς τους Αγιορείτες, όπου αφού «ομολογούσε» τι είχε γίνει, τόνιζε ότι ήταν βαριά άρρωστη, δήλωνε ότι μετάνιωσε για την πράξη της και παρακαλούσε την Παναγία να τη συγχωρήσει. Έστειλε μάλιστα και 5.000 δραχμές για να τελεσθούν λειτουργίες και να γίνουν παρακλήσεις για την ίασή της. Η Αλίκη Διπλαράκου έγινε τελείως καλά και έφυγε από κοντά μας σε ηλικία 90 ετών, το 2002.
Πηγή: reader.gr