Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από το 1955 μέχρι το 1980 είχε ένα σχεδόν μόνιμο υπουργικό συμβούλιο, διάλεγε πάντα τους ίδιους για τις ίδιες θέσεις. Ο Ανδρέας Παπανδρέου άλλαζε υπουργούς σαν τα ζιβάγκο, δίνοντας την ευκαιρία σε ανθρώπους που – κατά την κατσιφαρική διαπίστωση – δεν θα τους ήξεραν ούτε οι θυρωροί τους να κάτσουν σε έναν υπουργικό θώκο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, πάλι, φαίνεται να καθιερώνει το μοτίβο των κεντροαριστερών πινελιών σε μια νεοδημοκρατική διακυβέρνηση. Εξού κι η κουβέντα που έχει ξεκινήσει – έστω και ψιθυριστά – στα πολιτικά πηγαδάκια με αφορμή την πρόταση σε μια πρώην πράσινη υπουργό να διεκδικήσει την ηγεσία του ΟΟΣΑ και τον επικείμενο ανασχηματισμό προκαλεί μια εύλογη απορία: έχει ο Πρωθυπουργός τελικά πάγκο στην Κοινοβουλευτική του Ομάδα ή όχι;
Όπως αποκαλύπτει το in.gr, οι συνομιλητές του επιμένουν ότι ο δεύτερός του ανασχηματισμός θα είναι «δομικός». Ο ίδιος, συμπληρώνουν, ψάχνει «ανθρώπους που να μπορούν να κάνουν τη δουλειά». Και, όπως έχει αποδείξει μέχρι τώρα, δεν διστάζει να βουτήξει στην επετηρίδα ενός άλλου κόμματος – του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, για την ακρίβεια – προκειμένου να τους βρει. Οι πληροφορίες θέλουν τις αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα να πραγματοποιούνται το αργότερο μέχρι τα τέλη του επόμενου μήνα και το πολιτικό τους πρόσημο να είναι «κεντρώο και μεταρρυθμιστικό».
Κάποιοι μάλιστα λένε πως στελέχη που φέρουν αυτά τα δύο πολιτικά χαρακτηριστικά, έχουν δηλαδή πολιτογραφηθεί ως κεντρώοι και μεταρρυθμιστές, αναμένεται να τοποθετηθούν σε σημαντικές υπουργικές θέσεις, ενώ παράλληλα προβλέπουν ότι αρκετοί γενικοί γραμματείς – σεβαστός αριθμός των οποίων προέρχεται από την Κεντροαριστερά – θα αναβαθμιστούν. Με άλλα λόγια, ο Πρωθυπουργός είναι εξαιρετικά πιθανό να αναζητήσει τους περισσότερους από τους φορείς της τεχνογνωσίας που θέλει όχι μέσα στους κόλπους της συμπολίτευσης, αλλά στον ευρύτερο κεντροαριστερό χώρο.
Παράπονο
Η συγκεκριμένη εκτίμηση εκφράζεται – υπό τη μορφή παραπόνου – κι εντός της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας. Ενα παράπονο που οι διαδρομιστές της Βουλής παρατηρούν πως τείνει να μετατραπεί σε γκρίνια μετά και την επιλογή της Αννας Διαμαντοπούλου – παρότι, όπως επισημαίνει κάπως σκωπτικά ένας παλιός γαλάζιος κοινοβουλευτικός, «δεν της έδωσε θέση, της έδωσε διεκδίκηση θέσης». Σύμφωνα με την ίδια πηγή, «όσοι γκρίνιαξαν για τη Διαμαντοπούλου ήταν απλά έτοιμοι να γκρινιάξουν, την αφορμή έψαχναν». Παρεμπιπτόντως, η κριτική του στους συναδέλφους του βασίζεται σε ψυχρό πολιτικό ρεαλισμό, γιατί συμπληρώνει ότι «κάποιοι βουλευτές της ΝΔ έχουν κερδίσει ένα έδρανο χάρη στα κεντροαριστερά ανοίγματα του Μητσοτάκη, αφού αυτά αύξησαν τα ποσοστά του κόμματος».
Στην ανάλυσή του ο εκνευρισμός των νεοδημοκρατών για τις μεταγραφές κεντροαριστερών πάντως δεν έχει ιδιαίτερη βάση, μιας και πιστεύει πως «εκείνοι που έχουν πιθανότητες να μπουν σε μια νέα κυβέρνηση από τον δικό μας χώρο θα μπουν» – όσοι, κοινώς, ανταποκρίνονται στην περιγραφή των υπουργήσιμων που δίνουν οι στενοί συνεργάτες του Πρωθυπουργού.
Για τους πολιτικούς αντιπάλους της ΝΔ η μητσοτακική προτίμηση στους κεντροαριστερούς εξηγείται από την ένδεια στελεχών με εκσυγχρονιστικές περγαμηνές στο κυβερνών κόμμα. Οταν λοιπόν καλούνται να απαντήσουν στο ερώτημα για τις εφεδρείες της Κεντροδεξιάς ενόψει ενός ανασχηματισμού, υποστηρίζουν ότι ο Πρωθυπουργός αναθέτει κυβερνητικά καθήκοντα σε πολιτικούς ή τεχνοκράτες της κάποτε απέναντι παράταξης επειδή αυτοί έχουν το know-how.
Τρία ονόματα
Οταν, από την άλλη, η ερώτηση τίθεται σε ορισμένους γαλάζιους – σαν τον παραπάνω έμπειρο κοινοβουλευτικό, καθώς και άλλους που δεν ανησυχούν για τη θέση τους στην κυβέρνηση -, εκείνοι αποκρίνονται χωρίς δεύτερη σκέψη πως στην ΚΟ της ΝΔ υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι θα μπορούσαν να ενισχύσουν το κυβερνητικό σχήμα. Ανθρωποι, ωστόσο, που δεν έχουν κολλήσει χιλιάδες ένσημα στο κόμμα. Τα ονόματα στα οποία φαίνεται να συμφωνούν οι περισσότεροι είναι τρία: του βουλευτή επικρατείας Χρήστου Ταραντίλη, του Σερρών Τάσου Χατζηβασιλείου και του διεθνολόγου Δημήτρη Καιρίδη. Ο πρώτος, καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου που ορίστηκε γραμματέας Στρατηγικού Σχεδιασμού και Επικοινωνίας της Πειραιώς το 2017, ήταν μια προσωπική επιλογή του Μητσοτάκη για την ανανέωση της γαλάζιας ΚΟ. Ο δεύτερος – που εκτελεί και χρέη γραμματέα Διεθνών Σχέσεων -, όπως αναφέρουν οι πιο προσεκτικοί παρατηρητές, συνόδευε τον Πρωθυπουργό στη Σύνοδο Κορυφής της προηγούμενης εβδομάδας στις Βρυξέλλες. Ο τρίτος είναι ο πιο γνωστός στο ευρύ κοινό χάρη στη συχνή μιντιακή του παρουσία πολύ πριν εκλεγεί.
Σύμφωνα, βέβαια, με τα στοιχεία που είχε δημοσιοποιήσει η Πειραιώς μετά τις κάλπες του 2019, σχεδόν το 40% των μελών της γαλάζιας ΚΟ – 59 βουλευτές – μπήκε για πρώτη φορά στη Βουλή. Εφόσον όμως μόλις τρεις τέτοιοι αναγνωρίζεται από αρκετούς συναδέλφους τους ότι πληρούν τα μητσοτακικά κριτήρια υπουργοποίησης, ο πάγκος δεν είναι μικρός;
Πηγή: in.gr