Χθες βράδυ, σερφάροντας στο διαδίκτυο στην ιστοσελίδα του Siera Fm, έπεσα πάνω σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του φίλτατου συμπατριώτη μου κυρίου Παναγιώτη Μάνιου, το οποίο αναφέρονταν τιμητικώς στην 79η επέτειο των Μαχών Βίγλας και Φαρδυκάμπου του 1943.
Διάβασα το συγκεκριμένο άρθρο με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και προσοχή, όχι μόνον διότι το θέμα αυτό αφορά την τοπική ιστορία της ιδιαιτέρας μου πατρίδος, αλλά και γιατί η μεγαλειώδης εκείνη νίκη που επετεύχθη στον Φαρδύκαμπο αποτελεί κατά κοινή ομολογία την ενδοξότερη σελίδα της Εθνικής Αντιστάσεως της περιόδου 1941-1944 από κοινού με την ενέργεια ανατινάξεως της Γεφύρας του Γοργοποτάμου (25/11/1942).
Μάλιστα, θα μπορούσα να πω πως η Μάχη του Φαρδυκάμπου είναι πλέον σημαντικότερη του Γοργοποτάμου για τον εξής χαρακτηριστικό λόγο: η νίκη που σημειώθηκε στον Φαρδύκαμπο τον Μάρτιο του 1943 αποτελεί αποκλειστικό κατόρθωμα των Ελλήνων, δίχως την βοήθεια οποιουδήποτε τριτογενούς ξενικού παράγοντα όπως στην περίπτωση του Γοργοποτάμου όπου η συμβολή των Βρετανών Σαμποτέρ υπήρξε αναμφισβήτητα αμέριστη και καθοριστική.
Την άποψη αυτή φαίνεται να υποστηρίζουν και διάφοροι άλλοι μελετητές πλην εμού, οι οποίοι ασχολήθηκαν εις βάθος με το θέμα και μπορούν να παρουσιάσουν μια σφαιρική άποψη γύρω απ’ τα γεγονότα.
Ο Διονύσιος Βουλγαρόπουλος αναφέρει:
«Η κοινή αυτή προσπάθεια των τμημάτων της ΠΑΟ και του ΕΛΑΣ είναι πολύ πλέον σημαντική της αντιστοίχου του Γοργοποτάμου, διότι εγένετο τελείως αυθόρμητα και χωρίς την παρέμβασιν του συμμαχικού παράγοντος, ο οποίος εις την περίπτωσιν του Γοργοποτάμου συνετέλεσεν αποφασιστικά εις την οργάνωσιν, τον συντονισμόν και την όλην εκτέλεση της επιχειρήσεως.»[1]
Επίσης, ο δημοσιογράφος Γεράσιμος Δώσσας αναφερόμενος στην Μάχη του Φαρδυκάμπου , γράφει ακόμη πιο χαρακτηριστικά:
«Το γεγονός είχε και μια άλλη μοναδικότητα: Υπήρξε κοινό κατόρθωμα ενωμένων Ελλήνων που είχαν νωπές τις ματωμένες δάφνες από τα βουνά της Αλβανίας. Οι έφεδροι αξιωματικοί, διοικητές μονάδων του ΕΛΑΣ αφενός και οι μόνιμοι αξιωματικοί των ΥΒΕ[2] (υπερασπιστών Βορείου Ελλάδος) αφετέρου, ήταν οι πρωταγωνιστές, μαζί με τους απλούς φαντάρους, πολεμιστές και νικητές των Ιταλών στην Πίνδο και στον Μοράβα, οι οποίοι «πολιόρκησαν τους πολιορκητές τους», όπως θα έλεγε ο μείζων Γεώργιος Παπανδρέου. […]
Ίσως, ως προς την μοναδικότητα της αρχικής κοινής δράσης για τον Φαρδύκαμπο να εγείρεται η ένσταση ότι προηγήθηκε ο Γοργοπόταμος με τον Άρη Βελουχιώτη και τον Ναπολέοντα Ζέρβα. Η διαφορά, ωστόσο, είναι μεγάλη. Γιατί ο Φαρδύκαμπος είναι αποκλειστικώς και πλήρως ελληνικό κατόρθωμα, ενώ για τον Γοργοπόταμο χρειάστηκε η αποφασιστική συμβολή των Βρετανών σαμποτέρ. Και, επιπλέον, ο Φαρδύκαμπος έχει ένα επιστέγασμα που τον εντάσσει στην περιοχή των εθνικών συμβόλων του 1821. Μετά την νίκη, όπως εξιστορεί ο εκπαιδευτικός και νομικός Ευθύμιος Ράλλης, στον ιερό ναό του Αγίου Αθανασίου στο Τσοτύλι έγινε δοξολογία παρόντων όλων των πρωταγωνιστών της νίκης, και των δύο παρατάξεων, εφέδρων και μονίμων αξιωματικών…»[3]
Και ο εκ των κορυφαίων πρωταγωνιστών της μάχης του Φαρδυκάμπου, Μιχαήλ Παπαγιαννόπουλος, αναφερόμενος στην σημασία εκείνης της μάχης, γράφει στα απομνημονεύματά του:
«Το θαύμα της μάχης του Φαρδυκάμπου αποτελεί τον αδάμαντα της Εθνικής Αντιστάσεως. Δεν επανελήφθη ποτέ κάτι ανάλογο εν Ελλάδι. […]
Ηγωνίσθημεν γενναίως και δικαίως ενικήσαμεν. Απεδείχθη δια μίαν εισέτι φοράν ότι όταν οι Έλληνες είναι ηνωμένοι επιτυγχάνουν πολλά»[4].
Σημαντικότατος είναι επίσης και ο λόγος του σχεδόν αιωνόβιου Υποστρατήγου ε.α. Ιωάννου Γερούση, ο οποίος επιβεβαιώνοντας τις ανωτέρω αναφορές, συμπληρώνει:
«Η Μάχη του Φαρδυκάμπου (1943) υπήρξε ένα πρωτοφανές και αλησμόνητο γεγονός που σημάδεψε ανεξίτηλα την πορεία της Εθνικής Αντιστάσεως (1941-1944). Ποτέ άλλοτε δεν συνέβη εν Ελλάδι κάτι αντίστοιχο. Λέγεται βέβαια πως η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου υπήρξε η κορυφαία πράξη αντίστασης κατά του κατακτητού, όμως η περίπτωση του Φαρδυκάμπου υπήρξε ακόμη πιο χαρακτηριστική, μιας και συντελέσθηκε αποκλειστικώς μεταξύ των Ιταλικών στρατευμάτων και πλήθους Ελλήνων (αξιωματικών, οπλιτών και απλών αγωνιζομένων εντόπιων πολιτών), δίχως την παραμικρή συνεισφορά τριτογενούς δακτύλου, όπως υπήρξε στην περίπτωση του Γοργοποτάμου η αμέριστη συμβολή και βοήθεια των Βρετανών Σαμποτέρ…»[5]
Επιπροσθέτως, ο Στέφανος Καραμπέρης, ο οποίος διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην πορεία τόσο της Εθνικής Αντιστάσεως όσο και της μάχης του Φαρδυκάμπου, γράφει:
«Η υπόψη μάχη, αποτελεί τη μοναδική μάχη τακτικής φύσεως οργανωμένων δυνάμεων εναντίον των κατακτητών, καθ’ όλο το διάστημα της 40μηνης κατοχής και ενώ θα έπρεπε να μνημονεύεται, τουλάχιστον ισότιμα με την καταστροφή της γεφύρας του Γοργοποτάμου, έχει μόνο περιορισμένη τοπική απήχηση…»[6]
Θα ήταν νομίζω αδιανόητο εάν παρέλειπα να παραθέσω και τα γραφόμενα του κορυφαίου συντονιστή (όπως θα καταδειχθεί και στην συνέχεια του παρόντος κεφαλαίου) της επιχειρήσεως της μάχης του Φαρδυκάμπου Συν/χου Πεζικού Π.Δ. Ιωάννη Κοντονάση, ο οποίος και αναφέρει:
«Η μεγαλειώδης όμως εθνική εποποιία της μάχης του Φαρδυκάμπου, ανήκει εις τους ανδρείους Έλληνας και εδημιουργήθη με τον αγνόν εθνικόν παλμόν, το άφθαστον ψυχικόν μεγαλείον και τον πατριωτισμόν των αξ/κων και των ανδρών της Σιατίστης και των Επαρχιών Βοΐου και Γρεβενών. Πάντα τ’ ανωτέρω αποτελούν αυθεντικήν και αμερόληπτον εξιστόρησιν των γεγονότων, τα οποία άλλωστε διερευνήθησαν και διαπιστώθησαν από Ανωτάτους και ανωτέρους αξ/κους της Εθνικής Οργανώσεως Π.Α.Ο. και μετέπειτα υπό του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης. Ο δε Στρατηγός Κιτριλάκης εχαρακτήρισε το έπος του Φαρδυκάμπου ως ένα φωτεινόν μετέωρον. Το εθνικόν αυτό μεγαλούργημα υμνολογήθη από τον Πανελλήνιον τύπον και επευφημήθη ζωηρότατα υπό της Βουλής των Ελλήνων κατά την ΜΘ΄ της 23ης Ιουλίου 1946 συνεδρίασιν αυτής, καθ’ ην ετονίσθη ότι η εποποιία αυτή αποτελεί φωτοστέφανον δόξης και ο Ελληνικός λαός πρέπει να είναι υπερήφανος δια τους ηρωϊσμούς και τα ανδραγαθήματα των αξιωματικών και οπλιτών της ιστορικής ταύτης μάχης. Και με ζωηρά και παρατεταμένα χειροκροτήματα των Βουλευτών, εζητήθη όπως τύχωσι οι συντελεσταί του ανωτέρω αγώνος υπό της Πολιτείας, πάσης ηθικής και υλικής αμοιβής δια τας ηρωϊκάς πράξεις και την αυτοθυσίαν των. Ως Έλλην εθνικιστής αξιωματικός που υπηρέτησα πάντοτε με την μεγαλυτέραν πίστην και τον πλέον αγνόν και άδολον ενθουσιασμόν την Πατρίδα μου και τα Εθνικά μας ιδεώδη, δια τα οποία έχυσα ευχαρίστως και αυθόνως το αίμα μου -διότι φέρω επί του σώματός μου πολλαπλά πολεμικά τραύματα, εξ ων εν του θώρακος- φρονώ αδιστάκτως ότι η Εποποιία αύτη όπως εδημιουργήθη με ξεκίνημα και οδηγόν τον αγνόν Εθνικόν Παλμόν και με τα αγνότερα εθνικά, ηθικά ελατήρια, την απόκτησιν της ελευθερίας μας, είναι η ωραιοτέρα Ελληνική Εθνική εκδήλωσις κατά την διάρκεια της κατοχής και αποτελεί δείγμα απαραμίλλου μεγαλείου Εθνικής Αντιστάσεως.»[7]
Αλλά και ο έτερος (γνωστός εις το πανελλήνιο) πρωταγωνιστής διαφόρων φάσεων της εθνικής αντιστάσεως της πατρίδος μας, αγωνιζόμενος από την πλευρά των ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, Αλέξης Ρόσιος (Υψηλάντης), γράφει στο βιβλίο των απομνημονευμάτων του σχετικά με την σημασία της μάχης:
«Η μάχη του Φαρδύκαμπου είναι η πρώτη σημαντική μάχη του εθνικοαπελευθερωτικού μας αγώνα, όχι μόνο για τα λαμπρά της αποτελέσματα και το χρόνο που έγινε, αλλά και για τις μορφές τακτικής στη διεξαγωγή της, μορφές λαϊκού (παλλαϊκού) πολέμου. Γι’ αυτό και είχε τεράστια απήχηση σε όλη την Ελλάδα. Την διαλάλησαν και ξένοι ραδιοφωνικοί σταθμοί. […]
Το μεγάλο δίδαγμα από την ιστορική μάχη και την περίλαμπρη νίκη του Φαρδύκαμπου είναι ότι ο λαός της Δυτικής Μακεδονίας αγωνίστηκε ενωμένος και με κινητήρια δύναμη το μίσος κατά των κατακτητών, τον αγνό πατριωτισμό και την αγάπη για τη λευτεριά. Και νίκησε. Μετά τη νίκη του Φαρδύκαμπου το αντάρτικο κίνημα φούντωσε και μαζικοποιήθηκε στη Δ. Μακεδονία και σε συνέχεια, με την απελευθέρωση των Γρεβενών και αργότερα της Καρδίτσας και του Καρπενησίου, δημιουργήθηκε η Ελεύθερη Ελλάδα, η Ελλάδα των Βουνών, με τη λαϊκή εξουσία, θέτοντας σε ισχύ νέους, γνήσια λαϊκούς θεσμούς, της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης και της Λαϊκής Δικαιοσύνης.»[8]
Θα αποτελούσε πιστεύω παράλειψη η μη παράθεση και των όσων αναφέρονται στα επίσημα πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων για την αναγνώριση της ηρωικής «Μάχης του Φαρδυκάμπου» και των πραγματικών συνθηκών διεξαγωγής της σχετικά με την σημασία εκείνης της μεγαλειώδους νίκης του 1943. Συγκεκριμένα, ο Α. Λαδάς ανέφερε εντός του κοινοβουλίου:
«Αξιότιμε κύριε Αβραάμ· εμνημονεύσατε όλας τας περιπτώσεις των εθνικών αγωνιστών, οι οποίοι δια της εθνικής δράσεώς των κατά το διάστημα της κατοχής ετίμησαν το όνομα της Ελληνικής Πατρίδος μας. Αλλά παραλείψατε να μνημονεύσητε και ίσως τούτο να μην υπέπισε μέχρι τούδε εις την αντίληψίν σας, την ηρωικήν δράσιν των αφανών και αγνώστων μέχρι σήμερον αγωνιστών της Δυτικής Μακεδονίας, οι οποίοι εδημιούργησαν μίαν άλλην εποποιίαν μετά το Αλβανικόν έπος, η οποία αποτελεί φωτοστέφανον δόξης και αποτελεί παράδειγμα απαραμίλλου μεγαλείου εθνικής αντιστάσεως. […]
Δικαιούμεθα και αξίζει να είπωμεν ότι η Ελλάς έγραψε μίαν ακόμη ωραίαν σελίδα εις την ιστορίαν της δια της μάχης του Φαρδυκάμπου.»[9]
Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, όλοι μας την ιστορική σημασία της μάχης αυτής, καθώς και τους λόγους για τους οποίους ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ άπαντες να τιμούμε και να μνημονεύουμε το γεγονός αυτό.
Φυσικά, το παρόν άρθρο δεν έχει σκοπό να διδάξει ιστορία ούτε να πείσει τον οποιονδήποτε για κάποιο συγκεκριμένο θέμα.
Το παρόν άρθρο έχει ως στόχο του την παρουσίαση ορισμένων στοιχείων και ιστορικών πληροφοριών, τα οποία εφόσον απουσιάζουν παντελώς από το προαναφερθέν άρθρο του κυρίου Μάνιου, έκρινα σκόπιμο πως έπρεπε να αναδειχθούν. Και για τον λόγο αυτό φυσικά το άρθρο μου τούτο αποτελεί μία ξεκάθαρη απάντηση τόσο στα όσα είπε ο κύριος Μάνιος, αλλά κυρίως στα όσα ΔΕΝ είπε!
Το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ και η ΠΑΟ
Σε κάποια από τα σημεία του άρθρου του, ο κύριος Μάνιος αναφέρεται και στην ίδρυση των αντιστασιακών οργανώσεων Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ., καθώς και του Ε.Δ.Ε.Σ. του Ναπολέοντος Ζέρβα και της ΕΚΚΑ του Συνταγματάρχη Ψαρρού. Δεν κάνει όμως ουδεμία αναφορά στην ίδρυση της ΥΒΕ-ΠΑΟ (Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος – Πανελλήνιος Απελευθερωτική οργάνωση), η οποία όχι μόνον προηγήθηκε ιδρυτικά των Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. (10 Ιουλίου 1941), αλλά αποτέλεσε και τον πρωταγωνιστικότερο ρόλο κατά την έκβαση της Μάχης του Φαρδυκάμπου.
Ίσως την θεωρεί όπως κι άλλοι συμπολίτες μας γερμανόφιλη και προδοτική, δεν φαίνεται, όμως, να θεωρεί το ίδιο για τα Σύμφωνα συνεργασίας που υπέγραψαν οι οργανώσεις των Ε.Α.Μ. – Ε.Λ.Α.Σ. με τους κατακτητές.
Ατράνταχτες ιστορικές αποδείξεις που φανερώνουν την θέση αυτή είναι οι εξής:
- Τον Ιανουάριο του 1943 υπεγράφη στις Καρυδιές Εδέσσης το σύμφωνο “περί δημιουργίας Αυτόνομου Μακεδονικού κράτους”, μεταξύ των οργανώσεων ΕΑΜ και SNOF[10].
- Την 12η Ιουλίου 1943 ο Γ.Γ. του ΚΚΕ Γ. Ιωαννίδης και το κομμουνιστικό κόμμα της Βουλγαρίας με εκπρόσωπο τον Δασκάλωφ, υπέγραψαν το “Σύμφωνο του Πετριτσίου”: «Περί ανεξάρτητης Μακεδονίας και Διεξόδου της Βουλγαρίας στο Αιγαίο».
- Την 20η Σεπτεμβρίου 1944 ο Καπετάν Κίτσος του ΕΛΑΣ και η ΠΕΕΑ υπέγραψαν στο Μελισσοχώρι της Μακεδονίας σύμφωνο με το Κ.Κ. της Βουλγαρίας σχετικά με ανεφοδιασμό και ένταξη μονάδων του Βουλγαρικού Στρατού στον ΕΛΑΣ με αντάλλαγμα την δημιουργία αυτόνομης Μακεδονίας(!)
- Την 1η Σεπτεμβρίου 1944 υπεγράφη το Σύμφωνο του Λιβαδιού μεταξύ των γερμανικών δυνάμεων και του ΕΛΑΣ, ο οποίος ανοικτά πλέον συνεργαζόμενος με τον κατακτητή προσπάθησε να πετύχει τους πολιτικούς του στόχους, οι οποίοι αφορούσαν την κατάληψη την εξουσίας μετά την απελευθέρωση από τον ξενικό ζυγό.
Όλα αυτά αποτελούν μία περίληψη της όλης θηριωδίας των ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Δυστυχώς ο χώρος που προσφέρεται δεν διατίθεται περαιτέρω. Το πρώτο βασικό ερώτημα προς τον κύριο Μάνιο είναι το εξής: Γιατί δεν αναφέρει το παραμικρό για την ίδρυση της ΥΒΕ-ΠΑΟ και για την συμμετοχή της στην μάχη του Φαρδυκάμπου;
Η Μάχη της Βίγλας
Η 3η Μαρτίου 1943 μπορεί να θεωρηθεί ως η πρώτη μέρα της μάχης του Φαρδυκάμπου ή μάλλον για να το θέσω πιο ορθά, θεωρείται η ημερομηνία χάρις στην οποία έγινε η Μάχη του Φαρδυκάμπου.
Κατά την ημερομηνία εκείνη, λοιπόν, ημέρα Πέμπτη, μία ομάδα 10[11] Ιταλικών (φορτηγών) αυτοκινήτων τα οποία κατευθύνονταν από την Λάρισα προς τα Γρεβενά, προκειμένου να εφοδιάσουν το εκεί Ιταλικό Τάγμα Πεζικού, βλήθηκαν από τα πυρά μιας ομάδος ανταρτών του ΕΛΑΣ μεταξύ Κοζάνης – Σιάτιστας και στην θέση Μπάρα – Βίγλα – Μπότσικα – Μαγούλα.
Γράφει για την απόπειρα ανεφοδιασμού του συγκεκριμένου ιταλικού τάγματος ο Ζαχαρίας Π. Δρόσος:
«Τις πιο εφιαλτικές ώρες ζει η ιταλική δύναμη των Γρεβενών. Το εχθρικό τάγμα που εδρεύει εδώ, βρίσκεται σε θανάσιμη απομόνωση και χωρίς εφόδια. Δεν τολμά πλέον να οργανώσει επιδρομές στην ύπαιθρο για να εφοδιασθεί σε τρόφιμα, ληστεύοντας τους χωρικούς. Έχει απόλυτη ανάγκη από ανεφοδιασμό σε τρόφιμα και πυρομαχικά. Το στρατηγείο του ιταλικού στρατού στην Ελλάδα, ανησύχησε σοβαρά από την κατάσταση που δημιουργήθηκε στο κομμάτι αυτό της Δυτ. Μακεδονίας. Για να αντιμετωπίσει τα γεγονότα δίνει διαταγή στην μεραρχία Πινερόλο, που είχε έδρα τη Λάρισα να πάρει δυναμικά μέτρα για να επιβάλλει «τάξη» στην επαναστατημένη περιοχή. Η Μεραρχία, διέταξε το Σύνταγμα της Καστοριάς να εφοδιάσει και να ενισχύσει το Τάγμα των Γρεβενών και παράλληλα ετοίμασε εκστρατευτικό σώμα με ισχυρή δύναμη για να το στείλει στις αναστατωμένες επαρχίες μας. Το ιταλικό σύνταγμα της Καστοριάς οργάνωσε εφοδιοπομπή με δύναμη λόχου και 10 αυτοκίνητα για ενίσχυση και εφοδιασμό της φρουράς των Γρεβενών. Η εφοδιοπομπή θα ακολουθούσε το δρομολόγιο Καστοριά – Κρυσταλλοπηγή – Φλώρινα – Πτολεμαΐδα – Κοζάνη – στενό Σιάτιστας – Γρεβενά. Το σύντομο δρομολόγιο Καστοριά – Βογατσικό – Νεάπολη – Γρεβενά δεν το αποτόλμησε για το φόβο των ανταρτών.»[12]
Μετά την σύγκρουση της εφοδιοπομπής μετά των ανταρτών, το ένα και μοναδικό ιταλικό αυτοκίνητο που κατάφερε να ξεφύγει των ανταρτικών πυρών, έκανε αναστροφή και επέστρεψε στην Κοζάνη, ενώ το γεγονός αναφέρθηκε μέσω ασυρμάτου στην μονάδα των Γρεβενών.
Αυτό ως ήταν φυσικό προκάλεσε την οργή των Ιταλών, οι οποίοι κινήθηκαν εκ Γρεβενών κατά της Σιατίστης, μη γνωρίζοντες ότι τους περιμένει ακόμα μία πολεμική και στρατιωτική πανωλεθρία, η οποία μόλις είχε ξεκινήσει να γράφεται: η Μάχη του Φαρδυκάμπου!
Κατόπιν αυτών, έκαστος θα σπεύσει να υποθέσει πως χάρις στο ΕΑΜ έγινε η μάχη του Φαρδυκάμπου και συνεπώς η νίκη εκείνη ανήκει κατά το μεγαλύτερο ποσοστό στα μέλη του.
Όπως κάθε νόμισμα, όμως, έχει δύο όψεις, έτσι και στην συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει και η “άλλη άποψη”. Εκείνη που θέλει τους ΕΑΜίτες να προκαλούν επίτηδες το μένος των κατακτητών μέσω της επιθέσεως στην Βίγλα, προκειμένου οι τελευταίοι να εξοργιστούν, να στραφούν κατά της Σιάτιστας κι έτσι ο λαός της να αναγκαστεί να βγει στο βουνό στο πλευρό των ΕΑΜ-ΕΛΑΣ!
Την άποψη αυτή φαίνεται να εκφράζει και ο Μιλτιάδης Στρακαλής, ο οποίος έχει γράψει σχετικά:
«Δια της επιθέσεως θα επετύγχανον αφ’ ενός μεν να εφοδιασθούν δια τροφίμων και πολεμικού υλικού, αφ’ ετέρου δε να εξαναγκάσουν τους νέους της Σιατίστης, οίτινες μέχρι τότε παρέμεινον αδιάφοροι, να ενταχθούν εις τον Ε.Λ.Α.Σ.»[13]
Παρομοίως και ο Ιωάννης Κοντονάσης:
«Η Ιταλική Στρατιωτική Διοίκησις κατόπιν αυτού εκινητοποίησε Τάγμα Πεζικού μετά Πυρ/κού (3 ορειβ. πυροβόλων των 9,7) εκ Γρεβενών, με εντολήν την καταστροφήν της πόλεως Σιατίστης εις εκδίκησιν της επελθούσης μετά της εφοδιοπομπής της συγκρούσεως και παραδειγματικήν τιμωρίαν του πληθυσμού της με την υπόνοιαν ότι μετείχεν ούτος της επιθέσεως ταύτης. Ενώ ο άμαχος πληθυσμός της Σιατίστης ουδόλως μετείχε της σατανικής αύτης εκδηλώσεως του ΕΑΜ, δεδομένου ότι αύτη απέβλεπε εις την καταστροφήν της Σιατίστης και την εξαθλίωσιν του πληθυσμού της διά την ευκολοτέραν στρατολόγησίν του εκτός των άλλων ολεθρίων συνεπειών, εκτελέσεων κ.λ.π.»[14]
Κατόπιν αυτών, έκαστος διαμορφώνει την άποψή του. Πάντως, ως γράφων του παρόντος έργου, οφείλω να αναφέρω πως δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις κατά την κατοχική περίοδο, όπου οι κομμουνιστές προκάλεσαν την οργή των κατακτητών -και συνεπώς την καταδίκη αθώων συμπατριωτών μας-, προκειμένου να επιτύχουν τους στρατιωτικούς και ιδεολογικούς τους στόχους.
Και μόνον η μαρτυρία του Μιλτιάδου Στρακαλή, σχετικά με το ότι η αρχική συμφωνία να χτυπηθεί η ιταλική φάλαγγα μόνον σε περίπτωση που θα στρέφονταν κατά της Σιάτιστας (“ώστε να επιτεθούν μόνον εις περίπτωσιν ανόδου της φάλαγγος εις Σιάτισταν”[15]), δεν τηρήθηκε, μας βάζει σε μονοπάτια δεύτερων και τρίτων σκέψεων σχετικά με τις προθέσεις και τους σκοπούς των ανταρτών που προκάλεσαν το συγκεκριμένο γεγονός.
Κι αν μάλιστα ισχύει στο απόλυτο η μαρτυρία του Αθανασίου Σβώλη[16], ότι δηλαδή μετά την προσβολή δύο και μόνων Ιταλικών αυτοκινήτων (του 8ου και του 9ου), οι αντάρτες που προκάλεσαν την μάχη της Βίγλας αποχώρησαν απ’ αυτήν (“έφυγαν οι αντάρτες, αναλαμβάνω εγώ την επιχείρηση και λέω “παιδιά εδώ, μπρος, κρατάτε, μη φοβάστε, αέρα παιδιά”, για να πιάσουμε τα υπόλοιπα τα αυτοκίνητα. Έφυγαν οι αντάρτες.”),[17] τότε αποδεικνύονται οι ειλικρινείς σκοποί της προκλήσεως αυτής της σατανικής -όπως την αποκάλεσε και Ιωάννης Κοντονάσης-[18] ενέργειας!
Φυσικά και η μάχη της Βίγλας είχε αναμφισβητήτως θετικό αποτέλεσμα, από την στιγμή που οδήγησε στην συγγραφή του χρυσού έπους της μάχης του Φαρδυκάμπου, όμως όταν επιχειρούμε να μελετήσουμε ή να καταγράψουμε την Ιστορία, οφείλουμε να βλέπουμε τα γεγονότα από όλες τις πλευρές και μέσα από όσο το δυνατόν περισσότερα ιστορικά, πνευματικά και συνειδησιακά πρίσματα. Πάντως, αν ο φίλτατος αναγνώστης ζητάει την προσωπική μου άποψη επί του θέματος αυτού, έχω να πω μονάχα πως ΔΕΝ πιστεύω πως ο οποιοσδήποτε σκοπός (όσο καλός κι αν είναι) αγιάζει τα μέσα…
Η Μάχη του Φαρδυκάμπου & η σφαγή του Αυγερινού;
Ένα άλλο ερώτημα που θα ήθελα να εκφράσω προς τον κύριο Μάνιο είναι το εξής: πώς είναι δυνατόν σε ένα άρθρο του ιστορικής σημασίας να μην κάνει την παραμικρή αναφορά στον Συνταγματάρχη Πεζικού (Π.Δ.) Ιωάννη Κοντονάση, καθώς και στους υπόλοιπους αξιωματικούς της ΠΑΟ, οι οποίοι κατά ιστορική απόδειξη πρωταγωνίστησαν στην Μάχη;
Γιατί θα πρέπει να μνημονεύεται μονάχα ο Ρόσιος, ο Χαρισιάδης και οι υπόλοιποι καπεταναίοι του ΕΛΑΣ, αλλά ουδέποτε οι αξιωματικοί της ΠΑΟ;
Μια μαρτυρία που δεν θα ήθελα να παραλείψω, είναι αυτή του Θέμη Μαρίνου[19], ο οποίος και γράφει αναφερόμενος στην Μάχη του Φαρδυκάμπου:
«Συμφωνώ με την ιδέα ανεγέρσεως μνημείου για την μάχη του Φαρδύκαμπου, όμως όχι “Εθνικής Ομοψυχίας” γιατί εκεί ο ΕΛΑΣ κατέσφαξε[20] τους μαχητές της ΠΑΟ. Επίσης νομίζω ότι δεν είναι σωστός ο τίτλος “ΕΛΑΣ και ΠΑΟ κατά των Ιταλών”, αλλά “ΠΑΟ κατά των Ιταλών με συνεργασία του ΕΛΑΣ…”[21]
Παρομοίως και ο Ιωάννης Γερούσης:
«Κατ’ εμέ, στον ΕΛΑΣ δεν θα πρέπει καθόλου να χρεώνεται μερίδιο της νίκης του Φαρδυκάμπου, διότι αν και συμμετείχε στην μάχη υπό τας εντολάς του Ταγματάρχου Κοντονάση Ιωάννου, οι σκοποί του όπως αποδείχθηκε ήσαν τελείως ύπουλοι και καιροσκοπικοί…»[22]
Επίσης, ο Α. Λαδάς, ανέφερε μεταπολεμικά εντός του ελληνικού κοινοβουλίου:
«Την ιστορικήν αυτήν μάχην διηύθυνεν ο ήρως Ταγματάρχης τότε του Στρατού και ήδη αντισυνταγματάρχης κ. Ιωάννης Κοντονάσης, ο οποίος κατέχει σήμερον την τιμητικήν θέσιν του Γενικού Διευθυντού της Ούνρραξ του Υπουργείου Εφοδιασμού. Οι ήρωες αξιωματικοί, οι οποίοι συμμετέσχον επίσης της ανωτέρω μάχης, ήσαν ο Ταγματάρχης Πόρτης, ο Υπολοχαγός Μπολογιάννης, οι αξιωματικοί Μπέντας, Σιδηρόπουλος, Αγγελόπουλος και άλλοι των οποίων αυτήν την στιγμήν μου διαφεύγουν τα ονόματα.»[23]
Υπάρχουν δεκάδες άλλες μαρτυρίες τις οποίες έχω στην διάθεσή μου και που μαρτυρούν τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Κοντονάση και της ΠΑΟ κατά την έκβαση της μάχης του Φαρδυκάμπου, εκτενής παρουσίαση των οποίων είναι αδύνατη αυτή την στιγμή.
Κατόπιν αυτού, δίχως να πω τίποτε επιπλέον, θα ήθελα να μας πει ο κύριος Μάνιος δυο λόγια και για την σφαγή του Αυγερινού (8/4/1943), όταν 40 ημέρες μετά την νίκη του Φαρδυκάμπου οι ΕΛΑΣίτες κατέσφαξαν στο χωριό Αυγερινός Βοΐου τους Αξιωματικούς της ΠΑΟ με τους οποίους προ ημερών είχαν συνεργαστεί κατά την μάχη του Φαρδυκάμπου.
Μήπως είναι κι αυτό τερατούργημα της φαντασίας μιας κακιάς δεξιάς κύριε Μάνιο; Μήπως δεν υπήρξε ουδέποτε Αυγερινός; Μήπως δεν υπάρχει μέχρι και σήμερα στην πλατεία του Αυγερινού το μνημείο όπου αναγράφονται τα ονόματα των αξιωματικών που σφαγιάσθηκαν από του κομμουνιστές;
Μακάρι να μπορούσα να γράψω εκτενέστερα για όλα αυτά τα καυτά θέματα ζώσας ελληνικής ιστορίας, όμως, φοβάμαι πως ήδη κούρασα τους φίλτατους αναγνώστες μας.
Όσα στοιχεία έχω καταφέρει να συγκεντρώσω επί του θέματος, τα παραθέτω αυτούσια στο πρόσφατα εκδοθέν (από τις εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ του Ιωάννου Χρ. Γιαννάκενα) βιβλίο μου υπό τον τίτλο: «Η ΕΠΟΠΟΙΪΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΟΥ ΦΑΡΔΥΚΑΜΠΟΥ & Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ».
Εάν το επιθυμεί ο κύριος Μάνιος, δεσμεύομαι να του το δωρίσω, ώστε να μελετήσει όλα αυτά τα γεγονότα που κατόρθωσα να συγκεντρώσω, ανασκαλίζοντας ΟΛΗ την βιβλιογραφία επί του θέματος, μέρος της οποίας δεν έχει υποπέσει προφανώς στην αντίληψή του έως τώρα (μιας και δεν μπορώ να διανοηθώ πως υπάρχει περίπτωση ένας άνθρωπος με αυτή την πορεία στην κοινωνική και πολιτική ζωή της Σιάτιστας και την πατρίδος μας γενικότερα να αποκρύπτει εσκεμμένα στοιχεία, πρόσωπα και γεγονότα) και στην οποία αναφέρονται όλα τα στοιχεία για την συμμετοχή της ΠΑΟ στο Έπος του Φαρδυκάμπου, για την σφαγή του Αυγερινού, καθώς και όλα τα γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν την προδομένη εκείνη ιστορία της Εθνικής Αντιστάσεως.
Βασίλειος Στ. Πορπόρης
Ιστορικός Ερευνητής & συγγραφέας, φοιτητής ΔΙ.ΠΑ.Ε.
Τηλ: 6948288096
[1] Εφημερίδα «Ελεύθερη Ώρα» 18/5/2020
[2] Όπως αναφέραμε και στο δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου μας, η αντιστασιακή οργάνωση Υ.Β.Ε. (Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος) μετονομάστηκε κατά τα μέσα του 1942 σε Π.Α.Ο. (Πανελλήνιος Απελευθερωτική Οργάνωση) και έκτοτε στις εκάστοτε ιστορικές αναφορές και μελέτες αναφέρεται είτε ως Υ.Β.Ε. είτε ως Π.Α.Ο. είτε ως Υ.Β.Ε. – Π.Α.Ο. Στο παρόν μέρος του άρθρου του, ο Γεράσιμος Δώσσας την αναφέρει ως Υ.Β.Ε.
[3] Εφημερίδα «Καθημερινή» 26/10/2019
[4] Από τα απομνημονεύματα του Μιχαήλ Παπαγιαννόπουλου στο αρχείο του υιού του Νικ. Παπαγιαννόπουλου.
[5] Από προσωπική συνέντευξή του στον συγγραφέα.
[6] Από τμήμα των απομνημονευμάτων του Στεφάνου Ευαγ. Καραμπέρη στο αρχείο του υιού του Δημ. Καραμπέρη.
[7] Αναφορά Συνταγματάρχου (ΠΔ) Κοντονάση Ιωάννη, Εκδόσεις ΔΙΣ, Αρχεία Εθνικής Αντιστάσεως, Τόμος 5ος, σελ. 330-331
[8] Αλέξη Ρόσιου (Υψηλάντη) «στα φτερά του οράματος» σελ. 92
[9] Από τα επίσημα πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων (Συνεδρίασις ΜΘ Τρίτη 23η Ιουλίου 1946).
[10] Το ΣΝΟF, ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1943 στην Καστοριά και στη συνέχεια στη Φλώρινα από σλαβικά στελέχη του ΚΚΕ και αυτοδιαλύθηκε τον Μάιο του επόμενου έτους για να το διαδεχθεί το ΝΟΦ (Απρίλιος 1945) με έδρα τα Σκόπια.
[11] Ο αριθμός των ιταλικών εκείνων αυτοκινήτων δεν είναι εξακριβωμένος. Σε άλλες ιστορικές πηγές (τις οποίες και παραθέτω εντός του παρόντος κεφαλαίου), αναφέρεται πως τα αυτοκίνητα αυτά ήσαν 10, σε άλλες 8 και σε άλλες αναφέρονται “στο περίπου” (π.χ. 10-12). Πάντως, στις περισσότερες πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές αναφέρεται πως ήταν 10 και γι’ αυτό ο αριθμός αυτός υιοθετήθηκε από τον γράφοντα, χωρίς να έχει καμιά ιδιαίτερη σημασία το εάν τα αυτοκίνητα ήταν 8, 9, 10 κ.ο.κ.
[12] Ζαχαρία Π. Δρόσου «Φαρδύκαμπος, Η Δυτική Μακεδονία στ’ άρματα, Το χρονικό και τα επακόλουθα της μεγάλης μάχης» σελ. 97-98
[13] Μιλτιάδου Στρακαλή «50 Έτη Ελευθερίας» σελ. 51
[14] Αναφορά Συνταγματάρχου (ΠΔ) Κοντονάση Ιωάννη, Εκδόσεις ΔΙΣ, Αρχεία Εθνικής Αντιστάσεως, Τόμος 5ος, σελ. 323
[15] Μιλτιάδου Στρακαλή «50 Έτη Ελευθερίας» σελ. 51
[16] Να σημειωθεί εδώ, πως ο Αθανάσιος Σβώλης αν και διαδραμάτισε έναν απ’ τους σημαντικότερους ρόλους κατά την έκβαση των μαχών Βίγλας & Φαρδυκάμπου, δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου από κανέναν ιστορικό ή ενασχολούμενο με το συγκεκριμένο θέμα, ιδιαίτερα από τους ιδεολογικούς απογόνους των ΕΑΜ-ΕΛΑΣ (γιατί άραγε…;)!
[17] Από την συνέντευξη του αειμνήστου Αθανασίου Σβώλη στον δημοσιογράφο του TOP CHANEL, Κώστα Χρυσάκη. Το DVD που συμπεριλαμβάνει ολόκληρη την συνέντευξη του Αθ. Σβώλη, βρίσκεται στο αρχείο του TOP CHANEL, στο αρχείο του Κώστα Χρυσάκη, καθώς και στο αρχείο του συγγραφέως.
[18] Αναφορά Συνταγματάρχου (ΠΔ) Κοντονάση Ιωάννη, Εκδόσεις ΔΙΣ, Αρχεία Εθνικής Αντιστάσεως, Τόμος 5ος, σελ. 323
[19] Ο Θεμιστοκλής Μαρίνος (Ζάκυνθος 1917 – Αθήνα, 21 Δεκεμβρίου 2018) ήταν στρατιωτικός, αντιστασιακός και οικονομολόγος. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο και ήταν μέλος της Βρετανικής Συμμαχικής Αποστολής (SOE) κατά τη διάρκεια της κατοχής. Το 1942 συμμετείχε στην ομάδα ανταρτών και συμμάχων που ανατίναξε τη γέφυρα του Γοργοποτάμου, πράξη η οποία θεωρείται από τις κορυφαίες της Αντίστασης. Στον Θέμη Μαρίνο είχε απονεμηθεί ο βαθμός του Βρετανού λοχαγού και στη συνέχεια ταγματάρχη, ενώ είχε λάβει πολλές διακρίσεις και παράσημα.
[20] Αναφέρεται στην σφαγή του Αυγερινού Βοΐου, με το θέμα του οποίου θα ασχοληθούμε στο αμέσως επόμενο υποκεφάλαιο του βιβλίου μας.
[21] Από επιστολή του Θέμη Μαρίνου στον πρόεδρο της ΠΑΟ, Διονύσιο Βουλγαρόπουλο (18/2/1993).
[22] Από προσωπική συνέντευξή του στον συγγραφέα.
[23] Από τα επίσημα πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων (Συνεδρίασις ΜΘ Τρίτη 23η Ιουλίου 1946).