Αν και δεν μπορεί κανείς να κρίνει μια μεταρρύθμιση στην τοπική αυτοδιοίκηση μόνο από την ονομασία που της αποδίδεται, ωστόσο η εισαγωγή του «Οστρακισμού» από τον Κλεισθένη, από τον οποίο πήρε και το όνομά του το νομοσχέδιο, όπως και η επιλογή των κυβερνώντων με τη μέθοδο του «τυχαίου δείγματος» στην εποχή του, δείχνει το πρόσημο που θέλει η κυβέρνηση να δώσει στο νέο νομοσχέδιο.
Για την πολιτική ιστορία του τόπου, οι σύγχρονες βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος δεν μοιάζουν με εκείνες της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, μιας δημοκρατίας βασισμένης σε κάθε είδους διακρίσεις και αποκλεισμούς, αλλά βασίζονται στο διαφωτισμό και τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης.
Σε κάθε περίπτωση, έπειτα από μια προσεκτική μελέτη, το νομοσχέδιο που είδε το φως της δημοσιότητας είναι υπόδειγμα κακονομίας, αφού στη σειρά των τροποποιούμενων διατάξεων του Καλλικράτη άλλοτε προηγούνται και άλλοτε έπονται οι ρυθμίσεις μεταξύ πρώτου και δεύτερου βαθμού, σχηματίζοντας μια εικόνα ενός απαράδεκτου από τεχνικής άποψης, νομοθετήματος.
Πρόκειται για ένα πρόχειρο σύνολο διατάξεων οι οποίες βασίζονται αποκλειστικά και μόνο στον Καλλικράτη, τον οποίο τροποποιούν με τον πιο πρόχειρο τρόπο.
Οι βασικές μεταρρυθμιστικές αλλαγές απουσιάζουν ενώ οι τροποποιήσεις επιμέρους διατάξεων ή μέρους άρθρων δεν επιλύουν κανένα από τα προβλήματα του παρελθόντος, προβλήματα που δημιουργήθηκαν κατά την εφαρμογή του Καλλικράτη. Αντιθέτως πρόκειται για ένα νομοσχέδιο, που παρά το μέγεθός του, δεν λύνει προβλήματα, αλλά δημιουργεί νέα.
Πέρα από τις επιμέρους διαφωνίες που μπορεί να έχει κανείς (π.χ. είναι δυνατό να εκλεγεί Δήμαρχος – ή αντίστοιχα Περιφερειάρχης- ο υποψήφιος συνδυασμού που ήρθε δεύτερος κατά την α’ Κυριακή, ενώ και κατά τη β’ Κυριακή συνεχίζει να έχει λιγότερες έδρες από το συνδυασμό που ήρθε πρώτος, μιας και η οριστική κατανομή των εδρών γίνεται αποκλειστικά και μόνο κατά την α’ Κυριακή), αντί η νέα αναδιάρθρωση του χάρτη των ΟΤΑ να ακολουθεί τα Ευρωπαϊκά πρότυπα, σύμφωνα με τα οποία προκρίνονται ισχυροί δήμοι με μικρότερο λειτουργικό κόστος και μεγαλύτερη δυνατότητα χρηματοδοτήσεων, με το νέο νομοσχέδιο τεμαχίζεται ο αυτοδιοικητικός χάρτης σε αδύναμους δήμους, που μεσοπρόθεσμα θα αντιμετωπίσουν με βεβαιότητα προβλήματα χρηματοδότησης από τα ευρωπαϊκά εργαλεία.
Οι μόνες αλλαγές που επέρχονται εν ολίγοις, αφορούν το εκλογικό σύστημα, το περιεχόμενο των ψηφοδελτίων και την σταυροδοσία, αλλαγές δηλαδή καθαρά μικρο-κομματικού χαρακτήρα. Μάλιστα μία τέτοιου είδους αλλαγή είναι η με «πραξικοπηματικές πρακτικές» δημιουργία νέας παράταξης από συμβούλους, αλλοιώνοντας ουσιαστικά την λαϊκή εντολή. Συγκεκριμένα, η προηγούμενη απαγόρευση που υπήρχε για προσχώρηση δημοτικού συμβούλου που ανεξαρτητοποιήθηκε σε άλλο συνδυασμό, αίρεται, με αποτέλεσμα οι εκλογείς να ψηφίζουν κάποιο σύμβουλο για τον Χ συνδυασμό, κι εκείνος να μεταπηδά σε άλλο, αλλάζοντας τις πλειοψηφίες που αναδείχθηκαν μέσω εκλογών!
Αναφορικά με την μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στην Οικονομική Επιτροπή, ένα όργανο χωρίς την απαραίτητη συμβουλευτική-τεχνική συνδρομή, φαίνεται πως θα καθορίζει τον ορισμό των ανταποδοτικών τελών, ενώ δαπάνες που προηγουμένως καλύπτονταν από τον κρατικό Προϋπολογισμό, τώρα φορτώνονται στις πλάτες των δημοτών (Άρθρο 182, παρ. 1).
Πολύ σημαντικό είναι το γεγονός πως πρακτικές για τις οποίες η εμπειρία έδειξε πως δεν προχώρησαν. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η ανάληψη μελετών και έργων από τις Μονάδες Οργάνωσης της Διαχείρισης Αναπτυξιακών Προγραμμάτων, κάτι που αφενός υποβαθμίζει όσες Αναπτυξιακές Εταιρίες κατόρθωσαν με το ζόρι να σταθούν ενώ αφετέρου στερεί από τον εξειδικευμένο και σήμερα καταρρακωμένο ιδιωτικό τομέα την συμμετοχή στους σχετικούς διαγωνισμούς, κάτι που και θα αυξήσει την αδιαφάνεια στην μελέτη και εκτέλεση έργων ενώ παράλληλα θα αυξήσει και το κόστος των τελευταίων (Άρθρο 175).
Στην ίδια λογική, διευρύνεται ο θεσμός των Προγραμματικών Συμβάσεων, ενώ κατά παράδοξο τρόπο προβλέπεται η σύναψη τέτοιου είδους συμβάσεων με εταιρία (ΕΓΝΑΤΙΑ Α.Ε.) η οποία είναι ήδη στο ΤΑΙΠΕΔ προς ιδιωτικοποίηση (Άρθρο 176).
Επίσης εισάγονται διατάξεις αμφίβολης νομιμότητας με την Ευρωπαϊκή αλλά και εθνική νομοθεσία, όπως η συμμετοχή των ΟΤΑ σε αναπτυξιακές εταιρίες, ο σκοπός των οποίων είναι η παραγωγή και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας (Άρθρο 179). Στο ίδιο μήκος βρίσκονται και διατάξεις (Άρθρο 180) που ευνοούν την «κρατικοποίηση» προηγούμενων υπηρεσιών οι οποίες στο μεταξύ απελευθερώθηκαν, ενώ όπως έδειξε η πρόσφατη εμπειρία, η κακή εφαρμογή των ανωτέρω πρακτικών ήταν αυτή που οδήγησε στα τεράστια ελλείμματα των δήμων και κατ’ επέκταση στη χρεοκοπία του Δημοσίου πριν το ξέσπασμα της κρίσης. Με το νομοσχέδιο αυτό, οι ΟΤΑ, αντί να έχουν την εποπτεία των παρεχόμενων υπηρεσιών, γίνονται μάνατζερ σε εταιρίες που η προηγούμενη εμπειρία έδειξε πως απέτυχαν να πετύχουν το σκοπό τους.
Μάλιστα ακόμη και η εποπτεία των ΟΤΑ, η οποία για τους εκάστοτε πολιτικούς λόγους παραγκωνίστηκε, παραγκωνίζεται εκ νέου, αφού μπαίνει στο ψυγείο πάλι με μια περιττή τροποποίηση των σχετικών άρθρων του Καλλικράτη, ενώ με τα Άρθρα 194 επ. προβλέπεται η λειτουργία του «Οικονομικού Παρατηρητηρίου των ΟΤΑ», ενός θεσμού που ως αρμοδιότητα έχει την εποπτεία των ΟΤΑ από το Υπουργείο Εσωτερικών και που ψηφίστηκε «κατά την Μνημονιακή» περίοδο που σημερινή κυβέρνηση καταγγέλλει. Μάλιστα, αν δει κανείς το σχετικό Ν. 4111/2013 και τα άρθρα 194 επ. είναι πανομοιότυπα!
Τέλος, από τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι η διαδικασία ψήφισης των Προϋπολογισμών και του Τεχνικού Προγράμματος, ενώ σε ολόκληρο το νομοσχέδιο των 237 άρθρων και 300 και πλέον σελίδων δεν γίνεται ούτε μία επαναοριοθέτηση των αρμοδιοτήτων μεταξύ των βαθμών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή της Κεντρικής Κυβέρνησης, επαναοριοθέτηση που καθίσταται επιβεβλημένη από την εμπειρία που αποκομίστηκε κατά την εφαρμογή του Καλλικράτη την τελευταία 8ετία.
Το μόνο που προβλέπεται είναι ένα αόριστο χρονοδιάγραμμα γι’ αυτές, κάτι που στα τρία χρόνια συνεχούς διακυβέρνησης θα μπορούσε να έχει ήδη γίνει, και να μην προβλέπεται σε νέο νόμο που υποτίθεται ο δικαιολογητικός λόγος της ψήφισής του είναι οι μεταρρυθμίσεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Χρέος όλων των αυτοδιοικητικών είναι να αναδείξουμε την προχειρότητα και του νομοσχεδίου αυτού, ενημερώνοντας κατ’ αρχήν τους πολίτες, πάνω στις πλάτες των οποίων θα κληθούν οι ΟΤΑ να το εφαρμόσουν.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει να παρουσιάσει έργο ενώ παρά τις δυσκολίες κατόρθωσε να επιβιώσει χάρη στη φιλότιμη προσπάθεια του ανθρωπίνου δυναμικού της και των πολιτών που τη στηρίζουν.
Ένα νομοσχέδιο που δίχως αιτιολογία και λογική αποξηλώνει όργανα, διαδικασίες και θεσμούς, μάλιστα με τον χειρότερο νομοπαραγωγικά τρόπο, το λιγότερο που πρέπει να τύχει είναι μιας πλήρους αναθεώρησης στη βάση των σύγχρονων διοικητικών πρακτικών που ακολουθούν οι ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης.