Το ενεργειακό εμπάργκο των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας στη Ρωσία, εξαιτίας της εισβολής της στην Ουκρανία, βάζει «φωτιά» στις ήδη υψηλές τιμές των εγχώριων καυσίμων.
Μιλώντας στον «Ε.Τ.» ο αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ), Γιώργος Ασμάτογλου, εκτίμησε πως σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα η διεθνής τιμή του πετρελαίου θα φτάσει τα 150 δολάρια το βαρέλι. Εφόσον συμβεί αυτό, η απλή αμόλυβδη βενζίνη θα αγγίξει τα 2,50 ευρώ το λίτρο στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας (π.χ. Αθήνα και Θεσσαλονίκη), ενώ στις νησιωτικές περιοχές το κόστος της θα υπερβεί τα 2,70 ευρώ το λίτρο. Παράλληλα, το πετρέλαιο κίνησης θα κυμανθεί στα 2,10 ευρώ το λίτρο. Το δε πετρέλαιο θέρμανσης υπολογίζεται να διαμορφωθεί στο 1,80 ευρώ το λίτρο κι αυτό ενώ τις προσεχείς ημέρες αναμένεται να «χτυπήσει» τη χώρα νέο κύμα κακοκαιρίας.
Στο μεταξύ, ο κ. Ασμάτογλου επεσήμανε πως το περασμένο τριήμερο καταγράφηκε αύξηση 12 λεπτών στην τιμή της βενζίνης, 15 λεπτών σ’ αυτήν του πετρελαίου θέρμανσης και 18 λεπτών στο κόστος του πετρελαίου κίνησης. Οσο για τη ζήτηση στα καύσιμα κίνησης είναι σταθερά καθοδική (της τάξεως του -20%, για περίπου 1 μήνα). Μάλιστα, την Καθαρά Δευτέρα οι πωλήσεις κινήθηκαν πτωτικά κατά 40% περίπου, συγκριτικά με άλλες χρονιές. Ταυτόχρονα, όσοι προμηθεύονται πετρέλαιο θέρμανσης βάζουν μικροποσότητες, περί τα 300 λίτρα.
Αξίζει να επισημανθεί πως λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, περί απαγόρευσης εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου, φυσικού αερίου και άλλων ενεργειακών προϊόντων στις ΗΠΑ, το μπρεντ εκτοξεύτηκε στα επίπεδα των 130 δολαρίων το βαρέλι.
Η Πολιτεία
Στο μεταξύ, αναφερόμενος στην ενεργειακή κρίση, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Αδωνις Γεωργιάδης, επεσήμανε, χθες το πρωί, μιλώντας σε τηλεοπτικό σταθμό: «Από τον Νοέμβριο μέχρι σήμερα η πρώτη ύλη έχει αυξηθεί 100%. Ζούμε τη μεγαλύτερη ενεργειακή κρίση της ιστορίας, πολύ μεγαλύτερη της δεκαετίας του ’70. Είναι πρακτικά αδύνατον να πιστέψει κάποιος ότι υπάρχει τρόπος -υπό αυτές τις συνθήκες- να μην ανέβει η τιμή στο πρατήριο».
Ο κ. Γεωργιάδης σημείωσε πως «περιμένουμε να ανακοινώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τη νέα εργαλειοθήκη που θα δώσει κάποιο βαθμό ελευθερίας στα κράτη να κινηθούν για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Η κυβέρνηση έχει αιτηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τη δημιουργία ενός ταμείου, κατά τα πρότυπα του RRF, μόνο για το τμήμα της ενέργειας… Οι λύσεις που θα βρεθούν, θα βρεθούν πανευρωπαϊκά. Δεν μπορούν να βρεθούν από ένα κράτος μόνο του. Αυτές οι τιμές είναι υπεράνω πάσης πρόβλεψης».
Σε σχέση με τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στα καύσιμα, εξήγησε για ποιο λόγο δεν προκρίνεται η μείωσή του: «Πέραν του πολύ μεγάλου δημοσιονομικού κόστους που έχει και άρα της πιθανότητας δημιουργίας μεγάλης ανησυχίας στις αγορές σε μια χρονικά κακή στιγμή, διακινδυνεύεις να μπεις σε έναν νέο κύκλο ανεξέλεγκτης αύξησης των επιτοκίων. Αν αυξηθούν τα επιτόκια δανεισμού αυξάνεται το επιτόκιο στην πιστωτική σου κάρτα, αυξάνεται το επιτόκιο στο στεγαστικό σου δάνειο, αυξάνεται το επιτόκιο στο επιχειρηματικό σου δάνειο. Αρα, γλιτώνεις τα 40 λεπτά στο πρατήριο, αλλά τα πληρώνεις τριπλά στην πιστωτική σου κάρτα».
Ενέργεια
Οσον αφορά στα ενεργειακά προϊόντα, κι εκεί οι τιμές παραμένουν εκτός… ελέγχου, τις τελευταίες ημέρες, καταγράφοντας μάλιστα αρνητικό ρεκόρ σε όλη την Ευρώπη, με τα μέλη-κράτη να επεξεργάζονται τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να περιορίσουν τις επιπτώσεις.
Επειτα από ένα δύσκολο τριήμερο, με τη τιμή του ρεύματος που έφτασε χθες σε πολύ υψηλά επίπεδα, δηλαδή στα 426,9 ευρώ/MWh, για σήμερα παρατηρείται μια μικρή αποκλιμάκωση.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την προημερήσια αγορά του Χρηματιστηρίου Ενέργειας οι τιμές διαμορφώνονται στα 331,3 ευρώ ανά μεγαβατώρα, έναντι 426,9 ευρώ χθες, δηλαδή μείωση της τάξεως του 22%. Βέβαια, παρά την… πτώση, οι τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, αποτέλεσμα της αντίστοιχης ανόδου των τιμών του φυσικού αερίου, που πλησίασαν χθες στο ολλανδικό χρηματιστήριο τα 300 ευρώ ανά μεγαβατώρα (τη Δευτέρα έφτασαν και στα 340 ευρώ) και κυμαίνονταν το μεσημέρι της Τρίτης κοντά στα 210 ευρώ.
Αποτέλεσμα αυτού, οι λιγνιτικές μονάδες να λειτουργούν υποστηρικτικά. Σε αυτό το πλαίσιο, αυξημένη στο 19% είναι και σήμερα η συμμετοχή των λιγνιτικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής της ΔΕΗ στην κάλυψη της ζήτησης, όπως και των ανανεώσιμων πηγών (30,7%), ενώ σχετικά μειωμένο είναι το μερίδιο των μονάδων φυσικού αερίου (39,8%). Χαμηλό, δηλαδή στο 3%, είναι το μερίδιο των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας.
Γράφουν οι Ιωάννα Φεντούρη, Μαρίνα Ξυπνητού
Πηγή: eleftherostypos.gr