Το ασφαλιστικό αποτελεί μείζον διαρθρωτικό πρόβλημα της εθνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας ήδη από τον α.ν. 1846/51.
Την τελευταία δεκαετία, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης το κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα της χώρας -πέραν των διαχρονικών του παθογενειών- αποτέλεσε το μεγάλο θύμα των νέων συνθηκών εξαιτίας της εισφοροδιαφυγής, της μαζικής ανεργίας, της μετανάστευσης ενός μεγάλου παραγωγικού δυναμικού στο εξωτερικό, του έντονου δημογραφικού ζητήματος και γενικά της οικονομικής ύφεσης.
Ο νόμος «Κατρούγκαλου» (όπως επικράτησε να λέγεται) οδηγούσε στη μετατροπή του ασφαλιστικού συστήματος σε ένα πολύπλοκο, άδικο μη ανταποδοτικό σύστημα και επί της ουσίας φορολογικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι στους 1.440.000 ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, επέβαλλε συνειδητά δυσβάσταχτες εισφορές «γονατίζοντας» και αποθαρρύνοντας κυριολεκτικά ένα παραγωγικό και δημιουργικό τμήμα της ελληνικής οικονομίας και ενισχύοντας παράλληλα την εισφοροδιαφυγή και τη φοροδιαφυγή.
Ο νέος νόμος αποτελεί μεγάλη μεταρρύθμιση. Για πρώτη φορά στην ιστορία του ασφαλιστικού συστήματος, αντίστοιχο νομοσχέδιο συνοδεύεται από πλήρη αναλογιστική μελέτη κύριων και επικουρικών συντάξεων. Δύο στοιχεία από τη μελέτη αποδεικνύουν τη βιωσιμότητα του συστήματος: α) το πρώτο στοιχείο είναι ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη της χώρας, μειώνεται μεσομακροπρόθεσμα, ως ποσοστό του ΑΕΠ και πολύ σύντομα, το ποσοστό αυτό της συνταξιοδοτικής δαπάνης ως ποσοστό του ΑΕΠ, φτάνει στον μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών. Άρα, το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας αποκτά, πλέον, ισχυρές βάσεις διατήρησης. Διασφαλίζει όλες τις συντάξεις μέχρι το 2070. β) το δεύτερο στοιχείο είναι ότι μεσομακροπρόθεσμα το σύνολο της ανταπόδοσης του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας μας, δηλαδή η δαπάνη του ασφαλιστικού συστήματος που αφορά το κομμάτι της ανταπόδοσης, έρχεται δημοσιονομικά ισορροπημένα και καλύπτεται από τις εισφορές. Αυτό σημαίνει πρακτικά: απόλυτη εξυγίανση.
Αποδεικνύεται πλέον στην πράξη ότι η κυβέρνηση αυτή καινοτομεί και στο επίπεδο της χάραξης και διαμόρφωσης δημόσιων πολιτικών. Ο νόμος συνιστά «αλλαγή παραδείγματος»: από πολιτικές που βασίζονται στην ιδεολογία και τις πολιτικές πεποιθήσεις (policy-based evidence) μεταβαίνουμε σε πολιτικές που βασίζονται στην τεκμηρίωση (evidence-based policy). Γι’ αυτό χαίρουν κοινωνικής αποδοχής και μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας-εφαρμοσιμότητας.
Η νέα ασφαλιστική μεταρρύθμιση αγκαλιάζει όλους τους σημερινούς εργαζόμενους και ευνοεί αισθητά όλους τους αυριανούς συνταξιούχους της χώρας εφόσον έχουν συμπληρώσει 30 χρόνια και μία ημέρα ασφαλιστικού βίου.
Ειδικότερα:
- Είναι το πρώτο ασφαλιστικό νομοσχέδιο μετά από 11 χρόνια, που δεν θα έχει μείωση στις συντάξεις. Αντίθετα θα έχει αυξήσεις.
- Διευρύνεται καθολικά η ειδική πρόνοια και ευνοϊκή μεταχείριση σε όλους τους νεοεισερχόμενους στην παραγωγική διαδικασία (όχι μόνο στους νέους ιατρούς, δικηγόρους και μηχανικούς που ίσχυε μέχρι σήμερα) μέσω των χαμηλών εισφορών τα 5 πρώτα χρόνια έναρξης του εργασιακού τους βίου. Μάλιστα, ο νέος νόμος δεν θα υποχρεώνει κανέναν ελεύθερο επαγγελματία μετά την πενταετία να δίνει πίσω την διαφορά των μειωμένων εισφορών και της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας, όπως τον υποχρέωνε ο νόμος Κατρούγκαλου.
- Πλήρης αποσύνδεση από τα χρόνια ασφάλισης και τις γνωστές κλάσεις του παρελθόντος. Οι ασφαλιστικές κατηγορίες θα οδηγούν σε συγκεκριμένα ύψη συντάξεων τα οποία οι ασφαλισμένοι θα τα γνωρίζουν καθ’ όλη την διάρκεια του ασφαλιστικού τους βίου. Στην αρχή κάθε έτους θα δίνεται στον ασφαλισμένο η δυνατότητα επιλογής οποιασδήποτε κατηγορίας από τις 6 προβλεπόμενες είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω και για όσο χρόνο επιθυμεί.
- Πλήρης αποσύνδεση από το εισόδημα. Παύει πλέον το ασφαλιστικό να είναι φορολογικό, με την εισφοροδιαφυγή να οδηγεί στη φοροδιαφυγή, όπως συνέβαινε με το προηγούμενο καθεστώς.
- Ο πρωτογενής τομέας αντιμετωπίζεται με ευαισθησία, μέσα από ένα ειδικό, ευνοϊκό και προστατευτικό πλαίσιο μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών.
- Μέσα από τη σύσταση του μεγαλύτερου δημόσιου φορέα e-ΕΦΚΑ (ηλεκτρονικός/ψηφιακός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης) επιχειρείται η μεγαλύτερη διοικητική και οργανωτική ενοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος από την σύστασή του επιτυγχάνοντας μεγάλες οικονομίες κλίμακος.
- Μεταρρύθμιση ψηφιακής σύνταξης. Η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο την 1.6.2020 να απονεμηθούν οι πρώτες ψηφιακές συντάξεις του συστήματος ΑΤΛΑΣ.
- Συστήνεται στον e-ΕΦΚΑ, η Διεύθυνση Διευθέτησης Αναφορών για θέματα Α.Μ.Ε.Α. με στόχο την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των ατόμων με αναπηρία.
- Σεβασμός στις δικαστικές αποφάσεις. Η τροποποίηση των διατάξεων του προηγούμενου νομοθετικού πλαισίου καθίσταται επιβεβλημένη εξαιτίας των 5 αποφάσεων (1880/2019, 1888/2019, 1889/2019, 1890/2019 και 1891/2019) της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Είναι εθνική ανάγκη να οδηγηθούμε σε ένα δίκαιο, βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα, ρεαλιστικό και για τους εργαζόμενους και για τους συνταξιούχους.
Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν. Υπάρχουν βιώσιμες και μη βιώσιμες ενώ καμία πολιτική δύναμη δεν μπορεί να λύσει το ασφαλιστικό μόνη της. Οφείλουμε να ξεφύγουμε από την ελληνική «συνήθεια» των συγκρούσεων. Θα αναφέρω ένα παράδειγμα. Την περίφημη συμφωνία του Τολέδο. Σοσιαλδημοκράτες και χριστιανοδημοκράτες στην Ισπανία της δεκαετίας του 90΄ «κλείσανε τις επιτροπές τους» σε ένα ξενοδοχείο στο Τολέδο και βγήκαν με μια συμφωνία που έκτοτε εφαρμόζουν όλοι. Η Ισπανία μπήκε και βγήκε από την κρίση χωρίς να αγγίξει το μεταρρυθμισμένο ήδη ασφαλιστικό της σύστημα.
Επιδιώκουμε όλοι οι Έλληνες να πιστέψουν ξανά στην κοινωνική ασφάλιση, να ενταχθούν σε αυτή, να εμπιστευθούν τους κόπους τους και στο τέλος του ασφαλιστικού τους βίου να γνωρίζουν ότι θα λάβουν μια αξιοπρεπή σύνταξη. Οι ρυθμίσεις συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός δικαιότερου και αποτελεσματικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης που αποκαθιστά την αλληλεγγύη των γενεών, συμβάλλει στην ανάπτυξη της οικονομίας διότι απελευθερώνει τους ελεύθερους επαγγελματίες από ένα ασφυκτικό και δημευτικό σύστημα υπολογισμού εισφορών, ευθυγραμμίζεται με τις απαιτήσεις της σύγχρονης ψηφιακής εποχής, καλλιεργεί την ασφαλιστική συνείδηση αποκαθιστώντας την ανταποδοτικότητα και εμπεδώνει τα αισθήματα ασφάλειας και εμπιστοσύνης σε εργαζόμενους και συνταξιούχους.