Γράφει ο Τσολακόπουλος Ανδρέας *
Μια τεχνοκρατική άποψη, για την αξιολόγησή του
Η μεγαλύτερη αχαριστία της κοινωνίας, με τη συνευθύνη της πολιτείας, είναι η περιφρόνηση που δείχνει για το «έργο» των εκπαιδευτικών, που ενώ προσπαθούν να εκπαιδεύσουν τα παιδιά μας, τους φορτώνουμε όλα τα «δεινά» της εκπαίδευσης, χωρίς να γίνεται η αυτοκριτική μας και κυρίως των «αρμοδίων» για τα δικά μας λάθη.
Κατά τον Δημήτρη Γληνό, «Ο σωστός εκπαιδευτικός βλέπει στις νέες ψυχές τη δυνατότητα μιας καλύτερης ανθρωπότητας και θέτει ολόκληρο τον εαυτό του υπηρέτη της».
Η ποιότητα όλων των κοινωνικών φαινομένων και όχι μόνο, εξαρτάται βασικά από την ποιότητα της εκπαίδευσης, με τον εκπαιδευτικό κυρίως να προσπαθεί να μυήσει τους μαθητές του στο ευ ζην, γι αυτό πρέπει να θεωρείται ως συμπληρωματικό ενεργό και αρωγό μέλος κάθε οικογένειας κι αυτό είναι ένα μεγάλο μυστικό.
Ο εκπαιδευτικός καλείται να προσφέρει γνώση και δεξιότητες στους μαθητές του, να μπορούν να ενεργούν υποψιασμένοι με κριτική και δημιουργική σκέψη, αλλά να φροντίζει και για τη διάπλαση της προσωπικότητας και της συνείδησής τους, με ιδέες και αξίες, να βοηθά στην κοινωνικοποίησή τους, να είναι κοντά τους συνέχεια και να αφουγκράζεται τους προβληματισμούς τους.
Το υπόβαθρο του εκπαιδευτικού αφορά στην επιστημονική του επάρκεια (για να διδάξει ένα πρέπει να γνωρίζει δέκα, ώστε να μπορεί να επεκτείνεται όταν χρειαστεί), στη μέθοδο διδασκαλίας, στον παιδαγωγικό τρόπο που παρουσιάζει την ύλη και στο ψυχολογικό και επικοινωνιακό κλίμα που δημιουργεί στην αίθουσα, αλλά και με την καθημερινή του συμπεριφορά… Είναι ένα κοινωνικό υπόδειγμα, με καθοριστικό ρόλο, αλλά για την αξιολόγησή του, επικεντρωνόμαστε κυρίως μόνο στο γνωστικό μέρος, γιατί εκεί υπάρχουν μετρήσιμοι δείκτες, ενώ οι υπόλοιπες ιδιότητες είναι τυπικά «αφανείς». Το ίδιο κάνουμε, δυστυχώς και με τους μαθητές.
Η προσωπικότητα όμως δεν είναι μόνο νόηση, αλλά και βούληση και συναίσθημα.
Μέσα στο σύλλογο των εκπαιδευτικών, αντιλαμβάνεται ο καθένας και προπαντός ο διευθυντής, το «ποιον» του καθενός, για τις ξεχωριστές του ικανότητες και δυνατότητες ή αδυναμίες, στα διάφορα θέματα, αλλά παρόλο που διαφαίνεται η παραπάνω κρίση, η «κλινική αξιολόγηση» των εκπαιδευτικών δεν μπορεί να διαπιστωθεί εύκολα και δεν γίνεται αποδεκτή και από τους ίδιους, γιατί θεωρούν τα κριτήρια και τα μέσα αναξιόπιστα, αλλά και απαράδεκτους τους αξιολογητές.
Παρατηρούνται εκπαιδευτικοί που βγαίνουν από την τάξη με δάκρυα στα μάτια, γιατί το νιώθουν ότι απέτυχε η διδασκαλία τους, μα όταν προσκαλείται τρίτος επισκέπτης στην αίθουσα, το μάθημα πετυχαίνει.
Τι συμβαίνει, λοιπόν, στην περίπτωση που όταν είναι «μόνος» του ο εκπαιδευτικός κυκλοφορούν στον αέρα «αεροπλανάκια» και κιμωλίες και στη δεύτερη περίπτωση να επαινείται από το τρίτο πρόσωπο για την επιτυχία;
Είναι η περίπτωση ενός πεδίου της φυσικής, που για να το μελετήσεις πρέπει να εισαχθεί σε αυτό το αντίστοιχο υπόθεμα, αλλά τότε αλλοιώνεται το αρχικό πεδίο και η μελέτη πάει περίπατο!
Έχουν μεγάλη σημασία οι διοικητικές ικανότητες του εκπαιδευτικού μέσα και έξω από την αίθουσα όπως στην περίπτωση που ένας εκπαιδευτικός «επιβάλλεται» και μπορεί να διδάσκει έτσι μέχρι το τέλος της καριέρας του, «οδηγούμενος» μόνο από την προσωπική του εμπειρία, που είχε ως μαθητής, αλλά κι εδώ ενυπάρχει πρόβλημα.
Η αξιολόγηση είναι σύμφυτη και εξ ορισμού με την εκπαίδευση, και είναι άδικο να κατηγορούνται οι εκπαιδευτικοί ότι δε θέλουν την αξιολόγηση, ενώ είναι εκείνοι που αξιολογούνται περισσότερο από τον καθένα.
Συνεχώς, από τους μαθητές, από το σύλλογο, το διευθυντή, τους γονείς κλπ.
Στα 37 χρόνια της εκπαιδευτικής μου υπηρεσίας παρατήρησα ότι στη δεκαετία του 80 που είχε ατονήσει ο «μπαμπούλας» της τυπικής αξιολόγησης, απλώθηκε μία γαλήνη και αναπτύχτηκαν πολλαπλά σχετικά σεμινάρια και ημερίδες πανελλαδικά που ήταν μία όαση στην εκπαίδευση.(συνέβαλε και ο αποδεκτός, από όλους, νόμος).
Κακά τα ψέματα: Οι σωστοί εκπαιδευτικοί συμβάλλουν στην πρόοδο γενικότερα, ενώ μόνον ένας «κακός» φτάνει να χαλάσει μία τάξη, αλλά και ολόκληρο το σχολείο, γι αυτό χρειάζεται προσοχή και πρέπει να λαμβάνονται μέτρα (σε συνεννόηση με τον διευθυντή) να μην μπαίνει ανέτοιμος π.χ. στην αίθουσα κι ας «χαθεί» η ώρα, προκειμένου η ζημιά να είναι μικρότερη, αν και κάθε «χαμένη» ώρα ισοδυναμεί, με 20 (όσοι οι μαθητές).
Μπορεί στο ένα τμήμα να έχουμε άριστα αποτελέσματα και στην επόμενη ώρα στο άλλο τμήμα και στο ίδιο μάθημα της ίδιας τάξης και με την εμπειρία της πρώτης επιτυχίας, να αποτύχουμε οικτρά, γιατί είναι διαφορετικοί οι μαθητές. Κι εδώ ένας και μόνο ιδιόρρυθμος μαθητής αρκεί να χαλάσει την ατμόσφαιρα.
Γι αυτό λέμε ότι για μία ώρα διδασκαλίας απαιτείται άλλη μία προετοιμασίας ώστε να προσαρμόζουμε τη διδασκαλία μας στον κάθε μαθητή και να αντιμετωπίζουμε το απρόσμενο, κάθε φορά. Προτείνεται το εξής:
Να μειωθεί το υποχρεωτικό ωράριο διδασκαλίας και να αυξηθούν οι ώρες συνδιδασκαλίας, όπου κυρίως οι νέοι θα προγραμματίζουν, με παλαιότερους, θα συνδιδάσκουν, θα συζητούν και θα εξάγουν συμπεράσματα..
Αυτή η εσωτερική αυτοαξιολόγηση θα είναι διαμορφωτική και βελτιωτική και όχι τιμωρητική.
Η επιλεκτική αξιολόγηση χρειάζεται μόνον κατά τον αρχικό διορισμό και για τον ορισμό των στελεχών..
*.. Κατά το διορισμό των εκπαιδευτικών, η επιλογή να γίνεται ανά περιφέρεια, με αυστηρά κριτήρια και με βάση την ευδόκιμη προϋπηρεσία, από υπερκομματικές επιτροπές που θα έχουν και τη μελλοντική ευθύνη.
Πολλές φορές, η πολιτεία για να λύσει θέματα ανέργων, πολυτεκνίας κλπ, ενώ μπορούσε να το κάνει με άλλα υπουργεία, πιέστηκε να στείλει πολλούς στην τάξη, με διορισμό ή μετατάξεις..(δήθεν για τις μεγάλες διακοπές!).
Διαπιστώνεται ότι: Πλημμύρισε η χώρα με «νεαρούς» συνταξιούχους από διάφορους οργανισμούς και ΔΕΚΟ (συνεταιρισμούς, τράπεζες, ΔΕΗ, ΟΤΕ, Ολυμπιακή, στρατιωτικοί..) που συνταξιοδοτήθηκαν με εθελούσια έξοδο, με κίνητρα, χωρίς να υπονοούμε κάποιον κοινωνικό αυτοματισμό, αλλά αυτή η επανεκκίνηση επιβάλλεται να γίνει και στην εκπαίδευση, όπου το προσωπικό είναι γερασμένο και ψηφιακά απαίδευτο κλπ.
Όσοι έχουν πάνω από 30 χρόνια εκπαιδευτικής υπηρεσίας ή ηλικία πάνω από 63 έτη, να μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, να συνταξιοδοτηθούν με πλήρη σύνταξη, με κόστος αμελητέο (αφού η σύνταξη είναι μικρότερη από τον μισθό) μπροστά στο κολοσσιαίο επενδυτικό όφελος. Επίσης:
Όπως στη δεκαετία του 60 διπλασιάστηκαν οι μισθοί των δικαστικών, ώστε να είναι ανεπηρέαστοι στην απονομή της δικαιοσύνης, δηλαδή να θεραπεύσουν το κακό, κάτι ανάλογο να γίνει και για τους εκπαιδευτικούς για να προλάβουν το κακό και να κλείσουν φυλακές και δικαστήρια, αλλά να είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης με οκτάωρη παρουσία 8 με 4, ή 9 με 5, εναλλακτικά και για άλλες δραστηριότητες.
** Κατά την επιλογή των στελεχών είναι ακόμα εξεταστέος ο τρόπος, αλλά ο διευθυντής είναι ο «συντονιστής» της οικογένειας των εκπαιδευτικών και των μαθητών του σχολείου, κρινόμενος και όχι ισόβιος..
Επιχειρήθηκε να προέρχεται μέσα από το σύλλογο των εκπαιδευτικών (γιατί εκείνοι θα τον «λουστούν»), αλλά γρήγορα εισχώρησαν τα μικροκομματικά κι απέτυχε η πρόταση, ή να τοποθετηθεί κάποιος «ξένος» από άλλη περιφέρεια, ως «στρατονόμος», αλλά κι αυτό το μέτρο ήταν ό,τι χειρότερο και αυταρχικό.
Πάντως, σε κάθε περίπτωση, αν δεν είναι αποδεκτός ο διευθυντής ή ο αξιολογητής γενικότερα, τουλάχιστον από τα 2/3 των εκπαιδευτικών να αντικαθίσταται.. Επίλογος: (συνοψίζοντας και με τα άλλα μας σημειώματα):
Τα θέματα της εκπαίδευσης είναι δυναμικά, αλλά πρέπει η ηγεσία του υπουργείου να είναι μόνιμη και φυσικά «υπερκομματική», τουλάχιστον για μία δεκαετία και όχι αναλώσιμη, όπως συμβαίνει συνήθως με όλες τις ηγεσίες, που οδηγούνται στην αφάνεια ακόμα και σήμερα, που από τον πρώτο ανασχηματισμό και αφού έγιναν οι «αλλαγές», απομακρύνθηκαν οι δύο στους τρεις, χωρίς να δοθούν εξηγήσεις, ή να αποδοθούν ευθύνες..
Η εκπαίδευση, τελικά, δεν είναι ουδέτερη, ως όφειλε, γιατί η κοινωνία μας, δυστυχώς, παραμένει ταξική.
Η γνώση δεν καταργείται βέβαια, αλλά εξελίσσεται και σε κάθε περίπτωση φροντίζουμε να εμπεδώνεται η βασική διαχρονική και αναλλοίωτη κρίσιμη μάζα της ύλης, από όλους τους μαθητές (με ενισχυτική κλπ), ώστε να μη φορτώνουμε τα παιδιά με εφήμερες ειδικές γνώσεις που ξεχνιούνται γρήγορα και είναι υποτιμητικό να δαιμονοποιούμε π.χ. τις εξετάσεις με αλχημικές λεπτομέρειες, τράπεζα θεμάτων, δεύτερα μηχανογραφικά κλπ..
Θυμίζουμε το ρητό του Αϊνστάιν:Μόρφωση και κουλτούρα είναι αυτό που μένει όταν ξεχάσεις όσα έμαθες.
Εμείς μεταφέρουμε όλη την ύλη από τα πανεπιστήμια στο λύκειο, με εξειδικευμένες γνώσεις λες και θα γίνουν όλοι συγχρόνως και γιατροί και οικονομολόγοι και άλλοι… νανοεπιστήμονες, αλλά στο τέλος δεν μένει τίποτα.
Η περιβόητη βάση των γνώσεων των μαθητών, πρέπει να αναγνωρίζεται από την πραγματική βασική ύλη (που θα καθοριστεί μετά από δραστική περικοπή της σημερινής) και όχι να χαρακτηρίζονται αγράμματοι, επειδή δεν έπιασαν τη βάση στις στιγμιαίες εξετάσεις των πανελλαδικών σε εξεζητημένα και μη βασικά θέματα.
Και προβάλλει το «ανεξήγητο» Για τους έχοντες, υπάρχει βάση εισαγωγής στο εξωτερικό, ή στα κολλέγια;
Οι σπουδές στην «υποχρεωτική» δωδεκάχρονη εκπαίδευση είναι αρκούντως ικανές για τη μόρφωση του λαού.
Στη Γ΄ λυκείου θα υπάρχουν και οι 3 κατευθύνσεις, θεωρητική, θετική, τεχνολογική κλπ.
Τα αυτοτελή τριτοβάθμια ιδρύματα αν θεωρούν μερικές προαπαιτούμενες γνώσεις μπορεί να τις προσαρμόσουν στα πρώτα τους εξάμηνα, χωρίς φραγμούς στην εισαγωγή και χωρίς να αλλοιώνεται και η αυτονομία του λυκείου και ούτε να αποτελεί αυτό τον στρεβλό προθάλαμο γι αυτά. κλπ.
Ήδη, πέρυσι «απορροφήθηκαν» όλοι σχεδόν οι απόφοιτοι λυκείου και εκπληρώνεται η αιώνια προσδοκία.
Εκτονώνεται η κυρίαρχη Ελληνική νοοτροπία της πτυχιομανίας, όπου ο γονιός νιώθει υποχρέωση να σπουδάσει το παιδί του, όπου νάναι, μόνο και μόνο επειδή υπάρχει ο πειρασμός του απαγορευμένου καρπού!
Άρχισε και η Ελληνική προσαρμογή στα παγκόσμια πρότυπα, παρόλο που τελευταία διακρίνεται μία θολούρα!
Το πτυχίο είναι μια ειδίκευση, από πολλές άλλες, για όσους αγαπούν την εκάστοτε επιστήμη, όπου έχουν κλίση και εισάγονται κυρίως στην πρώτη επιλογή τους, για να εξαλειφθεί και το σύνδρομο Billy Elliot, καθώς το 90% των υποψηφίων δεν εισάγονται στην πρώτη τους προτίμηση, ώστε να μην παράγουμε δυστυχισμένους πολίτες με νευροφυτικές διαταραχές. (και μετά ψαχνόμαστε να βρούμε πού οφείλονται οι αιώνιοι φοιτητές).
Το έντονο ενδιαφέρον για τα πανεπιστήμια από μόδα, έπαψε να υπάρχει (οι αιτήσεις μετεγγραφών μειώθηκαν ήδη κατά 25%) και το 21% των σπουδαστών των μεταλυκειακών ΙΕΚ είναι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας!
Παύουν να υπάρχουν προνομιακές σχολές και για όσες είναι αμφιθεάτρου να αυξηθεί ο αριθμός των φοιτητών.
Εξάλλου, ποιος ιδιώτης θα λειτουργούσε σχολές που απαιτούν εργαστήρια;(Ιατρική, πολυτεχνεία κλπ).
Αρχικά, θα υπάρχει, λόγω αδρανείας, κάποιος περιορισμός του αριθμού, με κάποια αναμονή κλπ.
Και αν μερικά πανεπιστήμια αδειάσουν, η μεταρρύθμιση που ήδη έγινε, να γεμίσει η χώρα με αυτά θα αποτελέσουν τα πολιτιστικά κύτταρα (ιδίως στην επαρχία) για πλήθος δράσεων π.χ. με επιμορφωτικά σεμινάρια για κάθε τομέα, με ομάδες εργασίας και έρευνας και μπορεί να καθιερωθούν κέντρα προσέλκυσης και ξένων φοιτητών, ώστε η χώρα να ξαναγίνει ο φάρος του πολιτισμού. Και δεν είναι πρόσθετο κόστος γιατί οι περισσότεροι καθηγητές είναι επισκέπτες. Κάθε άλλη διαρρύθμιση ή απορρύθμιση είναι εκ του πονηρού.
Αναμένονται σχόλια με διαφορετικές απόψεις (κι αλίμονο αν δεν υπάρχουν). Ευχαριστώ.
*Ανδρέας Τσολακόπουλος ηλεκτρολόγος, μηχανολόγος, μαθηματικός π. σχολικός σύμβουλος.