Α. Τα εκπαιδευτικά προβλήματα, (κυρίως όσα αφορούν στα παιδαγωγικά) είναι δυναμικά, σύνθετα και μη διακριτά και η προτεινόμενη λύση τους είναι προκλητικά αβέβαιη, λόγω του πολυαιτιολογικού επιπέδου τους κι έτσι, στην εκπαίδευση τουλάχιστον, δεν πρέπει να κυριαρχεί η αυθεντία και ο δογματισμός.
Η ανεύρεση της «μοναδικής αλήθειας» αποτελεί ένα διαρκές ζητούμενο, γιατί πάντα θα υπάρχει και μία καλύτερη λύση και δεν μπορεί κανένας να διεκδικεί το αλάθητο,, γιατί δεν υπάρχουν οδηγίες, συνταγές, κανόνες και σταθεροί αλγόριθμοι.
Το γνωρίζουμε όλοι από κοντά: Έχουμε δύο παιδιά στο σπίτι και «βγαίνουν» διαφορετικά.
Πάντως, ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι, γενικά, διττός:
α). Περιέχει, και προσφέρει: Την «επίσημη» γνώση (την τυπική ύλη), που είναι κοινωνικά προσδιορισμένη, σύμφωνα με τις «προθέσεις» της εκάστοτε πολιτείας (δυστυχώς), φανερή, αλλά αμφίβολη, ως προς την απόκτηση και την εμπέδωσή της και «πιστοποιείται», συνοδευόμενη μάλιστα και από έναν τίτλο. Επιπλέον:
β). Προωθεί και καλλιεργεί: Τη λειτουργία της αγωγής (την άτυπη διαπαιδαγώγηση), η οποία:
Είναι ανεπίσημη, αλλά πάντοτε αναπόφευκτη, δεν περιγράφεται και δεν μπορεί να περιληφθεί, συνήθως, στα αναλυτικά προγράμματα και αφορά στην κοινωνική λεγόμενη μάθηση, που είναι απροσδιόριστη και προέρχεται από την ανθρώπινη επικοινωνία και τον άμεσο διάλογο, μέσα στη ζωντανή τάξη, με την αλληλεπίδραση, μεταξύ των συμμετεχόντων της, που είναι, κυρίως, ο εκπαιδευτικός και οι μαθητές. (συνοδοιπόροι, όπως έλεγε ο αείμνηστος παιδαγωγός Χριστόφορος Χριστοφορίδης)..
Μαζί δηλαδή με την παροχή της γνώσης και τη μύησή της σ’ αυτή, ο εκπαιδευτικός πρέπει να συμβάλλει στην κοινωνικοποίηση και στη «διαμόρφωση» του ήθους και του χαρακτήρα του μαθητή, γιατί η εκπαίδευση «μετατρέπεται» σε μόρφωση και παιδεία, μόνον, όταν συνοδεύεται από (και «απαιτεί») «ήθος και αρετή», όπως θα έλεγε και ο Ευάγγελος Παπανούτσος.
Η εκπαίδευση (εξωτερική εκ–παιδεία), είναι κοινωνικό ανθρώπινο δικαίωμα, μαζί με το δικαίωμα για την υγεία, τη ζωή, την κοινωνική δικαιοσύνη, τη δημοκρατία και την ελευθερία και υποχρέωση για την πολιτεία και αλίμονο αν μετατρέπεται σε εμπόρευμα, ή στην άδικη π.χ. «διαχείριση» της ροής του μαθητικού δυναμικού, ξεχωρίζοντας τους αμνούς από τα ερίφια (όπως επιχειρείται και πάλι με το ΓΕΛ και το ΕΠΑΛ).
Το σχολείο, βέβαια, είναι από τη φύση του συντηρητικό, με δόγματα και κανόνες, όπου ο νέος μαθητής συμμορφώνεται με το καθεστώς του ώριμου κλπ…. (Το θέμα συνεχίζεται σε επόμενο σημείωμα).
Σχετικά με την τηλεκπαίδευση, που λανσάρεται, από μερικούς «πονηρούς», (που δήθεν την εξορκίζουν, φανερά), είναι επικίνδυνο να θεωρείται ως η πανάκεια (όπως η τηλεργασία, η τηλεδιάσκεψη, η τηλεπιμόρφωση των εκπαιδευτικών, τα διδακτορικά, τα μεταπτυχιακά και άλλες δραστηριότητες των ενηλίκων.)
Μερικοί θεώρησαν ότι βρήκανε παπά να θάψουνε και ζωντανούς, δηλαδή να καταργήσουν και τον εκπαιδευτικό της ζωντανής αίθουσας!, αλλά άδικα κουράζονται, γιατί ο εκπαιδευτικός είναι η κινητήρια δύναμη όλης της εκπαίδευσης και κρίνεται άκρως απαραίτητος ως σχεδιαστής, εκτελεστής και αξιολογητής της.
Είναι απαράδεκτο να κυκλοφορεί ο όρος σχολική εκπαίδευση εξ αποστάσεως, γιατί αυτός δεν υφίσταται, επειδή απλά είναι ένα είδος μάθησης και όχι γενικότερης εκπαίδευσης, για παιδιά.
Μπορεί αυτό να γίνει σε μεγαλύτερους, στα πανεπιστήμια, όπως παραδέχτηκε η κ. υπουργός ότι η εξ αποστάσεως εκπαίδευση γίνεται εκεί πετυχημένα κατά 97%, αλλά αντιφάσκει όταν επιβάλει τη μείωση του αριθμού των εισακτέων, λόγω δήθεν του αδιαχώρητου των αμφιθεάτρων, εκτός αν υπάρχει άλλος λόγος.
Β. Λίγα λόγια, τώρα για την αξιολόγηση, που την αφήσαμε προχθές, στη μέση, αλλά και πάλι δεν εξαντλείται το θέμα. Θα περιοριστούμε στην αξιολόγηση του μαθητή. Η αξιολόγηση είναι μία κριτική ενέργεια, όπου:
-στην καλύτερη περίπτωση, επιθυμεί να «θεραπεύσει» κάποιο τετελεσμένο «αδίκημα», ή μια προβληματική κατάσταση, που ήδη έχει συμβεί ή συνεχίζει να ενυπάρχει, ή έστω να προλάβει κάτι για το μέλλον, ή να βοηθήσει στα πλαίσια μιας ευοίωνης προοπτικής (το πάθημα-μάθημα) και
-στη «χειρότερη» περίπτωση, επιθυμεί να τιμωρήσει ή να ξεχωρίσει τους ανθρώπους, όταν η αποστολή της είναι επιλεκτική (και ψάχνει να βρει αντίστοιχα «ενόχους ή και αρχηγούς» βέβαια) και να εντοπίσει κι εκείνους, που στέκονται εμπόδιο στην υλοποίηση των στόχων, ή να επιβραβεύσει άλλους!
Η αξιολόγηση είναι σύμφυτη με την εκπαίδευση και πρέπει να είναι συνεχής, αλλά πάντα με μία τελική απόφαση, ως διαπιστωτική πράξη (με τη διαγνωστική της σημασία), που προσπαθεί να «επέμβει», έστω και εκ των υστέρων, αλλά και με μελλοντική προοπτική, με την έννοια της διαμόρφωσης, της πρόληψης και της αναγκαιότητας, ώστε να την αποζητά κι ο ίδιος ο κρινόμενος.
Μέχρι στιγμής, όμως, δεν αξιοποιείται η διαμορφωτική σημασία της αξιολόγησης (μετά από ουσιαστική επικοινωνία με τους κρινόμενους) και η μεταγνωστική της αξία (να εξηγεί ο μαθητής πώς σκέφτηκε κλπ..
Αντίθετα, προωθείται η επιλεκτική χρήση της αξιολόγησης, ως «μπαμπούλας» και μάλιστα με κριτήρια, που δεν είναι, ούτε «αληθινά» (και ουσιαστικά), αλλά και ούτε αξιοκρατικά!
Και τίθεται ένα εύλογο ερώτημα: Όλοι οι μαθητές θα προάγονται;
Οι μαθητές, είναι ευχής έργο να προάγονται, αλλά με την προϋπόθεση να εμπεδώσουν, υποχρεωτικά όλοι (με επαναλήψεις, ενισχυτική κλπ) την ελάχιστη κρίσιμη μάζα της ύλης, που είναι προαπαιτούμενη για τις επόμενες τάξεις, αφού, εξάλλου, μόνον το 5% της σχολικής μάθησης είναι λειτουργική και χρήσιμη γνώση.
Αυτή είναι η λεγόμενη βάση, που πρέπει να παρέχεται, ως πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας.
Η υπόλοιπη ύλη θα αξιολογείται και θα βαθμολογείται, μόνον ενδεικτικά, για την αυτογνωσία, τον επαγγελματικό προσανατολισμό και για άλλες εξωσχολικές χρήσεις..
Το σχολείο δεν μπορεί να είναι φορέας κοινωνικής επιλογής, ιδεολογικής διαστρωμάτωσης και ανάπτυξης των κοινωνικών ανισοτήτων, αλλά να λαμβάνει υπόψη του τις ιδιαίτερες κλίσεις, τα ενδιαφέροντα και τα άλλα προσόντα της προσωπικότητας του μαθητή, που ο καθένας μαθαίνει διαφορετικά πράγματα, από αυτά που του ταιριάζουν, αλλά, εμείς, πιέζουμε τους μαθητές, να μάθουν όλοι τα ίδια!
Και στο τέλος, να επιμένουμε για αναλύσεις λογοτεχνικών κειμένων και να μην μπορούν να κάνουν μία αίτηση, ή να γράψουν σωστά το όνομά τους. Να εξηγούμε τον τριγωνομετρικό κύκλο και να μην μπορούν να κάνουν μία διαίρεση δεκαδικών, ή να βρουν ένα ποσοστό. Το βλέπουμε και θλιβόμαστε καθημερινά στα τηλεπαιχνίδια! Αριστούχοι φοιτητές, να απαντούν π.χ. ότι ο νομός της Φλώρινας ανήκει στη Θράκη! και άλλα.
Πολλοί επιμένουν ότι πρέπει να «βγαίνει» τυπικά, η περιβόητη διδακτέα ύλη, όπως τώρα, αγχωτικά, με την πανδημία, να πάνε τα παιδιά στη τάξη, να τελειώσουν τα τελευταία κεφάλαια των βιβλίων, αλλά ασφαλώς δεν γνωρίζουν ότι ισχύει και η επαναλαμβανόμενη σπειροειδής μάθηση.
Δεν είμαι ειδικός να εκφράσω άποψη για το άνοιγμα των σχολείων, (οι ειδικοί γνωρίζουν, με ποιο τρόπο θα αποκτήσουμε ανοσία, ή θα σωθούμε οικονομικά!) αλλά, μπορεί, στην ανάγκη, το τελευταίο διάστημα να διατεθεί σε επαναλήψεις της βασικής ύλης, αφού πλέον όλοι οι εκπαιδευτικοί επικοινωνούν με τα παιδιά, διαδικτυακά.
Βασική αρχή είναι:
Σε κάθε αξιολόγηση, το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για το αποτέλεσμα (και πρέπει να αποδίδεται) ανήκει στους αξιολογητές (υπουργείο κλπ), οι οποίοι, ενδεχόμενα, δεν πρόλαβαν να δράσουν προληπτικά (να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες), οπότε εξ υποθέσεως πρέπει να προηγείται η αυτοαξιολόγησή τους, τι έκαναν και τι δεν έκαναν για να προκύψει ένα καλύτερο αποτέλεσμα, από αυτό που υποτίθεται ότι αξιολογούν.
Η συμπεριφορά των μαθητών δεν πρέπει να μετατρέπεται, από γνωσεοθηρική σε βαθμοθηρική με κατακριτέα μέσα (τη μείωση, τη ματαίωση.. κλπ), που οδηγούν στην αποστήθιση και στην επιφανειακή μάθηση (διαβάζουν ό,τι εξετάζονται), με όλες τις αρνητικές ψυχολογικές επιδράσεις, με το εξεταστικό άγχος, την καταστροφή της αυτοπεποίθησης και την πρόκληση διαφόρων τραυμάτων κλπ. κλπ κλπ…
Αν πάψουν τα παραπάνω, θα πλημμυρίσουν από χαρά κι ευτυχία τα σχολεία, οι μαθητές και η κοινωνία, χωρίς αγχωτικούς και κομπλεξικούς ανθρώπους. (κι αλίμονο, για το αντίθετο!).
**Όσο για το «άγιο δισκοπότηρο», των εισιτηρίων για την τριτοβάθμια:
Να ξεκαθαρίσουμε ότι κατ’ αρχήν αυτές δεν είναι εξετάσεις, αλλά επιλεκτικοί διαγωνισμοί και μάλιστα με άδικους φραγμούς, αλλά και πολυέξοδους κλπ.
Σήμερα, το παραδέχτηκε εμμέσως και η ηγεσία του υπουργείου, με τη ραγδαία εξέλιξη της ψηφιακής τεχνολογίας (μάθηση εξ αποστάσεως κλπ), ότι τα πανεπιστήμια δεν έχουν πρόβλημα αύξησης του αριθμού εισακτέων, ειδικά για τις σχολές αμφιθεάτρου (χωρίς εργαστήρια), οπότε, κάτι μαγικό κρύβεται και δεν θέλουμε να σπουδάζουν όλοι;
Ήδη, οι μαθητές υπέβαλαν τις δηλώσεις τους, όπου μπορούμε να δούμε τις πολλαπλές προτιμήσεις τους.
Αν πάψει ο πειρασμός του απαγορευμένου καρπού, ώστε ο γονιός να μην νιώθει υποχρέωση να ανταποκριθεί, όπως είπαμε στο προηγούμενο σημείωμα, θα μειώνονταν θεαματικά ο αριθμός των υποψηφίων, αλλά είναι παράξενο, γιατί, ειδικά για φέτος, ο αριθμός των εισακτέων και των σχολών, σε σχέση με πέρυσι, μειώνεται, αντί να αυξηθεί!
Λίγη μεγαλοψυχία δεν βλάπτει και εξάλλου, ο νέος νόμος με τη νέα φιλοσοφία του, ακόμα δεν ψηφίστηκε…
Ας απαντήσουν, οι ειδικοί, γιατί επιμένουν και ας πάρουν θέση και όλα τα κόμματα.
Είναι απλό και εύλογο ερώτημα, που μένει αδικαιολόγητα αναπάντητο.
Ποιον βλάπτει ή ενοχλεί και γιατί, αν κάποιος θέλει να σπουδάσει περισσότερο και να του προβάλουμε συρματοπλέγματα; Πρόκειται μόνο για μια απλή χαιρεκακία;
Μήπως αυτό είναι μη συνταγματικό και το ερώτημα είναι αν υπάρχει κάποιο θεσμικό όργανο να παρέμβει.
Αναρωτιέται κανείς τι θα γινότανε ο Αϊνστάιν, αν ήταν Έλληνας.
Σίγουρα, θα τον έδιωχναν, ακόμα και από το Δημοτικό και θα «χάνονταν», όπως συνέβη με πολλούς άλλους!..
Μας χρειάζεται να κάνουμε μία επανάσταση για τα αυτονόητα!
Πάντως, νομοτελειακά, πολύ σύντομα θα καθιερωθεί, η ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια, όπως παντού.
Είναι η ευκαιρία να γίνει από φέτος.
Όλοι επιδιώκουν να ανεβάζουν τον πήχη, δήθεν ψηλότερα, αλλά τελικά, περνάμε από κάτω και μάλιστα σκυφτοί.
Κάποιος πρέπει να είναι ο αδύναμος κρίκος. Ρολόι!
Ευχαριστώ.