Συνεχίζεται το «θρίλερ» της διπλής δολοφονίας στην Φοινικούντα, στη Μεσσηνία με τις έρευνες να βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, καθώς παραμένουν σημαντικά ερωτήματα για τη διαδρομή και τη δράση των κατηγορουμένων. Οι δύο 22χρονοι κατηγορούμενοι για τη δολοφονία του ιδιοκτήτη κάμπινγκ και του επιστάτη του, απολογούνται την Κυριακή, στον ανακριτή Καλαμάτας, και συνεχίζουν να επιρρίπτουν ο ένας την ευθύνη στον άλλο για το ποιος ήταν αυτός που μπήκε στον χώρο το βράδυ της 5ης Οκτωβρίου και εκτέλεσε εν ψυχρώ τα δύο θύματα.
Ο ανιψιός του ιδιοκτήτη, που θεωρείται πρόσωπο “κλειδί” στην υπόθεση καθώς είναι ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας, μετέβη την Παρασκευή στα δικαστήρια Καλαμάτας, μαζί με την σύντροφό του και τον δικηγόρο του, προκειμένου να δηλώνει παράσταση υποστήριξης κατηγορίας για την απόπειρα ανθρωποκτονίας εις βάρος του, καθότι και ο ίδιος φέρεται να δέχτηκε μία σφαίρα, τη μοναδική που δεν βρήκε στόχο.
Λίγη ώρα πριν προσέλθουν, τους ζητήθηκε από την ανακρίτρια να δώσουν μια συμπληρωματική κατάθεση, καθώς οι αρχές επιδιώκουν να καλύψουν κενά και ασάφειες που εντοπίζονται στην προανάκριση. Έτσι παρέμειναν και οι δύο τους – η ανιψιός και η σύντροφός του – για περισσότερες από έξι ώρες στο δικαστικό μέγαρο, απαντώντας σε λεπτομερείς ερωτήσεις της ανακρίτριας, η οποία θέλει να έχει μια πλήρη εικόνα πριν από την απολογία των δύο κατηγορουμένων.
Ο δικηγόρος του 33χρονου ανιψιού, Γιάννης Βέρας, δήλωσε έξω από τα Δικαστήρια Καλαμάτας ότι ο πελάτης του θέλει να λάμψει η αλήθεια, θέλει να πέσει άπλετο φως, ζητάει και ο ίδιος απαντήσεις σχετικά με το ποιοι είναι αυτοί που πυροβόλησαν τον ίδιο και σκότωσαν τον θείο του και τον επιστάτη της επιχείρησης.
«Υποβάλαμε δήλωση παράστασης υποστήριξης της κατηγορίας για την απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος του εντολέα μου, καθώς και για τη διπλή ανθρωποκτονία που συγκλόνισε τη Μεσσηνία. Ο εντολέας μου ήταν παρών σήμερα· αναζητά την αλήθεια, ζητά απαντήσεις και επιθυμεί την τιμωρία κάθε υπευθύνου που έχει εμπλακεί στο τραγικό αυτό συμβάν. Η κυρία ανακρίτρια, η οποία χειρίζεται την υπόθεση, έκρινε πως ο εντολέας μου, ως αυτόπτης μάρτυρας και ουσιώδης παράγοντας της δικογραφίας, πρέπει να καταθέσει συμπληρωματικά ενώπιόν της. Πρόκειται για μια απολύτως ορθή και δικονομικά άρτια ενέργεια, πριν τις απολογίες των κατηγορουμένων. Κλήθηκε επίσης να καταθέσει και η σύντροφός του, η οποία προσήλθε από κοινού με τον εντολέα μου, προκειμένου να δώσει οποιαδήποτε διευκρίνιση χρειάζεται για τα όσα έχουν ήδη κατατεθεί», τόνισε και πρόσθεσε:
«Ο εντολέας μου συνεργάζεται πλήρως με τις Αρχές, συναινεί σε κάθε ανακριτική πράξη που μπορεί να συμβάλει στην αποκάλυψη της αλήθειας και έχει σαφή και ξεκάθαρη θέση: Είναι θύμα της υπόθεσης και ζητά, όπως όλοι, απαντήσεις και δικαίωση. Ήδη, από την προσαγωγή των κατηγορουμένων, έχει ασκηθεί ποινική δίωξη και για την απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος του εντολέα μου — κάτι που, δυστυχώς, δεν έχει προβληθεί επαρκώς από τα μέσα ενημέρωσης. Ο εντολέας μου έχει τραυματιστεί και είναι και ο ίδιος θύμα του περιστατικού. Σε σχέση με τη διάρκεια της κατάθεσης της συντρόφου του, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τη διαδικασία που ακολουθείται εντός του ανακριτικού γραφείου· μόνο η ίδια η κυρία ανακρίτρια γνωρίζει τον χρόνο και τη φύση της εξέτασης. Εκτιμώ ωστόσο, βάσει εμπειρίας, ότι σε μια τόσο σοβαρή υπόθεση, κάθε μάρτυρας οφείλει να δώσει με λεπτομέρεια και σαφήνεια κάθε στοιχείο που μπορεί να διαφωτίσει τη δικογραφία.
Η σύντροφος του εντολέα μου δεν ήταν παρούσα στο συμβάν. Ο μόνος που ήταν εκεί είναι ο εντολέας μου, ο οποίος έχει τραυματιστεί και υποστηρίζει την κατηγορία ως ανιψιός του θύματος και ως θύμα ο ίδιος. Σε ό,τι αφορά την ταυτότητα του δράστη, από όσα γνωρίζω και σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν συλλεχθεί μέχρι στιγμής, ο εντολέας μου έχει αναγνωρίσει το πρόσωπο του δράστη. Δεν μπορώ να γνωρίζω λεπτομέρειες για τον τρόπο αναγνώρισης ή το περιεχόμενο της κατάθεσής του, καθώς η δικογραφία βρίσκεται ακόμη υπό μυστικότητα. Τη Δευτέρα θα λάβουμε επισήμως αντίγραφα, ώστε να τοποθετηθούμε για το αποδεικτικό υλικό. Επαναλαμβάνω ότι συναινούμε σε οποιαδήποτε ανακριτική πράξη μπορεί να αποσαφηνίσει την υπόθεση, να απαντήσει στα ερωτήματα και να οδηγήσει στην τιμωρία όσων ευθύνονται».
Οι τηλεφωνικές επικοινωνίες
Στο μικροσκόπιο βρίσκονται και οι τηλεφωνικές επικοινωνίες, με την ανάλυση του συνόλου των κλήσεων να αναμένεται να περιέλθουν στα χέρια των αρχών τη Δευτέρα. Μεταξύ άλλων, προσεκτικά εξετάζεται το πρώτο τηλεφώνημα που φέρεται να έκανε η σύντροφος του ανιψιού του ιδιοκτήτη κάμπινγκ στη Φοινικούντα, μετά τη δολοφονία του 68χρονου θείου του και του 61χρονου επιστάτη. Ο ανιψιός στην κατάθεση του φέρεται να υποστήριξε ότι ο άνθρωπος με τον οποίο επικοινώνησε μέσω της συντρόφου του μετά το διπλό φονικό, ήταν ο εργοδότης του φερόμενου ως συνεργού, o οποίος είναι κολλητός του φίλος.
«Για να καταλάβετε τι σχέση έχω με τον … ( εργοδότη), μετά την επίθεση είναι το πρώτο άτομο που ζήτησα από την κοπέλα μου να καλέσει και να ενημερώσει γιατί εγώ ήμουν σε σοκ και δεν μπορούσα να μιλήσω. Τον κάλεσε από το κινητό της γιατί το δικό μου βρισκόταν στο σημείο της δολοφονίας».
«Σε σχέση με όσα ακούστηκαν περί τηλεφωνήματος, δεν έχω λάβει γνώση κανενός σχετικού εγγράφου και δεν γνωρίζω σε ποιο ακριβώς περιστατικό αναφέρεστε. Από ό,τι γνωρίζω, υπήρχε φιλική σχέση μεταξύ των εμπλεκόμενων προσώπων, χωρίς ωστόσο να μπορώ να γνωρίζω περισσότερα. Δεν θεωρώ ότι πρόκειται για κάτι που πρέπει να λάβει διαστάσεις, καθώς ενδέχεται να πρόκειται για ένα απολύτως συνηθισμένο τηλεφώνημα, το οποίο, υπό άλλες συνθήκες, δεν θα απασχολούσε κανέναν», δήλωσε ο δικηγόρος του, Γιάννης Βέρας.
Σημειώνεται ότι η σύντροφος του 33χρονου ανιψιού κατέθεσε ότι είχε φύγει από το ρεσεψιόν του κάμπινγκ μόλις έξι λεπτά πριν ο ένοπλος εισβάλει και σπείρει τον όλεθρο. «Καθώς μιλούσαμε, άκουσα κάποια δυνατά ‘μπαμ’ και κατάλαβα ότι κάτι είχε γίνει. Ήμουν σίγουρη ότι ήταν πυροβολισμοί και όχι πυροτεχνήματα. Κλείνω το τηλέφωνο και αμέσως βλέπω τον σύντροφό μου να μπαίνει στο εστιατόριο φωνάζοντας ‘βοήθεια, πάρτε το 100’».
«Δεν έχουμε το κίνητρο»
«Αυτήν την στιγμή, με τη δικογραφία τουλάχιστον η οποία έχει σχηματιστεί από τους αστυνομικούς, οι εμπλεκόμενοι σε αυτό το διπλό έγκλημα είναι δύο, οι δύο κατηγορούμενοι που οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα και αναμένουμε αύριο τις απολογίες τους», λέει στο MEGA η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου. «Δεν υπάρχει άλλος εμπλεκόμενος, τουλάχιστον στη δική μας δικογραφία, αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι κατά τη διάρκεια της ανάκρισης δεν μπορούν να προκύψουν περαιτέρω στοιχεία».
Αναφερόμενη στην άρση του τηλεφωνικού απορρήτου και στα στοιχεία που αναμένεται να προκύψουν από τη διαδικασία, σημειώνει πως: «Δεν είναι διαδικασία εύκολη, προφανώς και δεν έχει ολοκληρωθεί».
Σχετικά με το κίνητρο είπε: «Είναι ένα ερώτημα το οποίο δεν έχουν απαντήσει οι αστυνομικοί, καθώς έχουμε την πλευρά του ενός κατηγορούμενου αναφέρει την εκβίαση και την προσπάθεια απόσπασης χρημάτων, κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από εμάς δικογραφικά, από μαρτυρίες όπως και από το αποτέλεσμα, που είναι η εν ψυχρώ δολοφονία δύο ανθρώπων. Δεν έχουμε το κίνητρο».
Φύλλο και φτερό οι κάμερες ασφαλείας
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αστυνομικοί έχουν συγκεντρώσει υλικό από περισσότερες από 300 κάμερες ασφαλείας. Σε αυτό φαίνεται να καταγράφεται ολόκληρη η διαδρομή των δραστών – από τη στιγμή που εγκατέλειψαν την Αθήνα, έως και τη νύχτα της 6ης Οκτωβρίου, όταν το λευκό σκούτερ τους εντοπίστηκε παρκαρισμένο σε στενό της Καλλιθέας.
Την ίδια ώρα, οι αστυνομικοί αναζητούν στοιχεία και για το αυτοκίνητο που φέρεται να μετέφερε τον 22χρονο συνεργό στην Καλαμάτα μετά τη δολοφονία. Η εκδοχή που έδωσε ο ίδιος –ότι έφυγε με βάρκα από τη Φοινικούντα και έφτασε τα ξημερώματα στην Καλαμάτα– δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τα έως τώρα στοιχεία. Νέο υλικό που εξετάζεται αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήθηκε λευκό αυτοκίνητο για τη διαφυγή, πιθανότατα με τη βοήθεια τρίτου προσώπου.
Σύμφωνα με τον ΣΚΑΙ, έχουν προκύψει στοιχεία ότι το λευκό αυτοκίνητο ήταν κοντά στο σπίτι του ιδιοκτήτη του κάμπινγκ και στις 7 Σεπτεμβρίου, την ημέρα που σημειώθηκε η απόπειρα δολοφονίας σε βάρος του ιδιοκτήτη του κάμπινγκ με αεροβόλο όπλο.