Κύρια αιτία απουσίας από την εργασία μπορεί να είναι για κάποιες γυναίκες «οι δύσκολες μέρες» του μήνα. Και πιο συγκεκριμένα, 2 στις 10 γυναίκες βιώνουν πιο έντονο πόνο και δυσφορία, επειδή πάσχουν από δυσμηνόρροια, που τις αναγκάζει για μια δύο μέρες να μείνουν στο κρεβάτι λόγω έντονου πόνου.
Συγκεκριμένα, τα ποσοστά απουσίας από την εργασία, στις νεαρές γυναίκες με δυσμηνόρροια κυμαίνονται από 34% έως 50%, με το 10% έως το 30% όλων των γυναικών που εργάζονται ή σπουδάζουν, να απουσιάζουν 1-2 ημέρες τον μήνα. Μάλιστα, τα ποσοστά αυτά μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερα, δεδομένου ότι οι περισσότερες γυναίκες δεν αναζητούν θεραπεία, καθώς δεν είναι λίγες εκείνες οι γυναίκες που θεωρούν τον έντονο πόνο ως φυσιολογικό μέρος του κύκλου τους.
Πώς καταλαβαίνει μια γυναίκα τη διαφορά;
Όπως εξηγεί ο Δρ. Θάνος Παράσχος, Γυναικολόγος – Μαιευτήρας, Ειδικός Γονιμότητας, Ενδοσκοπικός Χειρουργός, Διευθυντής του Κέντρου Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής EmBIO, η δυσμηνόρροια είναι οι έντονοι πόνοι – περισσότερο από το φυσιολογικό – κατά τη διάρκεια της έμμηνου ρύσης.
Η δυσμηνόρροια εμφανίζεται συνήθως σαν πόνος κράμπας – μετά την ωορρηξία – ή ενόχληση στην Άνω Κοιλιακή Χώρα, που μπορεί να παρουσιάζεται σε κύματα, ενώ ο πόνος της μέσης, στους μηρούς και τα ισχία είναι συμπτώματα που συνήθως συνοδεύουν την κατάσταση αυτή. Είναι πιθανόν οι πόνοι αυτοί – περίπου όμοιοι με εκείνους του τοκετού – να καθηλώσουν τη γυναίκα στο κρεβάτι, να την ακινητοποιήσουν και να της περιορίσουν τη δραστηριότητά της. Ακόμη, μπορεί να παρουσιαστεί ναυτία, τάση προς έμετο, εφίδρωση, πονοκέφαλος, ημικρανία, ζαλάδα, λιποθυμικά επεισόδια, αδυναμία, διάρροια, φούσκωμα. Όμως, μπορεί να επιφέρουν και ψυχολογική αναστάτωση – όπως κατάθλιψη και συναισθηματική ανισορροπία.
Ο Δρ. Παράσχος εξηγεί ότι η δυσμηνόρροια διακρίνεται στην πρωτοπαθή και τη δευτεροπαθή. Η πρωτοπαθής δυσμηνόρροια, που παρουσιάζεται σε νεαρές γυναίκες – περίπου 20 ετών – και σε όσες δεν έχουν τεκνοποιήσει, οφείλεται συνήθως σε ορμονικούς παράγοντες, και συγκεκριμένα στην υπερβολική παραγωγή της προσταγλανδίνης.
Η δευτεροπαθής επηρεάζει ηλικίες από 25 έως 40 ετών, και οφείλεται κυρίως στην ενδομητρίωση (διαβάστε περισσότερα), αλλά και στα ινομυώματα, στις κύστες ωοθηκών. Μάλιστα, σε αυτές τις περιπτώσεις ο πόνος είναι πιο έντονος και μεγαλύτερος σε διάρκεια. Τα πιο έντονα συμπτώματα αρχίζουν μία με δύο ημέρες πριν την έμμηνο ρύση και συνήθως διαρκούν για δύο με τρεις ημέρες αφού ξεκινήσει, και υποχωρούν με φαρμακευτική αγωγή.
Παράγοντες που μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης δυσμηνόρροιας είναι η πρώιμη εμμηναρχή, το κάπνισμα, η παρατεταμένη διάρκεια της περιόδου, η υπερβολική απώλεια αίματος, καθώς και η παχυσαρκία. Η βασική συσχέτιση όμως είναι το οικογενειακό ιστορικό δυσμηνόρροιας. Αν για παράδειγμα η μητέρα μιας γυναίκας είχε δυσμηνόρροια, είναι πιθανό να έχει το ίδιο και η κόρη της.
Υπάρχει θεραπεία;
Η αντιμετώπιση της δυσμηνόρροιας γίνεται με τα αντισυλληπτικά από το στόμα και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, καθώς και με ασπιρίνη. Τα φάρμακα αυτά αναστέλλουν τη σύνθεση των προσταγλανδινών, ανακουφίζοντας από τον πόνο.
Στις περιπτώσεις δευτεροπαθούς δυσμηνόρροιας η αντιμετώπιση του πιθανού αιτίου, ινομύωμα ή ενδομητρίωση, μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση.
Αρκετές γυναίκες καταφεύγουν σε εναλλακτικές μη φαρμακολογικές θεραπείες για την αντιμετώπιση της δυσμηνόρροιας όπως για παράδειγμα ζεστά επιθέματα, ξεκούραση στο κρεβάτι και ύπνος, άσκηση, διαλογισμός, αρωματικά έλαια, αυξημένη πρόσληψη ασβεστίου, σιδήρου ή/και βιταμίνης D). Πάντως, η πλειοψηφία των νεαρών γυναικών χρησιμοποιούν αναλγητικά για την ανακούφιση του πόνου, δεδομένου ότι οι φαρμακευτικές μέθοδοι θεραπείας καταγράφονται ως πιο αποτελεσματικές από τις μη φαρμακευτικές μεθόδους.
Μπορεί να αλλάξει κάτι με την πάροδο του χρόνου;
Τα καλά νέα για τις γυναίκες που πάσχουν από δυσμηνόρροια είναι ότι η ένταση του πόνου μπορεί να μειωθεί μετά ην τεκνοποίηση, αν κι αυτό δε συμβαίνει πάντα. Αρκετές γυναίκες αναφέρουν μείωση των συμπτωμάτων μετά την απόκτηση του πρώτου παιδιού. Γι’ αυτό και συστήνουμε στις γυναίκες που αντιμετωπίζουν αυτού του είδους το πρόβλημα να μην αναβάλουν την τεκνοποίηση. Επίσης, καθώς αυξάνει η ηλικία και πέφτουν τα επίπεδα των ορμονών μπορεί να παρατηρηθεί και ύφεση των συμπτωμάτων.
Πηγή: iefimerida.gr