Τα ενδιαφέροντα στοιχεία που έχουν προκύψει.
Καινούρια στοιχεία, που αναμένεται να συμβάλλουν στο ζήτημα της ταύτισης των νεκρών των βασιλικών τάφων της Βεργίνας, αναμένονται από την ανθρωπολογική επανεξέταση του σκελετικού τους υλικού που προβλέπεται, μεταξύ άλλων, σε προγραμματική σύμβαση, μεταξύ της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) και του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Με αφορμή την σημερινή έγκριση, από την οικονομική επιτροπή της Περιφέρειας, της τροποποίησης σχετικής απόφασης της ίδιας και του Περιφερειακού Συμβουλίου, η Επιστημονική Υπεύθυνη του έργου, Χρυσούλα Σαατσόγλου – Παλιαδέλη, ομότιμη καθηγήτρια Αρχαιολογίας στο ΑΠΘ, διευθύντρια της Πανεπιστημιακής Ανασκαφής στη Βεργίνα και περιφερειακή σύμβουλος Κεντρικής Μακεδονίας με την παράταξη «Συμμετέχω», επισήμανε ότι ήδη στο πλαίσιο της πανεπιστημιακής ανασκαφής έχουν προκύψει πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία τα οποία θα εμπλουτιστούν με την διεύρυνση των ερευνών.
«Για παράδειγμα, από τη μέχρι στιγμής ανθρωπολογική εξέταση του σκελετικού υλικού προκύπτει ότι η ηλικία της γυναικείας μορφής που είναι θαμμένη στον τάφο του Φιλίππου είναι μεγαλύτερη από τα 20 με 21 έτη που είχε εκτιμηθεί στην αρχή και προσεγγίζει πλέον τα 30 με 34 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι εγκαταλείπεται η εκδοχή να πρόκειται για μια από τις δύο γυναίκες του Φιλίππου του Β, τη Μήδα, ή την Κλεοπάτρα, αλλά, κυρίως, αποκλείεται η δυνατότητα να πρόκειται για τη γυναίκα του Φιλίππου του Γ΄, ετεροθαλή αδελφού του Αλέξανδρου για τον οποίο ορισμένοι είχαν προτείνει ότι μπορεί να είναι ο νεκρός του βασιλικού τάφου. Το στοιχείο αυτό ισχυροποιεί ακόμη περισσότερο την άποψη ότι ο βασιλικός τάφος ανήκει στον Φίλιππο τον Β΄», σχολίασε η κ. Παλιαδέλη.
Στην ανθρωπολογική επανεξέταση του σκελετικού υλικού από τους βασιλικούς τάφους της Μεγάλης Τούμπας και τις βασιλικές ταφές, από την Αγορά της αρχαίας πόλης των Αιγών, συμμετέχουν ανθρωπολόγοι, γιατροί από ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, καθώς και από τον «Δημόκριτο».
«Η διαδικασία αυτή γίνεται στο πλαίσιο της πανεπιστημιακής ανασκαφής που ξεκίνησε από το 1938 από τον δάσκαλο του Μανόλη Ανδρόνικου, Κωνσταντίνο Ρωμαίο και με εξαίρεση την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, συνεχίστηκε από τα τέλη της δεκαετίας του ΄50 μέχρι σήμερα», αναφέρει η κ. Παλιαδέλη. Διευκρινίζει, άλλωστε, ότι «σε αυτήν την πανεπιστημιακή ανασκαφή ανήκει το σύνολο των ευρημάτων της μεγάλης Τούμπας και των βασιλικών τάφων, ενώ σε αυτήν οφείλεται και ο εντοπισμός πολύ σημαντικών ευρημάτων εντός της οχυρωμένης πόλης».
«Έχουμε βρει γλυπτά, επιγραφές, πολύ σημαντικά πράγματα τα οποία ανακοινώνουμε κάθε χρονιά στο ετήσιο αρχαιολογικό συνέδριο. Απλώς τα τελευταία χρόνια μειώθηκαν πάρα πολύ τα κονδύλια για τις ανασκαφές και τα χρήματα που έχουμε για τις πολλές ανασκαφές που γίνονται από το ΑΠΘ είναι πολύ λίγα. Συνεπώς για να επεκτείνει κανείς την έρευνα και να ανταποκριθεί σε θέματα συντήρησης και μελέτης των ευρημάτων είναι απαραίτητη η υλοποίηση της προγραμματικής σύμβασης μεταξύ Περιφέρειας, Πανεπιστημίου και Υπουργείου», πρόσθεσε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Δεν παρέλειψε, μάλιστα, να αναφερθεί στον εκπαιδευτικό χαρακτήρα της ανασκαφής, καθώς μέσα από αυτήν προκύπτουν, όπως είπε, οι μελλοντικοί αρχαιολόγοι.
«Λόγω της οικονομικής κατάστασης των πανεπιστημιακών ανασκαφών, την οποία εμείς βιώνουμε στη Βεργίνα και τις άλλες ανασκαφές που κάνει το Αριστοτέλειο, δεν μπορούμε όχι μόνο να τις επεκτείνουμε και να τις διευρύνουμε αλλά ούτε να καλύψουμε τις ανάγκες μας απέναντι στα ευρήματα, δηλαδή στις ανάγκες μελέτης και συντήρησης. Η προγραμματική σύμβαση έχει αυτό ακριβώς το στόχο», επισήμανε.
Σημειώνεται, ότι η προγραμματική σύμβαση προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη συντήρηση των κινητών ευρημάτων της πανεπιστημιακής ανασκαφής, τη σύνταξη μελετών για την προστασία και την συντήρηση των αρχιτεκτονικών της λειψάνων, την ηλεκτρονική και φωτογραφική τεκμηρίωση των δεδομένων της, την ψηφιακή διάσωση των ανασκαφικών ημερολογίων και των σχεδίων της, τη φωτογραμμετρική αποτύπωση των αρχιτεκτονικών καταλοίπων της, τη γεωφυσική έρευνα στους ανασκαφικούς της τομείς και τον επανασχεδιασμό και εμπλουτισμό της ιστοσελίδας της πανεπιστημιακής ανασκαφής.
Πηγή:Newsbeast.gr