Ο υπερβολικός χρόνος σε οθόνες έχει συσχετιστεί από προηγούμενες μελέτες με διάφορα προβλήματα υγείας, όπως κίνδυνο παχυσαρκίας και μειωμένης νοητικής ανάπτυξης.
Τα παιδιά ηλικίας δύο έως τριών ετών που περνάνε περισσότερες από τρεις ώρες την ημέρα μπροστά σε μία οθόνη (τηλεόρασης, υπολογιστή-ταμπλέτας, παιγνιδομηχανής ή κινητού τηλεφώνου), γίνονται λιγότερο δραστήρια σωματικά όταν φθάσουν στην ηλικία των πέντε έως έξι ετών, σε σχέση με τα παιδάκια που δεν περνούσαν πάνω από μία ώρα ημερησίως με μία οθόνη, σύμφωνα με νέα επιστημονική έρευνα.
Η μελέτη από το Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης, που δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet Child and Adolescent Health» για θέματα υγείας των παιδιών και των εφήβων, επιβεβαιώνει την ανάγκη να τηρείται η σύσταση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) να περιορίζεται το πολύ σε μία ώρα ο χρόνος των παιδιών δύο έως πέντε ετών μπροστά σε οθόνες. Ο υπερβολικός χρόνος σε οθόνες έχει συσχετιστεί από προηγούμενες μελέτες με διάφορα προβλήματα υγείας, όπως κίνδυνο παχυσαρκίας και μειωμένης νοητικής ανάπτυξης. Επιπλέον, όπως δείχνει και η νέα έρευνα, οι οθόνες αντικαθιστούν άλλες πιο χρήσιμες δραστηριότητες, όπως τη σωματική δραστηριότητα και τον ύπνο.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, η τηλεόραση παραμένει η συχνότερα χρησιμοποιούμενη οθόνη από τα μικρά παιδιά, ενώ μόνο ένα μικρό ποσοστό παιδιών τηρεί τις οδηγίες του ΠΟΥ για θέαση έως μία ώρα καθημερινά. Τα παιδιά που βλέπουν κάποια οθόνη για πάνω από τρεις ώρες την ημέρα, σε ηλικία δύο έως τριών ετών, κάνουν -κατά μέσο όρο- 40 λεπτά περισσότερη καθιστική ζωή στα πέντε έως έξι τους, περιορίζοντας αντίστοιχα τον χρόνο σωματικής κινητικότητας με παιγνίδια ή άλλες πιο υγιεινές δραστηριότητες.