Τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου να ακυρώσει – για πρώτη φορά στην ιστορία- τον διαγωνισμό του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για τα σχολικά γεύματα, έχουν έρθει στην επικαιρότητα μια σειρά από ζητήματα που αφορούν τον συγκεκριμένο θεσμό.
Σε μια ακόμη περίπτωση, αποδεικνύεται ότι η κυβέρνηση είναι ανίκανη να προωθήσει ουσιαστικά μέτρα πρόνοιας προς τους πολίτες της χώρας, καθώς, βασική της πυξίδα αποτελεί η εξυπηρέτηση μεγάλων συμφερόντων.
Για να τεκμηριώσουμε την παραπάνω άποψη, πρέπει να καταγράψουμε ένα μικρό χρονικό στην υπόθεση των σχολικών γευμάτων, από την καθιέρωσή τους μέχρι το σημερινό αδιέξοδο.
Η καθιέρωση των σχολικών γευμάτων επί ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ., όταν ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας, ήταν αντιμέτωπος με επείγοντα προβλήματα που αφορούσαν την προϋπάρχουσα ανθρωπιστική κρίση: υψηλά ποσοστά φτώχειας (παιδική, ενεργειακή κλπ), ανεπαρκείς προνοιακές πολιτικές, δαιδαλώδεις προϋποθέσεις, αδιαφάνεια.
Σε αυτό τον άξονα, εκτός των άλλων σημαντικών μέτρων, αποφασίστηκε η προώθηση του μέτρου των σχολικών γευμάτων στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ενός θεσμού που εφαρμοζόταν στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών.
Με αυτό τον τρόπο εξασφαλιζόταν, εκτός από την προφανή στήριξη των ευάλωτων μαθητών και μαθητριών:
-
Η ενίσχυση της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας στη μαθητική κοινότητα
-
Η βελτίωση των επιδόσεων χάρη και στην αυξημένη πρόσληψη θερμίδων
-
Η ανάπτυξη της εγχώριας πρωτογενούς παραγωγής, καθώς τα προϊόντα που επιλέγονται είναι ντόπια και υψηλής διατροφικής αξίας
-
Η προαγωγή της υγιεινής μεσογειακής διατροφής
Τέλος, με τη πρόνοια για την ενίσχυση των τοπικών παραγωγών και προμηθευτών, ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. είχε μεριμνήσει για την αύξηση των θέσεων εργασίας στις όμορες περιοχές..
Έπειτα από μια πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος στο Πέραμα το 2016, με χορηγία της Εθνικής Τράπεζας, ο θεσμός των σχολικών γευμάτων θεσμοθετήθηκε με το Ν.4455/2017, ενώ προβλέφθηκε η ένταξη της δαπάνης στον κρατικό προϋπολογισμό.
Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. το 2023-24 θα δίνονταν σχολικά γεύματα σε όλα τα παιδιά των Δημοτικών σχολείων της χώρας (600.000) σε συνθήκες ασφάλειας και υγιεινής.
Σε όλο αυτό το εγχείρημα, της σταδιακής επέκτασης του θεσμού με την αντίστοιχη αύξηση της χρηματοδότησης, είχαν τηρηθεί οι απαραίτητοι όροι για την έγκριση των διαγωνισμών από τις ελεγκτικές αρχές.
Η Νέα Δημοκρατία, ως αντιπολίτευση, επέκρινε την πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ., κάνοντας λόγο για «ελεημοσύνη» και «αναξιοπρέπεια», αντί να σταθεί στα οφθαλμοφανή πλεονεκτήματα του θεσμού για τα παιδιά, τις οικογένειες, την σχολική κοινότητα, την τοπική παραγωγή και τους ντόπιους προμηθευτές.
Μια στάση άκριτης αντιπολίτευσης που την χαρακτήριζε σε μια σειρά από θέματα όπως η Συμφωνία των Πρεσπών, η ασφάλεια των πολιτών, η κλιματική κρίση και οι περιβαλλοντικές καταστροφές, οι οικονομικές και κοινωνικές προοπτικές και μια σειρά άλλων τομέων στους οποίους η ΝΔ προωθούσε μια στείρα αντιπολίτευση για να ικανοποιήσει τα κοντόθωρα, ψηφοθηρικά της συμφέροντα.
Η απόρριψη του διαγωνισμού της ΝΔ από το Ελεγκτικό Συνέδριο
Η κυβέρνηση, που δεν στήριξε τον θεσμό ως αξιωματική αντιπολίτευση, τον Απρίλιο του 2021 προκήρυξε διαγωνισμό μέσω του Ο.Π.Ε.Κ.Α. για τα σχολικά γεύματα για την περίοδο 2021-2024.
Η διεύρυνση του μέτρου σε όλη την Ελλάδα, άρα και στην Π.Ε. Κοζάνης, μας έδωσε την ευκαιρία να γίνουμε μάρτυρες παλαιοκομματικών διαγκωνισμών από τους Βουλευτές της ΝΔ, σχετικά με την πατρότητα της επέκτασης του μέτρου και στην περιοχή, όταν η μοναδική αλήθεια είναι ότι η αργή, δειλή και σταδιακή επέκταση του Νόμου του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ., ήταν δρομολογημένη και σύμφωνη με δεσμευτικά, αντικειμενικά κριτήρια (ποσοστό ανεργίας, δικαιούχοι ΚΕΑ κλπ).
Ωστόσο, στο πεδίο του διαγωνισμού αποδείχτηκε ότι η έξις είναι δευτέρα φύσις για τη Ν.Δ.. Όπως αναφέρει η αρμόδια Τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. κ. Θεανώ Φωτίου, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου για να ευνοήσει μεγαλοεπιχειρηματίες ημετέρους, συμπεριέλαβε για πρώτη φορά στον διαγωνισμό που ο Ο.Π.Ε.Κ.Α. επαναλάμβανε απαράλλακτο κάθε χρόνο, έναν όρο-καρμανιόλα, που απαιτούσε από τις υποψήφιες εταιρείες να έχουν λάβει, την τελευταία διετία, από μια και μόνη σύμβαση προμήθειας ζεστών γευμάτων, αμοιβή ίση με το 80% του έργου που διεκδικούσαν.
Παράδειγμα, για τα σχολικά γεύματα μιας πόλης με προϋπολογισμό 3 εκ., έπρεπε να έχουν πάρει από μια μόνο σύμβαση 2,4 εκ. Ο όρος αυτός ευνοούσε τις μεγάλες επιχειρήσεις εστίασης εις βάρος των μικρομεσαίων, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος των συμβάσεων να ανατεθούν σε λιγότερους από πέντε ανάδοχους. Μάλιστα, σε τρεις εταιρείες δόθηκαν συμβάσεις 127 εκ., το 50% του συνολικού προϋπολογισμού της τριετίας.
Αποκλεισμός των μικρών, τοπικών παραγωγών, στήριξη των μεγάλων προμηθευτών: η ιστορία επαναλαμβάνεται για μια ακόμη φορά.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο, για πρώτη φορά στην ιστορία, αποφάσισε στις 13 Οκτωβρίου ότι ο διαγωνισμός δεν είναι σύννομος, καθώς απέκλειε υποψηφίους, περιείχε φωτογραφικές διατάξεις και ότι πρέπει να προκηρυχτεί ξανά.
Λύσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος – Η Πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ.
Η ανικανότητα της κυβέρνησης θα οδηγούσε σε ακύρωση των σχολικών γευμάτων τουλάχιστον έως τις αρχές του 2022, δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα στους δικαιούχους μαθητές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. με τροπολογία του εισηγήθηκε ώστε τα σχολικά γεύματα
-μέχρις ότου ολοκληρωθεί ο νέος τακτικός διαγωνισμός που πρέπει να προκηρυχθεί- να τα υλοποιήσουν οι εταιρείες που τα είχαν αναλάβει τη σχολική χρονιά 2020-2021 με το νόμιμο διαγωνισμό που είχε διενεργηθεί τότε.
Παράλληλα, οι ίδιες εταιρίες, με την ίδια τιμή μονάδας, να καλύψουν όμορα σχολεία, δήμους ή περιφερειακές ενότητες ενώ, τέλος, προτάθηκε ο νέος διαγωνισμός να προκηρυχθεί με τους ίδιους όρους που ίσχυαν μέχρι το 2020, ώστε να μην υπάρχουν νέες απορρίψεις.
Η κυβέρνηση, μπροστά στο αδιέξοδο που η ίδια δημιούργησε για να προωθήσει τα συμφέροντα των μεγάλων προμηθευτών, κατέθεσε και ψήφισε τροπολογία όπου επιτρέπει την απευθείας ανάθεση σε προμηθευτές.
Η λογική των απευθείας αναθέσεων δεν είναι ξένη για τη ΝΔ: πρόσφατη είναι η είδηση ότι το 65% των δαπανών για την περίοδο Ιανουάριος 2020 – Ιούνιος 2021 έχει γίνει με απευθείας αναθέσεις (!).
Όμως ο νόμος που προβλέπει την παράκαμψη των διαγωνισμών και τις απευθείας αναθέσεις, δίνει το δικαίωμα μόνο αν υπάρχει κατεπείγουσα ανάγκη που οφείλεται σε απρόβλεπτα γεγονότα και εφόσον δεν τεκμαίρεται ευθύνη της αναθέτουσας αρχής, προϋποθέσεις που δεν ισχύουν στην περίπτωση των σχολικών γευμάτων, καθώς υπάρχει άμεση ευθύνη από την κυβέρνηση που τροποποίησε την προκήρυξη του Ο.Π.Ε.Κ.Α..
Άρα, η επιλογή της κυβέρνησης για απευθείας αναθέσεις, οδηγεί στην καταστρατήγηση της νομιμότητας για μια ακόμη φορά με αμφίβολα αποτελέσματα για την τύχη των σχολικών γευμάτων.
Η παραπλάνηση και η ανικανότητα έχουν κοντά ποδάρια.
Το συμπέρασμα από την ιστορία των σχολικών γευμάτων είναι ένα. Σήμερα που η ακρίβεια και η εκτόξευση των τιμών χτυπάει την πόρτα και των μεσαίων στρωμάτων, ενώ επανέρχεται με γοργό τρόπο η φτωχοποίηση των μικρότερων, η κυβέρνηση αδιαφορεί για τους μικρούς μαθητές και μαθήτριες που επωφελούνταν από το πρόγραμμα, για τους γονείς που ανακουφίζονταν, όπως και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τις τοπικές αγορές.
Η παραπλάνηση και η ανικανότητα της κυβέρνησης δημιουργεί εξοντωτικούς όρους επιβίωσης για τους πολίτες της χώρας.
Έχει γίνει κοινός τόπος ότι η κυβέρνηση προωθεί μόνο τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα. Οι πολίτες της χώρας, παρά την πρωτοφανή ασυλία από τα ΜΜΕ, αντιλαμβάνονται πλήρως τι συμβαίνει στην καθημερινότητά τους.
Πλέον, η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει.
Καλλιόπη Βέττα
Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. Π.Ε. Κοζάνης