Η ακρίβεια είναι πανταχού παρούσα στην καθημερινότητα: στην ενέργεια, την διατροφή, τις μεταφορές, τα καύσιμα, τις πρώτες ύλες, παντού, οι πολίτες και οι επιχειρήσεις της χώρας βιώνουν μια πρωτοφανή επιβάρυνση σε όλες τις δραστηριότητες τους.
Μια παράπλευρη συνέπεια των δυσθεώρητων αυξήσεων που έχουν εκτινάξει τον πληθωρισμό σε διψήφιο αριθμό είναι, εκτός από το ενεργειακό κόστος, η μεγάλη αύξηση των τιμών των υλικών για τις κατασκευές και τα δημόσια έργα, που σε αρκετές περιπτώσεις φτάνει ή υπερβαίνει το 100%.
Οι εργολήπτες – κατασκευαστές, οι μελετητικές και τεχνικές εταιρίες, αλλά και οι προμηθευτικοί όμιλοι αδυνατούν να εκτιμήσουν το κόστος για ένα έργο ή έναν διαγωνισμό, δεδομένου ότι οι τιμές αυξάνονται συνεχώς. Παράλληλα, πρόβλημα ανακύπτει και για τις αναθέτουσες αρχές (ΟΤΑ, δημόσιοι οργανισμοί κλπ) που δυσκολεύονται να προγραμματίσουν και να εντάξουν έργα ή να υλοποιήσουν αυτά που είναι σε προχωρημένο στάδιο.
Το αποτέλεσμα είναι αυξημένο κόστος, καθυστερήσεις, ματαιώσεις, κίνδυνος απεντάξεων και, τελικά, μείωση του οικονομικού κύκλου και αύξηση της ανεργίας.
Κάποιοι φορείς, προσπαθούν να βρουν λύσεις: Το Τμήμα Δυτικής Μακεδονίας του Τ.Ε.Ε., υπέβαλλε στις 16 Μαΐου ένα υπόμνημα προς τα συναρμόδια Υπουργεία Υποδομών και Μεταφορών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων με θέσεις για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και την ομαλή εκτέλεση των δημόσιων έργων. Σε αυτό κατέθεσε τις προτάσεις του για τους συντελεστές αναθεώρησης εργασιών, την απολογιστική αποζημίωση, την τροποποίηση συμβάσεων και τον επανυπολογισμό των προϋπολογισμών.
Τα αρμόδια Υπουργεία, όταν δεν κωφεύουν, σπεύδουν βραδέως. Με διακηρύξεις και διαβεβαιώσεις ότι το πρόβλημα θα αντιμετωπιστεί, με ανακοινώσεις και Δελτία Τύπου αντί για παρεμβάσεις, συντηρούν μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αντί να την αντιμετωπίσουν δραστικά.
Πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά, όταν ο Υπουργός Ανάπτυξης με τη συνήθη αμετροέπειά του έλεγε τον Σεπτέμβριο ότι η ακρίβεια θα διαρκούσε το πολύ μέχρι τα Χριστούγεννα, ενώ η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση προχώρησε σε αυξήσεις που δεν καλύπτουν καν τον πληθωρισμό;
Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη: η χώρα χρειάζεται ανάπτυξη με κανόνες, δημόσια και ιδιωτικά έργα που θα υπηρετούν το σχέδιο ανασυγκρότησης, με σεβασμό στο περιβάλλον και τα εργασιακά δικαιώματα. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. ενδιαφέρεται μόνο για την επικοινωνία, αντί να στηρίξει τον κατασκευαστικό και επιχειρηματικό κλάδο.
Την ίδια ώρα, εκκρεμεί η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, για το οποίο, αξίζει να υπενθυμίσουμε την είδηση -που βέβαια διαψεύστηκε από τη ΝΔ- ότι η Ε.Ε. είναι πολύ επιφυλακτική με τη κυβέρνηση καθώς φοβάται ότι «είναι έρμαιο ισχυρών πιέσεων και δεσμεύσεων σε μια περίκλειστη ομάδα Ελλήνων επιχειρηματιών»…
Για τα ΣΔΙΤ, επίσης, υπάρχουν πολλές επιφυλάξεις καθώς ο διογκούμενος δανεισμός, η τεχνική προετοιμασία και τα οικονομικά χαρακτηριστικά δημιουργούν επιφυλάξεις για τη βιωσιμότητα και το μέλλον των έργων.
Στην περιοχή μας, τη Δυτική Μακεδονία, υπάρχει μια πρωτόγνωρη στασιμότητα καθώς οι ελάχιστες θεσμικές παρεμβάσεις δεν έχουν κανένα πρακτικό αντίκρισμα. Η κυβέρνηση θεωρεί ότι με αντικρουόμενες χρηματοδοτικές εκτιμήσεις, ευχολόγια για μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων και γενικόλογα αναπτυξιακά προγράμματα τύπου ΣΔΑΜ, μπορεί να ορθοποδήσει μια κοινωνία που βασίζει το ΑΕΠ της στη λιγνιτική παραγωγή κατά 40-45%.
Στην πράξη, δεν έχουμε δε καμία πρόνοια για εφαρμογή της ρήτρας απολιγνιτοποίησης, ενώ η ανεργία μεγαλώνει, καθώς ήδη αθροίστηκαν πάνω από 4.000 άνεργοι στην περιοχή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. ήδη από τον Αύγουστο του 2021 είχε αναφέρει ότι η κρίση έχει μόνιμα χαρακτηριστικά, ενώ καλούσε την κυβέρνηση να πάρει μόνιμα μέτρα για την ανακούφιση των πολιτών και των επιχειρήσεων (αύξηση κατώτατου μισθού, μείωση ΕΦΚ στα καύσιμα και την ενέργεια, παρέμβαση στην ΔΕΗ, ρύθμιση ιδιωτικού χρέους).
Εσχάτως, σε συναντήσεις σε ανώτατο επίπεδο με το Τ.Ε.Ε., τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Τεχνικών Εταιριών και την Πανελλήνια Ένωση Συνδέσμων Εργοληπτών Δημοσίων Έργων τέθηκαν τα συγκεκριμένα ζητήματα. Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ., πέρα από την υιοθέτηση των προτάσεων των φορέων, εκφράστηκε η ανάγκη για επιπλέον χρηματοδότηση των έργων από το Ταμείο Ανάκαμψης και η πληρωμή του απολογιστικού κόστους για τα υλικά με βάση τα στοιχεία που θα προσκομίσουν οι εταιρείες, ενώ επισημαίνεται ότι το αίτημα για σύγκληση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου για την συζήτηση και λήψη μέτρων παραμένει αναπάντητο.
Σε αυτό το σκηνικό προσπαθεί να επιβιώσει η πλειοψηφία των επιχειρήσεων και των εταιριών που δραστηριοποιούνται στις κατασκευές. Με τεράστιες αυξήσεις στα υλικά, δυσβάστακτο ενεργειακό κόστος, χωρίς πρόσβαση στην χρηματοδότηση, την ώρα που τρέχουν οι προθεσμίες και τα ανελαστικά έξοδα
Εν ολίγοις, βρίσκονται χωρίς στήριξη στις αλλεπάλληλες κρίσεις, καθώς η κυβέρνηση είτε λόγω ανικανότητας, είτε γιατί εξυπηρετεί τα μεγάλα συμφέροντα, δεν μπορεί να δώσει λύση.
Η μόνη λύση, και για τις επιχειρήσεις, θα είναι η επικειμένη πολιτική αλλαγή. Τότε, όπως και οι υπόλοιποι πολίτες, εργαζόμενοι, άνεργοι, συνταξιούχοι, αυτοαπασχολούμενοι, θα μπορέσουν να δουλέψουν και να ζήσουν με αξιοκρατία, διαφάνεια και στήριξη.
Να ζήσουν με αξιοπρέπεια και όραμα.
Καλλιόπη Βέττα
Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. Π.Ε. Κοζάνης