Πόσα σωματίδια κορονοϊού χρειάζονται για να κολλήσει κανείς, ποια είναι δηλαδή η λεγόμενη λοιμογόνος δόση της νόσου Covid-19;
Και, από την άλλη, αν κάποιος, για παράδειγμα ένας γιατρός ή νοσηλευτής, εκτεθεί σε περισσότερα σωματίδια του ιού, θα αρρωστήσει πιο σοβαρά σε σχέση με κάποιον άλλο άνθρωπο που έχει εκτεθεί σε λιγότερα σωματίδια; Σε όλα αυτά τα ερωτήματα οι επιστήμονες δεν έχουν βέβαιη απάντηση έως τώρα.
Οι μέχρι στιγμής έρευνες δεν δίνουν μία σαφή εικόνα. Δεν είναι, προς το παρόν, γνωστός ο μέσος αριθμός σωματιδίων του ιού -η λοιμογόνος δόση- που χρειάζεται για να προκληθεί η λοίμωξη Covid-19.
Όμως, λαμβανομένου υπόψη πόσο γρήγορα εξαπλώνεται ο νέος ιός SARS-CoV-2, είναι πιθανό ότι αυτή η δόση είναι σχετικά χαμηλή, ίσως λίγες εκατοντάδες ή χιλιάδες σωματίδια, όπως εκτιμά ο δρ Βίλεμ βαν Σάικ του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ, σύμφωνα με το New Scientist, το οποίο επικαλείται το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Από την άλλη, το λεγόμενο ιικό φορτίο αφορά τον αριθμό των σωματιδίων που μεταφέρει ένα μολυσμένο άτομο και κατ’ επέκταση απελευθερώνει στο περιβάλλον. «Το ιικό φορτίο είναι ένα μέτρο τού πόσο δυνατή είναι η φωτιά που καίει μέσα σε έναν άνθρωπο, ενώ η λοιμογόνος δόση είναι ο σπινθήρας που πυροδοτεί τη φωτιά», ανέφερε ο Έντουαρντ Πάρκερ της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου.
Κάποιος με υψηλό ιικό φορτίο είναι πιθανότερο να μολύνει άλλους, καθώς απελευθερώνει περισσότερα σωματίδια του ιού γύρω του. Όμως, στην περίπτωση της Covid-19 δεν είναι σίγουρο ότι το υψηλότερο ιικό φορτίο θα οδηγήσει σε πιο σοβαρά συμπτώματα.
Έρευνα σε περισσότερους από 5.000 ασθενείς με Covid-19 στη Λομβαρδία της Ιταλίας δεν βρήκε καμία διαφορά στο ιικό φορτίο ανάμεσα σε αυτούς με συμπτώματα και σε εκείνους χωρίς συμπτώματα. Στην Κίνα, γιατροί από το 8ο Λαϊκό Νοσοκομείο της Γκουανγκτζού, επίσης, δεν βρήκαν διαφορά στο ιικό φορτίο ανάμεσα σε ασθενείς με ήπια και σε ασθενείς με σοβαρά συμπτώματα.
Όμως, άλλη κινεζική μελέτη σε ασθενείς με Covid-19 σε νοσοκομείο της Ναντσάνγκ βρήκε σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στη σοβαρότητα της νόσου και στην ποσότητα του ιού που βρέθηκε στη μύτη των ασθενών. Συνεπώς, είναι πρόωρο να εξαχθεί οριστικό συμπέρασμα αν ο «πολύς» ιός αρρωσταίνει κάποιον πιο σοβαρά από τον «λίγο» ιό.
Αν η λοιμογόνος δόση δεν σχετίζεται με τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων της Covid-19, τότε αυτή η νόσος διαφέρει από τη γρίπη και τις προηγούμενες νόσους κορονοϊών SARS και MERS. Στην περίπτωση της γρίπης, μία μεγαλύτερη λοιμογόνος δόση έχει συσχετιστεί με χειρότερα συμπτώματα. Από την άλλη, και σε πειραματόζωα μολυσμένα με SARS και MERS η υψηλότερη λοιμογόνος δόση επιφέρει χειρότερα συμπτώματα.
Ακόμη, πάντως, κι αν η λοιμογόνος δόση δεν επηρεάζει τη σοβαρότητα της Covid-19, έχει νόημα κανείς να προσπαθεί να ελαχιστοποιεί την έκθεση του στον ιό, επειδή έτσι θα μειώσει την πιθανότητα να αρρωστήσει.
Πηγή:Newsbeast.gr