Η συζήτηση για τα οικονομικά ενός οργανισμού της Τ.Α. εν προκειμένω του Δήμου Κοζάνης, προσφέρει πάντα την ευκαιρία ενός γενικότερου διαλόγου γύρω από την οικονομική κατάσταση, στην οποία αυτός βρίσκεται.
Η συζήτηση αυτή αποκτά ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον στο τέλος μιας αυτοδιοικητικής περιόδου και το ξεκίνημα μιας νέας. Πέραν του στενού χαρακτήρα της έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων, εμπεριέχει και την έννοια του απολογισμού των πεπραγμένων της απελθούσης Δημοτικής Αρχής καθώς και της κατάστασης στην οποία αναλαμβάνει τη διαχείριση του δήμου η νέα δημοτική αρχή
Είναι προφανές, ότι, όταν προεκλογικά γίνονται τέτοιου είδους συζητήσεις επικρατεί μεγάλη ένταση δεδομένης της συγκεκριμένη χρονικής περιόδου, με αποτέλεσμα να δίνονται ενδεχομένως ακόμη και ανακριβή στοιχεία. Αυτό δε γίνεται από πρόθεση αλλά εξαιτίας της έλλειψης χρόνου προκειμένου να διασταυρωθούν τα απαραίτητα στοιχεία, με αποτέλεσμα η εικόνα της οικονομικής κατάστασης του οργανισμού να μην αποτυπώνεται επακριβώς και έτσι οι πολίτες να μην μπορούν να σχηματίσουν μία ολοκληρωμένη εικόνα της οικονομικής κατάστασης του Δήμου.
Σήμερα όμως, ένα χρόνο μετά τις δημοτικές εκλογές και με δημοσιοποιημένο το σύνολο σχεδόν των οικονομικών στοιχείων του Δήμου είναι η πλέον κατάλληλη ώρα, για να ξεκινήσει μία συζήτηση βασισμένη σε πραγματικά οικονομικά στοιχεία και καταστάσεις, μέσα από την οποία θα κοινοποιηθεί προς τους πολίτες με σαφήνεια και χωρίς εντάσεις η πραγματική οικονομική κατάσταση του Δήμου.
Η πρόθεσή μας αυτή δεν διέπεται από διάθεση ρεβανσισμού και μοναδικός στόχος μας είναι η κατάδειξη της πραγματικότητας, όσον αφορά τα οικονομικά του Δήμου.
Η προηγούμενη Δημοτική Αρχή είχε προσχηματικά χρησιμοποιήσει τη διαχείριση των οικονομικών του Δήμου, προκειμένου να πλήξει την αξιοπιστία μας, υποσχόμενη κάθαρση και επιβολή τάξης στα οικονομικά του Δήμου.
Κατά τη διάρκεια της Δημοτικής περιόδου 2014-2019 γίναμε πολλές φορές αποδέκτες μιας σκληρής και άδικης κριτικής, όχι μόνο για τα πεπραγμένα κατά τη θητεία μας στην περίοδο 2011-2014, η οποία τονίζω για μια ακόμη φορά, ότι υπήρξε η δυσκολότερη περίοδος της αυτοδιοίκησης μετά τη μεταπολίτευση, λόγω της οικονομικής κρίσης και των τεράστιων δυσκολιών της έναρξης του Καλλικράτη, αλλά και για τις προηγούμενες περιόδους, πηγαίνοντας πολλά χρόνια πίσω.
Θα ξεκινήσουμε, περιγράφοντας την κατάσταση, στην οποία παραλάβαμε τον Δήμο, καταρχήν με παράθεση όλων των στοιχείων, που έχουν ως αναφορά τις ημερομηνίες 31/8/2019 και 31/12/2019 (ανάλογα με το ποια χρονική στιγμή υπήρχαν διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία) και παράλληλα συγκρίνοντάς τα με τα αντίστοιχα της προηγούμενης πενταετίας.
Ας περάσουμε όμως στους αριθμούς:
- Το κυλικείο στο Δ.Α.Κ. μισθώθηκε τον Ιούνιο του 2017 και έως τη λήξη της προηγούμενης Δημοτικής περιόδου, δηλαδή έως 31/8/2019 και για διάστημα 27 μηνών είχαν καταβληθεί μόλις δύο μισθώματα, με συνέπεια η συνολική οφειλή να ανέρχεται περίπου σε 100.000 ευρώ.
- Το κτήριο, όπου λειτουργούσε κατάστημα καφέ στον πεζόδρομο επί της οδού Ειρήνης μισθώθηκε για πρώτη φορά το 2001 και έως το 2014 η συνολική του οφειλή σε αυτά τα δεκαπέντε χρόνια ανέρχονταν σε 585.000 ευρώ. Την πενταετία διακυβέρνησης της προηγούμενης Δημοτικής Αρχής, η οφειλή αυτή αυξήθηκε επιπλέον κατά 345.000 ευρώ.
- Το δημοτικό αναψυκτήριο μισθώθηκε τον Δεκέμβριο του 2015 και στις 31/8/2019 οι συνολικές υποχρεώσεις από ανεξόφλητα μισθώματα ανέρχονται σε περίπου 110.000 ευρώ.
- Οι υποχρεώσεις του δήμου προς προμηθευτές στις 31/12/2019 ανέρχονταν σε ύψος 5.398.437 ευρώ. Το ίδιο ποσό στις 31/12/2014 ανέρχονταν στα 2.884.400 ευρώ. Η μεγάλη αυτή αύξηση είναι γεγονός ότι επιβαρύνει σημαντικά την αγορά του δήμου μας.
- Οι οφειλές του Δήμου και των Νομικών Προσώπων (ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοινωφελής Επιχείρηση, Οργανισμός Αθλητισμού, Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Σχολική Επιτροπή) προς την ΔΕΥΑΚ από κατανάλωση ύδρευσης και τηλεθέρμανσης τον Οκτώβριο του 2014 ανέρχονται στα 3.318.000 ευρώ για μια περίοδο 25 ετών από την ίδρυση της ΔΕΥΑΚ. Κατά τη διάρκεια της προηγούμενης Δημοτικής περιόδου δηλαδή μέχρι τον Οκτώβριο του 2019 το ποσό αυτό είχε εκτιναχθεί στα 4.885.000 ευρώ.
- Οι ανεξόφλητες υποχρεώσεις προς την ΔΕΥΑΚ από κατανάλωση ύδρευσης και τηλεθέρμανσης δημοτών έως το 2014 ανέρχονταν στο ύψος των 22.000.000 ευρώ από την ίδρυση της ΔΕΥΑΚ το 1989 (περιλαμβανομένων και των επισφαλειών που διαγράφηκαν). Το ποσό αυτό εκτινάχθηκε έως το τέλος του 2018 μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια της προηγούμενης δημοτικής περιόδου στα 29.265.000 ευρώ, παρουσιάζοντας μία αύξηση της τάξης του 33% ή πάνω από 7.000.000 ευρώ, παρά το γεγονός ότι την περίοδο εκείνη βρισκόταν σε ισχύ δύο ρυθμίσεις αποπληρωμής οφειλών σε εκατό δόσεις, γεγονός που διευκόλυνε σημαντικά την εισπραξιμότητα.
- Η επαναδιαπραγμάτευση από την προηγούμενη δημοτική αρχή των δανείων του Δήμου από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων είχε σαν συνέπεια να ζητηθούν επιπλέον εγγυήσεις από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για το δάνειο που είχε λάβει ο δήμος από αυτήν και οδήγησαν σε επιβάρυνση του Δήμου με ένα ποσό περίπου 750 χιλιάδων ευρώ σύμφωνα με δήλωση του τότε αρμόδιου αντιδημάρχου στο δημοτικό συμβούλιο
- Η ΔΕΠΕΠΟΚ, η εταιρεία ανάπτυξης της ΖΕΠ, εγκαταλείφθηκε, αφέθηκε στην τύχη της χωρίς να συνταχθεί ισολογισμός τα τελευταία 5 χρόνια και χωρίς να διενεργηθεί έλεγχος από ορκωτούς λογιστές, αφήνοντας συσσωρευμένα χρέη σε εργαζόμενους, ΙΚΑ, ΔΕΗ και ορκωτούς λογιστές.
Παραμένω μόνο στα παραπάνω, χωρίς να αναφερθώ και σε άλλα ζητήματα, τα οποία τείνουν να χαρακτηριστούν ήσσονος σημασίας, όπως η διαχείριση του ΔΗΠΕΘΕ ή το “δανεικό” πετρέλαιο από την ΔΙΑΔΥΜΑ.
Είναι απολύτως χρήσιμο στο σημείο αυτό να θυμηθούμε, ποια ήταν η οικονομική κατάσταση κατά την περίοδο 2011-2014 μεσούσης της οικονομικής κρίσης, με την οικονομίας της χώρας να καταρρέει και τα οικονομικά των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης να δέχονται ισχυρότατα πλήγματα.
Συγκριτικά λοιπόν με την περίοδο της κρίσης το χρονικό διάστημα από το 2015 έως το 2019 η οικονομική κατάσταση της χώρας είχε σταθεροποιηθεί και τα οικονομικά των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης είχαν παγιωθεί και δεν επιδεινώθηκαν από επιπλέον περικοπές.
Η παράθεση αυτών των οικονομικών στοιχείων αποδεικνύει την πραγματική κατάσταση και καταρρίπτει μύθους. Αποδεικνύεται λοιπόν ότι:
- Η ταχύτητα με την οποία αποπληρώνονταν οι προμηθευτές επιβραδύνθηκε την περίοδο 2014/2019
- Οι υποχρεώσεις του Δήμου προς την ΔΕΥΑΚ εκτινάχθηκαν την ιδία περίοδο
- Η μέριμνα για την είσπραξη των απαιτήσεων ΔΗΜΟΥ/ΔΕΥΑΚ/ΟΑΠΝ ήταν ανεπαρκής
Η κατάσταση αυτή προκαλεί μόνο θλίψη και αγωνία για τα οικονομικά του Δήμου. Αποδεικνύεται για άλλη μια φορά η διάσταση λόγων και έργων της προηγούμενης Δημοτικής Αρχής, η ευκολία άσκησης ανέξοδης κριτικής και η αδυναμία επίτευξης στόχων και αποτελεσμάτων.
Σε καμία περίπτωση δεν επιχαίρω για την οικονομική κατάσταση, στην οποία μας παρέδωσαν τον Δήμο. Αν η οικονομική κατάσταση του Δήμου και των Νομικών Προσώπων ήταν καλύτερη, θα ξεκινούσαμε με σαφώς ευνοϊκότερες συνθήκες την τρέχουσα δημοτική περίοδο. Όμως δυστυχώς αυτή είναι η πραγματικότητα και πρέπει να είμαστε ρεαλιστές ιδιαίτερα στην κρίσιμη περίοδο που διανύουμε, διότι θα κληθούμε να πάρουμε καθοριστικές αποφάσεις για το μέλλον των πολιτών και της περιοχής.
Η νομιμότητα και η διαφάνεια της οικονομικής διαχείρισης του Δήμου είναι για εμάς αυτονόητη και επιβεβλημένη και είναι αυτονόητο ότι διέπει τη λειτουργία του Δήμου σε όλους τους τομείς Είναι ο απαραίτητος όρος καλής λειτουργίας του Δήμου και η βάση για τη βελτίωση και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των δημοτικών υπηρεσιών, η οποία αποτελεί βασική προτεραιότητά μας.
Η πρόσφατη εμπειρία της έκρηξης των ψηφιακών υπηρεσιών κατά την περίοδο της πανδημίας του κορονοϊού μας δίνει πολλά και καλά παραδείγματα βελτιστοποίησης της παροχής υπηρεσιών. Ιδιαίτερα την επόμενη περίοδο με την περαιτέρω συρρίκνωση της λιγνιτικής δραστηριότητας και καθώς τα κοινωνικά προβλήματα στη περιοχή θα ενταθούν, θα πρέπει να στηρίξουμε ακόμη περισσότερο τους πολίτες. Πέρα από την αυτονόητη υποχρέωση της πολιτείας να αντιμετωπίσει τα νέα δεδομένα, να στηρίξει την περιοχή και να συμβάλλει στη ανάπτυξή της, οφείλουμε ως Δήμος να σταθούμε υπεύθυνα απέναντι στους δημότες.
Μόνο μέσα από διαδικασίες νομιμότητας, διαφάνειας, ορθολογικής διαχείρισης και ρεαλιστικής αντιμετώπισης των δεδομένων θα συμβάλλουμε καθοριστικά και αποτελεσματικά στη διαμόρφωση της επόμενης μέρας για τον τόπο και τους συμπολίτες μας.