Ἒκλαιον τέκνα έκδημίαν πατρός,
ἒκραζον λίθοι ἒργων χειρῶν αὑτοῦ·
«Τέκνα, τί κλαίετε;
οὗτος γ΄ἐσώθη ὁ πατήρ, δεόμενος ὑπέρ ὑμῶν, Βασίλειος, ἱερεύς Σιατίστης,
συμβασιλεύσων Χριστῷ εἰς αἰῶνας».
(Στίχοι ενδεκασύλλαβοι, τους οποίους συνέταξε ο εκ Ναούσης Πρωτοπρεσβύτερος π. Στυλιανός Μακρής)
Πέρασαν κιόλας 40 ημέρες από την ημέρα που ήχησαν πένθιμα οι καμπάνες της Ενορίας του Αγίου Νικολάου Σιάτιστας. Κυριακή, ημέρα αναστάσιμη, αφιερωμένη στη μνήμη του Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου, αλλά και του Αγίου Γεωργίου του εν Ιωαννίνοις , που αμφότερους τόσο πολύ ευλαβείτο ο μακαριστός π. Βασίλειος Βασιλείου.
Μετά το πέρας της θείας Λειτουργίας, ο πολυσέβαστος και αγαπημένος μας π. Βασίλειος, αναχώρησε από τον μάταιο τούτο κόσμο, για τη χαρά του Ουρανού. Σίγησε πια το «αηδόνι» του Αι Νικόλα κι άνοιξε βιαστικά τις φτερούγες της ψυχής του, για το τελευταίο πέταγμα προς το Θρόνο της Βασιλείας του Θεού.
Η ξαφνική αναχώρησή του, μάς προκάλεσε ανθρώπινο πόνο και θλίψη. Δακρύσαμε με συγκίνηση στην ανάμνηση της γλυκιάς μορφής του. Έτσι, όμως, θέλησε ο Θεός. Εκείνου υπήρξε πλάσμα και Εκείνος τον κάλεσε κοντά Του. Ως Χριστιανοί έχουμε ακέραιη τη βεβαιότητα, ότι βρίσκεται ήδη αναπαυμένος στην αγκαλιά του Χριστού, που τόσο πολύ αγάπησε και διακόνησε.
Ὁ κεκοιμημένος λευίτης διακρίνονταν, άλλωστε, για την πίστη του στο Θεό, την ευσέβεια, τη σεμνότητα και την ιεροπρέπειά του. Την ακαταπόνητη εργατικότητά του, την υπομονή και την επιμονή του, αλλά και την απόλυτη αφοσίωσή του στο έργο της Αγίας μας Εκκλησίας στη διακονία του λαού της Σιάτιστας. Χαρακτηριστικά του γνωρίσματα η υπακοή στον Επίσκοπο και ο σεβασμός και η αγάπη για τους αδελφούς συμπρεσβυτέρους. Η απόλυτη αφιέρωση στο έργο της ποιμαντικής φροντίδας του λαού. Αγαπούσε καρδιακά την πατρίδα Ελλάδα και ιδιαιτέρως την ένδοξη Μακεδονία μας.
Ήταν της Εκκλησίας∙ ήταν φτιαγμένος για την Εκκλησία∙ στολισμένος με τη χάρη και την ομορφιά της Εκκλησίας∙ «ένδυμα» του και καύχημά του η ίδια η Εκκλησία. Υπήρξε αθόρυβος, διακριτικός και ταπεινός συνεχιστής της ιερής παράδοσής της.
Υπήρξε ιερέας ταπεινός, φιλακόλουθος και άνθρωπος της διαρκούς προσευχής. Όταν λειτουργούσε, βλέπαμε κάτι το όντως ξεχωριστό. Δεν τον απασχολούσε ποτέ ο χρόνος κατά την τέλεση της Λατρείας. Ήταν δοσμένος απόλυτα στην ιερότητα του Μυστηρίου. Πολλές φορές τα μάτια του πλημμύριζαν από δάκρυα.
Μεγάλη η αγάπη του, ο αγώνας και η προσφορά του για το φιλανθρωπικό έργο της Ενορίας. Όπως έλεγε κάποιος σεβάσμιος Γέροντας: «Ελεημοσύνη δεν είναι μόνο να δώσεις ένα κομμάτι ψωμί. Ελεημοσύνη είναι να πεις και μια κουβέντα καλή. Εκείνη θα μείνει περισσότερο. Το ψωμί θα το φάει, πάει. Μια κουβέντα σωστή και καλή που θα πεις, με την αρετή σου, με την αγιότητά σου, αυτή θα μείνει. Αυτή αποτελεί υπέροχη ελεημοσύνη». Έτσι, ακριβώς, έκανε και ο αείμνηστος π. Βασίλειος. Είχε χρόνο για τον καθένα ξεχωριστά. Τους δεχόταν όλους, πάντοτε με αγάπη και ευγένεια στο γραφείο του και πότε δεν ξεχώρισε κανένα∙ όλους τους έβλεπε το ίδιο.
Στο ιερό Μυστήριο της Εξομολογήσεως, στήριξε αναρίθμητες πληγωμένες ψυχές, κάθε ηλικίας από τη Σιάτιστα αλλά και από άλλες περιοχές. Πολλές φορές ξεκινούσε νωρίς το απόγευμα την εξομολόγηση και τελείωνε τις πρώτες πρωινές ώρες της επόμενης ο κόσμος τον περίμενε με μεγάλη υπομονή, ήταν κόσμος που έκανε ολόκληρο ταξίδι, προκειμένου να εξομολογηθεί και να πάρει την ευχή του. Πολλές φορές, όταν ο π. Βασίλειος ήταν στο σπίτι, η πόρτα ή το τηλέφωνο χτυπούσε για χαρές και λύπες οποιαδήποτε ώρα και στιγμή. Υπομονή, λοιπόν, και αγάπη στις αδυναμίες μας, έδειχνε και η καλή και ευλογημένη πρεσβυτέρα Σταυρούλα, ολόκληρη η ιερατική του οικογένεια, που αγκάλιαζε εν σιωπή και με αισθήματα συμπαράστασης τη διακονία του κληρικού πάτερα.
Τα χρόνια της ιερατικής του διακονίας, δεν ήταν πάντοτε εύκολα. Πέρασε πολλές δοκιμασίες και δυσκολίες. Δέχθηκε ακόμη και συκοφαντίες. Άλλωστε πάντοτε ο μισόκαλος διάβολος πολεμάει κάθε καλό. Είχε ακλόνητη την πεποίθηση ότι: «πάντα τά ἔργα τοῦ ταπεινοῦ φανερά παρά τῷ Θεῷ» (Παρμ. 16,1). Στους πειρασμούς, λοιπόν, δεν γόγγυζε. Δεν θύμωνε ποτέ και με κανέναν. Ήταν πάντοτε συγχωρητικός προς όλους και αντιμετώπιζε τα πάντα ως ευλογία και ευκαιρία για μαθητεία. Πολλές φορές κλεινόταν στο Παρεκκλήσιο του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, γονάτιζε στα ιερά λείψανα και ζητούσε τη δύναμή και τη βοήθεια, ώστε να συνεχίσει απερίσπαστος το έργο του.
Μετά από σύντομη ασθένεια ο Κύριος της ζωής και του θανάτου, θέλησε να ολοκληρώσει την επίγεια πορεία του. Τον απάλλαξε από την φθαρτότητα και τον κάλεσε συλλειτουργό στο ουράνιο Θυσιαστήριο. «Ψυχαί δικαίων ἐν χειρί Θεοῦ και οὐ μή ἅψηται αὐτῶν βάσανος» (Σοφ. Σολ. 3,1).
Το περασμένο καλοκαίρι, μετά την τελευταία «συνάντησή» μας στο ιερό Μυστήριο της μετανοίας και πριν ξεκινήσω το ταξίδι της επιστροφής μου στην Ιταλία, ως πολύτιμη παρακαταθήκη και ανεκτίμητη πνευματική κληρονομιά, μού ενεχείρισε την ομιλία που εκφώνησε στην εις Διάκονο χειροτονία του, κατά την Αγρυπνία της 27ης Αυγούστου 1982 στην Ιερά Μονή Κοιμήσεώς της Θεοτόκου Μικροκάστρου, πριν 40 χρόνια περίπου. Από το διδακτικό αυτό κείμενο, μεταφέρω ως επίλογο της ολιγόγραφης αυτής αναφοράς μου στο τίμιο και αγιασμένο πρόσωπό του, την τελευταία παράγραφό του, στην οποία εξέφρασε -δανειζόμενος τους λόγους του μεγάλου Αποστόλου Παύλου- την επιθυμία του για την έξοδό του από τον κόσμο τούτο. «Ευχηθείτε, Σεβασμιώτατε, ευχηθείτε αγαπητοί μου χριστιανοί, ώστε να έχω δια παντός τη συναίσθηση της ιεροσύνης, ώστε να φθάσω να πώ στο τέλος της πρόσκαιρης ζωής μου: Τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι,τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα· Λοιπόν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοί, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ» (Τιμ. Β).
Ας είναι η μνήμη του αιωνία
και ας μας συνοδεύει όλους η ευχή του!
Ιωάννης Αθ. Μπατσής