Μια μητέρα από το Οχάιο καταδικάστηκε σε δεκαετίες φυλάκισης για τον ρόλο της σε μια αποτρόπαιη επίθεση που δέχτηκε ο 6χρονος γιος της από πίτμπουλ, ενώ ο δικαστής προχώρησε σε σφοδρή επίπληξη πριν ανακοινώσει την ποινή.
Τη Δευτέρα, το Πρωτοδικείο Κοινού Δικαίου της κομητείας Άσλαντ καταδίκασε την Αντζελίνα Ουίλιαμς (στη φωτογραφία στο κέντρο) στη μέγιστη ποινή των 28,5 ετών για την επίθεση σε βάρος του 6χρονου γιου της. Ο δικαστής Ντέιβ Στίμπερτ δήλωσε πως τον «έστησε» ώστε να χρησιμοποιηθεί «σαν παιχνίδι για δάγκωμα», αφού του είχε δέσει τα χέρια και τα πόδια.
Η καταδίκη ήρθε αφού η Ουίλιαμς είχε δηλώσει προηγουμένως ένοχη για μία κατηγορία απαγωγής και τέσσερις κατηγορίες για έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο. Ήταν μία από τα τρία άτομα που κατηγορήθηκαν μετά τον θάνατο του γιου της στις 17 Αυγούστου 2024.
Σύμφωνα με δελτίο Τύπου από το Γραφείο του Εισαγγελέα της κομητείας Άσλαντ εκείνη την περίοδο, τα δύο παιδιά, ένα αγόρι 6 ετών και ένα κορίτσι 8 ετών, «δένονταν κατά διαστήματα με χειροπέδες και άλλα μέσα στο σπίτι του Μιχάλσκι. Στις 17 Αυγούστου 2024, ενώ το αγόρι ήταν δεμένο, δέχθηκε επίθεση από σκύλο, με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρά σωματικά τραύματα».
Ο άνδρας που είχε στην κατοχή του τον σκύλο και το σπίτι όπου συνέβη η τραγική επίθεση, ο Ρόμπερτ Μιχάλσκι Τζούνιορ (στη φωτογραφία αριστερά), κρίθηκε ένοχος από ενόρκους για πολλαπλές κατηγορίες, ανάμεσά τους δύο κακουργηματικές πράξεις συνέργειας σε έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο και μία κατηγορία αλλοίωσης αποδεικτικών στοιχείων.
Μετά από τετραήμερη δίκη τον προηγούμενο μήνα, οι ένορκοι τον έκριναν αθώο για τις κατηγορίες της απαγωγής, της κατοχής παράνομων εργαλείων και μιας ακόμη πράξης έκθεσης ανηλίκου, σύμφωνα με το Law & Crime.
Ο τρίτος κατηγορούμενος είναι ο Τέιλορ Μάρβιν-Μπράουν (στη φωτογραφία δεξιά), τον οποίο η εισαγγελία περιέγραψε ως τον «ερωτικό σύντροφο» της Ουίλιαμς. Δήλωσε ένοχος τον Απρίλιο για μία κατηγορία παρεμπόδισης της δικαιοσύνης, μία πράξη συνέργειας σε κακούργημα (απαγωγή) και δύο πράξεις συνέργειας σε κακούργημα (έκθεση ανηλίκου).
Η καταδίκη για τους δύο τελευταίους έχει προγραμματιστεί για αργότερα μέσα στον μήνα.
Καταδίκη της Ουίλιαμς
Στο δικαστήριο τη Δευτέρα, η συνήγορος υπεράσπισης Τζένιφερ Χάρμον υποστήριξε πως η πελάτισσά της έχει πλέον συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα των πράξεών της.
Η Ουίλιαμς διάβασε μια δήλωση, στην οποία ανέφερε πως κατανοεί ότι όσα συνέβησαν «πιθανότατα θα στοιχειώνουν τα παιδιά [της] για το υπόλοιπο της ζωής τους» και ότι δεν θα μπορέσει «ποτέ» να συγχωρήσει τον εαυτό της. Την περίοδο της επίθεσης δεν είχε την επιμέλεια των παιδιών, αλλά τα είχε μαζί της για μια επίσκεψη δύο εβδομάδων.
Ο εισαγγελέας τόνισε ότι κατά τη διάρκεια αυτής της επίσκεψης, τα παιδιά τιμωρούνταν όταν αρνούνταν να μαζέψουν τα περιττώματα του σκύλου, με την τιμωρία να περιλαμβάνει «δέσιμο με χειροπέδες και πρόσδεση σε καρέκλες».
«Με χειροπέδες στους αστραγάλους, χειροπέδες στους καρπούς», είπε χαρακτηριστικά ο βοηθός εισαγγελέα Μάθιου Μέτκαλφ. «Είναι αδιανόητο ως προς τη βαρβαρότητα. Πιθανότατα πρόκειται για την πιο ακραία εκδοχή αυτού του εγκλήματος.»
Ο Μέτκαλφ χαρακτήρισε την Ουίλιαμς ως το άτομο με τη μεγαλύτερη εμπλοκή από τους τρεις κατηγορούμενους, επισημαίνοντας ότι φέρεται να είχε ανεβάσει φωτογραφίες των δεμένων παιδιών στο Snapchat και να τις είχε μοιραστεί με άλλους.
«Για μένα, αυτό είναι το χειρότερο», υπογράμμισε. «Αυτό δείχνει επίγνωση: “Όχι μόνο το κάνω, αλλά κάπως το καμαρώνω κιόλας”».
Αφού άκουσε τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών, ο δικαστής Στίμπερτ τάχθηκε πλήρως υπέρ της εισαγγελίας, επικρίνοντας σκληρά τη Γουίλιαμς.
«Ο Ντέμιαν ήταν δεμένος με χειροπέδες και ο πίτμπουλ τον χρησιμοποίησε σαν παιχνίδι για μάσημα, ενώ οι ενήλικες επινόησαν μια ιστορία για να καλυφθούν», δήλωσε, σύμφωνα με το Law & Crime.
«Το να πεις ότι τον χρησιμοποίησε σαν παιχνίδι είναι πολύ επιεικές. Ο σκύλος προσπάθησε να του ξεριζώσει τον λαιμό», συνέχισε. «Οι φωτογραφίες από τα σημάδια και τις μελανιές γύρω από τα μάτια και το πρόσωπό του, από την πίεση που άσκησε το σκυλί στον λαιμό του… οι πληγές στο λαιμό του; Δεν είμαι σίγουρος πως υπάρχουν λόγια που να περιγράφουν επαρκώς αυτό το θέαμα.»
Υπενθύμισε στη Γουίλιαμς ότι ως μητέρα των παιδιών, καθήκον της ήταν να τα προστατεύει, όχι να τα κακοποιεί σωματικά και ψυχικά ξανά και ξανά. «Δεν ξέρω καμία μάνα που να πιστεύει ότι είναι καλή ιδέα να δένεις ένα παιδί με χειροπέδες, τελεία και παύλα», τόνισε.
«Κι όμως, όχι μόνο το έκανες, το έκανες πολλές φορές», πρόσθεσε, «και μάλιστα ανέβασες φωτογραφίες — στην ουσία καυχιόσουν για αυτό.»
Στην πρώτη της εμφάνιση στο δικαστήριο, τον Αύγουστο του 2024, η Γουίλιαμς προσπάθησε να υποβαθμίσει τον ρόλο της, λέγοντας: «Ο σκύλος δεν ήταν καν δικός μου. Οι χειροπέδες δεν ήταν καν δικές μου», σύμφωνα με το Fox 8. «Δεν ήξερα καν ότι ήταν παράνομες ή ότι υπήρχε πρόβλημα. Ο θείος μου μου είπε ότι ήταν εντάξει.»
«Ποτέ δεν ήθελα να κάνω κακό. Πραγματικά δεν ήθελα», συμπλήρωσε.
Το χρονικό της υπόθεσης
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Γραφείου του Σερίφη της κομητείας Άσλαντ τον Αύγουστο του 2024, οι αρχές έλαβαν κλήση στο 911 για επίθεση σκύλου, κατά την οποία ένα πίτμπουλ δάγκωσε ένα αγοράκι στον λαιμό και το αυτί. Όταν οι αστυνομικοί έφτασαν στο σημείο, το παιδί βρισκόταν σε «σοβαρή κατάσταση» και κλήθηκε ελικόπτερο του Life Flight, της υπηρεσίας επείγουσας αεροδιακομιδής.
Η μητέρα του παιδιού, η Αντζελίνα Γουίλιαμς, εντοπίστηκε επιτόπου. Σύμφωνα με τις αρχές, διέμενε προσωρινά στο σπίτι φίλου του Ρόμπερτ Μιχάλσκι — του άνδρα που φέρεται να ήταν ιδιοκτήτης τόσο της κατοικίας όσο και του σκύλου. Όταν έφτασαν οι αρχές, ούτε ο Μιχάλσκι ούτε το πίτμπουλ βρίσκονταν στον χώρο.
Η υπόθεση πήρε νέα τροπή όταν, μέσω της έρευνας, αποκαλύφθηκε ότι το εξάχρονο αγόρι «ήταν δεμένο με χειροπέδες στα χέρια και τα πόδια τη στιγμή που το πίτμπουλ το επιτέθηκε», δήλωσε ο σερίφης.
Στη συνέχεια εκδόθηκε ένταλμα έρευνας για το σπίτι. Εκεί οι αστυνομικοί εντόπισαν αποδεικτικά στοιχεία που ενίσχυσαν την έρευνα. Το πιο σοκαριστικό εύρημα, ωστόσο, ήταν πως «ο Ρόμπερτ Μιχάλσκι και ο σκύλος βρέθηκαν κρυμμένοι σε ένα μικρό αποθηκευτικό χώρο στον επάνω όροφο», σύμφωνα με τις αρχές.
Η Γουίλιαμς, ο Μιχάλσκι και ο Τέιλορ Μάρβιν-Μπράουν συνελήφθησαν. Ο τελευταίος φέρεται να συμμετείχε στη «συγκράτηση» του παιδιού, όπως ισχυρίζεται η αστυνομία. Το πίτμπουλ κατασχέθηκε και τέθηκε υπό φύλαξη ως «επικίνδυνο ζώο».