Όσοι καταναλώνουν υπερβολικές ποσότητες ζάχαρης, ανεξάρτητα από τη μορφή με την οποία καταναλώνεται -αναψυκτικά, γλυκά, κέικ κλπ- διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο άνοιας, σύμφωνα με νέα μελέτη.
Οι επιστήμονες πιστεύουν εδώ και χρόνια ότι ο ανθυγιεινός τρόπος ζωής βλάπτει σοβαρά τον εγκέφαλο. Σύμφωνα με την έρευνα που παρουσιάστηκε πρόσφατα στο Διεθνές Συνέδριο της Ένωσης για το Αλτσχάιμερ, όσοι καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες ζάχαρης αυξάνουν τον κίνδυνο κατά 33%.
Οι ερευνητές άντλησαν πληροφορίες από ερωτηματολόγια σχετικά με την κατανάλωση ζάχαρης από αναψυκτικά, χυμών και τροφίμων. Σε μια περίοδο επτά ετών καταγράφηκαν 429 περιπτώσεις Αλτσχάιμερ σε 2.226 συμμετέχοντες.
Όσοι κατανάλωναν 30,3 γραμμάρια πρόσθετων σακχάρων καθημερινά, είχαν 33% αυξημένο κίνδυνο συγκριτικά με όσους κατανάλωναν τη μικρότερη ποσότητα που ανερχόταν σε 5,8 γραμμάρια. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα κουτί κοινού αναψυκτικού (330ml) περιέχει 35g ζάχαρης, δηλαδή περίπου 7 κουταλάκια του γλυκού.
Η αύξηση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα είναι γνωστό ότι προκαλεί διαβήτη, αλλά η σχέση της ζάχαρης με την άνοια παραμένει ασαφής. Τόσο στη νόσο Αλτσχάιμερ, όσο και στο διαβήτη εμπλέκονται αλλαγές στο μεταβολισμό της γλυκόζης και οι επιστήμονες πιστεύουν ότι οι μεταβολές στους εγκεφάλους των πασχόντων θα μπορούσαν να προκληθούν από την περίσσεια γλυκόζης, ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του διαβήτη.
Ο δρ Doug Brown από την Ένωση για το Αλτσχάιμερ, δήλωσε: «Η υπερβολική ζάχαρη συνδέεται με το διαβήτη τύπου 2 και η προηγούμενη έρευνά μας έχει αναγνωρίσει το διαβήτη τύπου 2 ως παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη άνοιας. Η παρούσα μελέτη υποστηρίζει αυτά τα στοιχεία, υποδεικνύοντας ότι η υπερβολική ζάχαρη μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο του Αλτσχάιμερ, και ότι όλες οι μορφές ζάχαρης -από το χυμό φρούτων έως τη λεμονάδα- έχουν την ίδια επίδραση».
Πηγή:aftodioikisi.gr