Εντελώς κλειστή στην κυκλοφορία οχημάτων, λόγω επικινδυνότητας, είναι εδώ και μερικές ημέρες η δεύτερη μεγαλύτερη γέφυρα στην Ελλάδα. Προς μεγάλη αναστάτωση και δυσαρέσκεια των κατοίκων της περιοχής -και όχι μόνο-, ένας άξονας ζωτικής σημασίας για την κοινωνία και την οικονομία της ευρύτερης περιοχής, τμήμα της οδικής σύνδεσης ανάμεσα στη Λάρισα και την Κοζάνη, έχει τεθεί εκτός λειτουργίας ύστερα από 48 χρόνια.
Η λεγόμενη Υψηλή Γέφυρα Σερβίων (ή Πολυφύτου ή Νεράιδας – Κοζάνης), μία από τις πιο επιβλητικές και ταυτόχρονα πλέον κομψές γέφυρες σε ολόκληρη τη Βαλκανική, η οποία υπολείπεται ως προς το μήκος της μόνο συγκριτικά με αυτήν του Ρίου – Αντιρρίου, εμφανίζει σοβαρή ρηγμάτωση σε διάφορα σημεία της. Ως εκ τούτου, λόγοι ασφαλείας επέβαλαν τον καθολικό αποκλεισμό της από την κυκλοφορία, επί ένα χρονικό διάστημα που μέχρι στιγμής παραμένει απροσδιόριστο. Η διάρκεια των μελετών και των εργασιών επισκευής -ή μάλλον διάσωσης- θα καθορίσει τη στιγμή που η Γέφυρα Σερβίων θα αποδοθεί ξανά σε κοινή χρήση.
Ωστόσο, πέραν των προφανών και αυτονόητων παρενεργειών που προξενεί στην καθημερινότητα δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων η απενεργοποίησή της, η περίπτωση της γερασμένης γέφυρας έχει όλα τα στοιχεία ενός δράματος. Διότι, εκτός από τις καίριες πρακτικές ανάγκες τις οποίες εξυπηρετεί, πέρα ακόμη και από το γεγονός ότι περίπου τον τελευταίο μισό αιώνα αποτελεί χαρακτηριστικό τοπόσημο για την περιοχή, η Υψηλή Γέφυρα Σερβίων πάνω από τον Αλιάκμονα συνδέεται «εξ αίματος» με μια άλλη γέφυρα, η μοίρα της οποίας ήταν τραγική. Πρόκειται για τη Viadotto Polcevera, τη γέφυρα της Γένοβας στη βόρεια Ιταλία, τμήμα της οποίας κατέρρευσε τον Αύγουστο του 2018. Ο απολογισμός του συμβάντος ήταν 43 νεκροί, 16 τραυματίες, εκτεταμένες υλικές καταστροφές.
Στις ειδησεογραφικές αναφορές σχετικά με το τραγικό γεγονός επαναλήφθηκε αμέτρητες φορές η εναλλακτική ονομασία της γενοβέζικης γέφυρας, ως «Ponte Morandi», η Γέφυρα του Μοράντι. Οπου Μοράντι είναι ο Ρικάρντο Μοράντι, ένας τολμηρός, πρωτοπόρος Ιταλός πολιτικός μηχανικός, από τους σημαντικότερους του 20ού αιώνα, ο οποίος σχεδίασε δεκάδες γέφυρες ανά την υφήλιο, μεταξύ των οποίων και τη, μοιραία όπως αποδείχθηκε για την υστεροφημία του, γέφυρα της Γένοβας.
Το 1972 ο Ρικάρντο Μοράντι επελέγη από το ελληνικό κράτος ως ιδανικός για να εμπνευστεί, να σχεδιάσει και να επιβλέψει την κατασκευή της Υψηλής Γέφυρας Σερβίων Κοζάνης. Ωστόσο, είναι ακριβώς αυτός ο ρηξικέλευθος τρόπος του που σήμερα εμφανίζεται ως ο βασικός ύποπτος για την πρόωρη επισφάλεια των γεφυρών στις οποίες έβαζε την, ολοένα πιο διάσημη, υπογραφή του.
Τα μεγαθηριακά έργα του Μοράντι
Ο Ρωμαίος στην καταγωγή Ρικάρντο Μοράντι απεβίωσε το 1989 σε ηλικία 87 ετών. Στην ιστορία των μεγάλων κατασκευαστικών έργων έμεινε ως ένας από τους πρώτους μηχανικούς που υιοθέτησαν συστηματικά τη μέθοδο του προεντεταμένου σκυροδέματος, της προβολοδόμησης καθώς και τη λύση της καλωδιωτής στήριξης για τις γέφυρές του. Εξαιτίας αυτών, το όνομα Ρικάρντο Μοράντι μνημονεύεται -ιδιαίτερα μετά το τραγικό περιστατικό της Γένοβας- ως αμφιλεγόμενο, με διαζεύξεις του τύπου «μεγαλοφυΐα και καινοτόμος ή απλώς ένας κακός μηχανικός;».
Πάντως, τα περισσότερα μεγαθηριακά έργα του εξακολουθούν να προκαλούν δέος ακόμη και σήμερα, πολλές δεκαετίες μετά τη δημιουργία τους, σχεδόν σε κάθε γωνιά του κόσμου, από την Ιταλία, τη Λιβύη και τη Βενεζουέλα έως τη Νότιο Αφρική. Το αξιοπρόσεκτο είναι ότι ο ίδιος ο Μοράντι είχε πλήρη επίγνωση -και προειδοποιούσε με την ανάλογη έμφαση- ότι η μέθοδος του προεντεταμένου σκυροδέματος προϋπέθετε τακτική και ευλαβική συντήρηση. Ειδάλλως οι γέφυρες θα εμφάνιζαν ταχύτατη και πιθανότατα μη αναστρέψιμη φθορά. Ακόμη και στην περίπτωση της γέφυρας που κατέρρευσε στη Γένοβα, ο Μοράντι είχε απευθύνει εγκαίρως εκκλήσεις στους αρμοδίους υπογραμμίζοντας τους σοβαρότατους κινδύνους στους οποίους οδηγεί η παραμέληση.
Επομένως, κατά κάποιον τρόπο, όποιος τον επέλεγε γνώριζε εκ των προτέρων τι θα παραλάμβανε από εκείνον: γέφυρες συναρμολογημένες από πελώρια μέλη σκυροδέματος, πλην χαρακτηριστικά ανάλαφρες και καλαίσθητες, αλλά με αμφίβολη αντοχή στη φθορά του χρόνου. Επιπλέον, σχεδόν ακαταμάχητα ατού της μεθόδου του ήταν η ταχύτητα της κατασκευής, λόγω της χρήσης πολλών προκατασκευασμένων στοιχείων και οπωσδήποτε το αναλογικά χαμηλότερο κόστος σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους.
Πολύ σχηματικά, η προβολοδόμηση έχει να κάνει με την εγκατάσταση πυλώνων με εκατέρωθεν οριζόντιες προεκτάσεις/τμήματα του δρόμου, οι οποίες στηρίζονται πάνω τους. Κατόπιν, βήμα-βήμα, προχωρώντας ουσιαστικά προς το κενό, προστίθενται οριζοντίως προκατασκευασμένα κομμάτια, εν είδει σπονδύλων.
Η τεχνική επιλογή του προεντεταμένου σκυροδέματος συνέχει όλα τα επιμέρους τμήματα της κατασκευής με δέσμες ατσάλινων καλωδίων, οι οποίες διατρέχουν εσωτερικά το σώμα της γέφυρας. Παρενθετικά, το προεντεταμένο σκυρόδεμα διαφέρει κατά πολύ από το οπλισμένο, το γνωστότερο ως «μπετόν αρμέ», ακριβώς -όπως μαρτυρά και η ονομασία του- χάρη στην προένταση.
Αντί, δηλαδή, για την απλή ενίσχυση του τσιμέντου με μεταλλικό οπλισμό (μπετοσίδερα), τα κατασκευαστικά μέλη από προεντεταμένο σκυρόδερμα φέρουν εντός τους καλώδια που έχουν τανυστεί ώστε να αντεπεξέρχονται στην πίεση συγκεκριμένων φορτίων. Στην πράξη, η μεγαλοφυής αυτή ιδέα μετατρέπει τη γέφυρα σε ανάρτηση, καθώς οι καταπονήσεις και οι κραδασμοί από τα διερχόμενα οχήματα και τα φορτία τους αποσβέννυνται από τα φαινομενικά στιβαρά και ακλόνητα μέρη της κατασκευής.
Πηγή: protothema.gr