Στην Ολομέλεια της Βουλής, ως Ειδικός Αγορητής επί του Νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών, τοποθετήθηκε ο Υπεύθυνος ΚΤΕ Οικονομικών και Βουλευτής Κοζάνης του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Πάρις Κουκουλόπουλος.
Τα βασικότερα σημεία της ομιλίας του, εστιάζουν στα κάτωθι:
«Είμαστε συγκλονισμένοι από την τραγική απώλεια των δύο ένστολων Ηρώων, που έπεσαν την ώρα του καθήκοντος, θυσιάζοντας τη ζωή τους στον αγώνα να μειώσουν τις τραγικές συνέπειες της πυρκαγιάς. Τιμώντας τη μνήμη τους, η Βουλή των Ελλήνων ενώνει τη φωνή της με όλον τον Ελληνικό Λαό.
Είναι το πρώτο Νομοσχέδιο αυτής της κοινοβουλευτικής περιόδου περί την οικονομία, συνεπώς είναι εκ των πραγμάτων επιβεβλημένο να αναφέρουμε επιγραμματικά το πλαίσιο, με βάση το οποίο θα πορευθούμε τα επόμενα χρόνια, Από αυτό θα πηγάζει η αντιπολιτευτική μας θέση και στάση, η οποία θα είναι στιβαρή, αξιόπιστη, αλλά και παραγωγική, καθώς θα αναδεικνύει τη δική μας πρόταση.
Η εποχή μας, η πολιτική ατζέντα, ο δημόσιος χώρος, εδώ και κάποια χρόνια, προσδιορίζονται ολοένα και περισσότερο από δύο κορυφαία ζητήματα. Την κλιματική αλλαγή και τις ανισότητες. Από αυτά πηγάζει σειρά θεμάτων και προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε σε όλον τον κόσμο, και με ιδιαίτερη ένταση στον αναπτυγμένο κόσμο, όπου ασκείται πίεση στη φιλελεύθερη δημοκρατία, η οποία αμφισβητείται, με τα άκρα και την αποχή να ενισχύονται. Η Χώρα μας, βεβαίως, δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα, βιώνουμε και τις ανισότητες και την κλιματική αλλαγή καθημερινά. Τα επόμενα πολλά χρόνια εκεί θα κριθούν όλες οι πολιτικές δυνάμεις, στο εάν μπορούμε να δώσουμε πειστικές και ολοκληρωμένες απαντήσεις σε αυτά τα δύο κυρίαρχα μέτωπα. Επιπροσθέτως, η Ελλάδα αντιμετωπίζει και ένα τρίτο κορυφαίο εθνικό ζήτημα, το δημογραφικό, που συνιστά εθνική απειλή.
Σε αυτά τα τρία καθοριστικά μέτωπα, επί τέσσερα χρόνια η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας απέφυγε επιμελώς να δώσει οιουδήποτε χαρακτήρα ολοκληρωμένη απάντηση. Βρήκε καταφύγιο στη δημοσιονομική χαλάρωση που προκλήθηκε από την πανδημία, ακολούθως στην ανάγκη ενίσχυσης των εισοδημάτων λόγω της ενεργειακής κρίσης, και αυτό το ονόμασε “κεντρώα πολιτική”. Αντιθέτως, περίσσεψαν επιδοματικές οριζόντιες πολιτικές, αποσπασματικές προσεγγίσεις, ελάχιστες παρεμβάσεις, που επικοινωνιακά προσπαθούν να ονοματίσουν “μεγάλες”.
Αυτό, λοιπόν, συνεχίζεται με το παρόν Νομοσχέδιο, που αποτελεί δείγμα γραφής της νέας τετραετίας. Οριζόντια και αποσπασματικά μέτρα, με συνέχιση της επιδοματικής λογικής και απουσία συνολικού σχεδίου. Και μόνον αυτός ο λόγος, για εμάς είναι απολύτως επαρκής, για να καταψηφίσουμε επί της αρχής το Νομοσχέδιο. Αρκεί και μόνον αυτός ο λόγος, πόσω μάλλον όταν πλέον δεν υπάρχουν οι συνθήκες δημοσιονομικής χαλάρωσης.
Η Κυβέρνηση απάντησε στην κριτική που ασκήσαμε και στην Επιτροπή, υποστηρίζοντας πως το παρόν Νομοσχέδιο αποτελεί το 50 % του προεκλογικού της προγράμματος. Το επανέλαβε και ο εισηγητής της πλειοψηφίας σήμερα. Θα ήθελα να σχολιάσω, χωρίς καμία μαξιμαλιστική διάθεση, ότι είναι πολύ λίγο. Δηλαδή, αυτές οι δαπάνες είναι οι απαντήσεις σε προβλήματα που θα δούμε τέσσερα ολόκληρα χρόνια; Αυτό είναι το 50 % του προγράμματος;
Μας εξηγήθηκε, μάλιστα, στην Επιτροπή, ότι περίπου 4,4 δις και άλλα τόσα θα ακολουθήσουν το επόμενο διάστημα, και κάπου εκεί κλείνουν οι προεκλογικές δεσμεύσεις της Κυβέρνησης. Είναι, αντικειμενικά, πολύ λίγα, όπως αναδείχθηκε και στη διαδικασία ακρόασης φορέων. Και μάλιστα η Κυβέρνηση, δια του Υπουργού, μας είπε το δόγμα τους: “εμείς λέμε λίγα για να τα κάνουμε όλα”. Αυτό το “λέμε λίγα και κάνουμε πολλά”, μου θύμισε το “σεμνά και ταπεινά” προ δεκαπέντε ετών. Ελπίζω να μην έχει αυτή η περίοδος την κατάληξη του “σεμνά και ταπεινά”, γιατί θυμόμαστε όλοι πως εξελίχθηκε εκείνη η περίοδος, κυρίως στο δημοσιονομικό επίπεδο, από την πολλή “σεμνότητα” και την “ταπεινότητα”.
Ο δεύτερος λόγος, λοιπόν, για τον οποίο καταψηφίζουμε επί της αρχής το νομοσχέδιο, είναι γιατί η Κυβέρνηση, με δικές της επιλογές και ευθύνη, έχει περιορίσει το δημοσιονομικό χώρο, γι’ αυτό και φέρνει ένα πρόγραμμα πολύ περιορισμένο, το οποίο προσπαθεί να το εξηγήσει με ρητορικές περί “σεμνότητας και ταπεινότητας”, όπως είπα.
Η Κυβέρνηση σπατάλησε άπειρο δημοσιονομικό χώρο τα προηγούμενα χρόνια, πρώτα απ’ όλα χαρίζοντας εκατοντάδες εκατομμύρια στις μεταβιβάσεις ακινήτων, με το δώρο που έγινε στους κατόχους μεγάλων περιουσιών. Εκατοντάδες εκατομμύρια χαρίστηκαν και αφαιρέθηκαν βέβαια από το δημοσιονομικό χώρο. Ομοίως, δεν υπήρχε ούτε ένα ευρώ στον κρατικό προϋπολογισμό από τη φορολόγηση των “ουρανοκατέβατων” κερδών, για τα οποια έγινε λόγος σε όλη την Ευρώπη. Ο Πρωθυπουργός μίλησε για 90 % φορολόγηση και φορολόγηση δεν έχουμε δει μέχρι τώρα.
Περιόρισε τον δημοσιονομικό χώρο η Κυβέρνηση, καθώς μία από τις δύο ή τρεις μεγαλύτερες παγκοσμίως δημοσιονομικές επεκτάσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ τον καιρό της πανδημίας, είχε μηδενικό αναπτυξιακό αποτέλεσμα. Έφτασαν να δίνουν λεφτά ακόμη και σε Airbnb που μένει άδειο για μια χρονιά, άλλο βεβαίως μια ενεργή επιχείρηση με προσωπικό, που καλώς στηρίχτηκε. Παράλληλα, δεν υπήρξε κανένα πρακτικό μέτρο στήριξης της παραγωγής, από τον πρωτογενή τομέα μέχρι τη βιοτεχνία και τη βιομηχανία, κυρίως στην περίοδο της ενεργειακής κρίσης, ώστε να προκύψουν καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και να υπάρξουν έσοδα σε υγιή βάση.
Ο τρίτος βασικός λόγος που καταψηφίζουμε, είναι η ακρίβεια. Τι θα πει παράταση του market pass για άλλους δύο ή τρεις μήνες, όταν πολιτικές από το “καλάθι του νοικοκυριού” μέχρι όλα τα μέτρα που έλαβε η Κυβέρνηση, δεν απέδωσαν τίποτα; Δεν υπάρχει κανένας αποτελεσματικός έλεγχος στα είδη διατροφής ο πληθωρισμός έχει ξεφύγει σε ανεξέλεγκτα επίπεδα. Σε προϊόντα ιδίως, από τη ζάχαρη μέχρι φρούτα και νωπά προϊόντα, η εξέλιξη των τιμών έχει λάβει τραγικές διαστάσεις. Το market pass δεν σώζει κανέναν και τίποτα. Αποδείχθηκε μια παταγώδης αποτυχία, η Κυβέρνηση στάθηκε ανίκανη να αντιμετωπίσει το κύμα της ακρίβειας. Απέναντι στην ακρίβεια, χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, για να αντιληφθεί η αγορά ότι υπάρχει διάθεση απόφασης σοβαρού και αποτελεσματικού ελέγχου, ώστε να προσαρμόζεται και τα φαινόμενα κερδοσκοπίας να περιορίζονται.
Ο τέταρτος λόγος καταψήφισης, συνδέεται με το γεγονός ότι σχεδόν σε όλα τα άρθρα αναδεικνύουμε τη δική μας ολοκληρωμένη αντιπρόταση.
– Όταν διαβάζουμε για ΕΚΑΣ και για φάρμακα, εμείς επαναφέρουμε -και θα το κάνουμε κάθε μέρα στη Βουλή, σε κάθε νομοσχέδιο- την πρότασή μας για νέο ΕΚΑΣ που κοστολογείται στα 620 εκατομμύρια και βάζει τέλος στις συντάξεις των 400 ευρώ, δίνοντας μια ενίσχυση που αγγίζει τα 200 ευρώ τον μήνα σε τριακόσιους εβδομήντα με τριακόσιους ογδόντα χιλιάδες χαμηλοσυνταξιούχους.
– Όταν ακούμε αναφορές σε προσωπική διαφορά, θυμίζουμε τι έλεγε ο κ. Μητσοτάκης το 2019. Αντιπροτείνουμε, το έχουμε κοστολογήσει μάλιστα, την εδώ και τώρα κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, που κρατά “κλειδωμένους” δώδεκα χρόνια ένα εκατομμύριο συνταξιούχους.
– Κάθε φορά που ακούμε για το Πρόγραμμά “Σπίτι μου”, επαναφέρουμε δυναμικά την πρότασή μας, την οποία μάλιστα ο Πρωθυπουργός επιχείρησε να διαστρεβλώσει ειρωνευόμενος στις προγραμματικές δηλώσεις.
Όσον αφορά το περίφημο ζήτημα της κοστολόγησης των προεκλογικών προγραμμάτων των κομμάτων, προφανώς συμφωνούμε. Δική μας ένσταση είναι ότι, όπως είχαμε προτείνει προεκλογικά, η κοστολόγηση προγραμμάτων πρέπει να διεξάγεται από το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, και όχι από το Δημοσιονομικό Συμβούλιο που αναφέρει το Νομοσχέδιο. Ναι μεν συμφωνούμε ότι το Δημοσιονομικό Συμβούλιο έχει όλα τα μέσα για να αποτιμήσει τις μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές επιπτώσεις, όμως στερείται αρμοδιότητας στάθμισης της ευρύτερης κοινωνικής ωφέλειας ή του κοινωνικού κόστους αντίστοιχα, αρμοδιότητα που έχει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. Προτείνουμε, λοιπόν, να αξιολογήσετε αυτό το θέμα και να το συζητήσουμε, για να καταλήξουμε κάπου συναινετικά, καθώς επαναλαμβάνω ότι δεν έχει κανένας μας αντίρρηση να κοστολογούνται τα προγράμματα. Άραγε, η εξαγγελία του Πρωθυπουργού, στις 23 Ιανουαρίου 2023, περί νέου ενιαίου μισθολογίου κοστολογήθηκε από κανέναν; Αυτό είναι το νέο ενιαίο μισθολόγιο, αυτό που ήρθε τώρα σε αυτό το Νομοσχέδιο, με οριζόντιο χαρακτήρα;
Υπενθυμίζω, επίσης, την απόκρυψη του Προγράμματος για την απολιγνιτοποίηση, που τελικά βύθισε σε μια πρωτοφανή ύφεση μια ολόκληρη Περιφέρεια, τη Δυτική Μακεδονία. Πρόγραμμα που απεκρύβη επιμελώς προεκλογικά το 2019, παρουσιάστηκε έναν μήνα μετά τις εκλογές και έχει τρομερές συνέπειες για μια περιοχή τριακοσίων χιλιάδων κατοίκων. Αυτό ποιος το κοστολογεί;
Εάν θέλουμε πραγματικά να είμαστε χρήσιμοι στους πολίτες, να αποκαταστήσουμε το κύρος των δημοκρατικών θεσμών, να ενισχύσουμε τη συμμετοχή των πολιτών στις διαδικασίες, να απαντήσουμε πειστικά στην λανθασμένη αντίληψη πως “όλοι είναι ίδιοι”, πρέπει να μιλάμε τη γλώσσα της αλήθειας. Από τη μεριά μας, αυτήν την απόφαση έχουμε λάβει και εφαρμόζουμε, καταψηφίζοντας σήμερα επί της αρχής το Νομοσχέδιο και αξιολογώντας ένα προς ένα τα επιμέρους άρθρα».