Όπως τονίζει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου (ΣΕΒΙΤΕΛ), «η γνώμη και η απόφαση όλων των επαγγελματικών Οργανώσεων αλλά και των ελαιοπαραγωγών κρατών – μελών της ΕΕ, για την εγγύηση ποιότητας και προστασίας από φαινόμενα νοθείας και φοροδιαφυγής που παρέχει το επώνυμο – τυποποιημένο ελαιόλαδο, επικράτησε και στις πρόσφατες τελικές συνεδριάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με αποτέλεσμα να απορριφθεί η πρόταση τροποποίησης του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου των κανόνων εμπορίας, από τους οποίους επιτρέπεται η διακίνηση ελαιολάδων μόνο σε συσκευασίες μέχρι 5 λίτρα.
Ο ΣΕΒΙΤΕΛ, παράλληλα και με όλες τις επαγγελματικές οργανώσεις εντός και εκτός της χώρας μας, κινητοποιήθηκε και «πίεσε» σε πολλά επίπεδα, επί μήνες προκειμένου να αποφευχθεί η πιθανή νομοθέτηση από πλευράς Commission, της δυνατότητας πώλησης χύμα ελαιολάδου από καταστήματα πώλησης και από διάφορα άλλα δίκτυα διανομής, καθώς θα αποτελούσε μια ιδιαίτερα δυσάρεστη εξέλιξη, τόσο για την ασφάλεια του καταναλωτή, όσο και για την ανάπτυξη του συνόλου του ελαιοκομικού τομέα.
Σε μια περίοδο κατά την οποία η αντίληψη των καταναλωτών για την σιγουριά και εγγύηση ποιότητας, που παρέχουν τα τυποποιημένα και επώνυμα ελαιοκομικά προϊόντα, είναι θετική και παράλληλα η αλλαγή της νομοθεσίας προς το αυστηρότερο, μείωσε την διακίνηση αμφιβόλου ποιότητας ελαιόλαδα, κάθε πιθανή επιστροφή στην αβεβαιότητα της διακίνησης σε ανώνυμη μορφή ενός τόσο ευαίσθητου τροφίμου θα απέβαινε καταστροφική για το σύνολο του τομέα, προεξάρχοντος του πρωτογενούς τομέα και των ελαιοπαραγωγών που τον απαρτίζουν.
Όπως και στο παρελθόν έχει τονισθεί:
1. Η πώληση χύμα ελαιολάδου στην λιανική αγορά αποτελεί πρακτική η οποία δεν εγγυάται την ασφάλεια του τροφίμου, σε αντίθεση με την τυποποίηση και συσκευασία σε περιέκτες έως 5 λίτρα, πρακτική η οποία έχει αποδειχθεί ως η μόνη που εγγυάται την προστασία του καταναλωτή και έχει επικυρωθεί και μέσω της πρόσφατης δημοσίευσης του κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμού 2022/2104 για τις προδιαγραφές εμπορίας ελαιολάδου.
2. Η μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια των καταναλωτών και η διασφάλιση της αυθεντικότητας και ποιότητας των προϊόντων του τομέα, επιτυγχάνεται μόνο με τα επώνυμα τυποποιημένα προϊόντα τα οποία και δημιουργούν αύξηση της προστιθέμενης αξίας τους.
3. Οι μικρές και εξασφαλισμένες ποιοτικά επώνυμες τυποποιημένες συσκευασίες έχουν επί δεκαετίες καταξιωθεί και έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών.
4. Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις ήδη λαμβάνονται σοβαρά υπόψη από τις επιχειρήσεις του τομέα και οι συσκευασίες του τυποποιημένου ελαιολάδου καθώς τηρούν όλους τους σχετικούς κανονισμούς.
5. Η τυποποίηση ελαιολάδου, λαμβάνοντας υπόψη την υψηλή διατροφική αξία του προϊόντος, αποτελεί εγγύηση για την ποιότητά του, την αποφυγή νοθείας και την τήρηση των κανόνων υγιεινής και προστασίας από την θερμότητα, το φως και την οξείδωση σε όλο το διάστημα αποθήκευσης και διακίνησης, προς όφελος της ασφάλειας του καταναλωτή.
6. Όλες οι επιχειρήσεις τυποποίησης και συσκευασίας πληρούν διαρκώς και σε όλα τα στάδια παραγωγής και διακίνησης, τις υψηλότερες απαιτήσεις για διαπίστευση, σύμφωνα με τα πρότυπα ποιότητας (HACCP,ISO, BRC, IFS κλπ) και υγιεινής και εξασφαλίζουν την ποιότητα του ελαιολάδου αλλά και την φήμη της ποιότητάς του μέχρι το τραπέζι του καταναλωτή.
7. Οι ποιοτικοί έλεγχοι στις επιχειρήσεις τυποποίησης και συσκευασίας είναι πάντα σε πολύ μεγαλύτερο επίπεδο σε σχέση με τους αντίστοιχους σε ένα κατάστημα λιανικής πώλησης, όπου πρακτικά είναι σχεδόν αδύνατη η παρακολούθηση της ποιότητας του παραμένοντος ελαιολάδου μετά την αποσφράγιση της «χύμα» μεγάλης συσκευασίας και την σταδιακή του πώληση.
8. Είναι γνωστό, ότι ήδη μέσα και από την διαρκώς αυστηρότερη ευρωπαϊκή νομοθεσία, καταβάλλεται προσπάθεια από τις επιχειρήσεις τυποποίησης για την μείωση των υπολειμμάτων των συσκευασιών και την ανακύκλωση των υλικών τους, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Ε.Ε (χρήση μη αποσπώμενων πωμάτων, χρήση ανακυκλωμένου PET, κλπ). Όλα αυτά είναι αμφίβολο ότι θα μπορούν να εφαρμοστούν και να ελεγχθούν στους «περιστασιακούς» περιέκτες που θα προσφέρονταν προς άμεση χρήση από τους καταναλωτές».
Όπως δηλώνει ο πρόεδρος του ΣΕΒΙΤΕΛ κ. Κωνσταντίνος Κουτσιούμπης, «το ελαιόλαδο είναι πηγή υγείας και ζωής. Είναι ένα πλούσιο φυσικό προϊόν με υψηλή θρεπτική και βιολογική αξία το οποίο όμως απαιτεί κατά τα διάφορα στάδια της παραγωγής, της τυποποίησης και της εμπορίας του, την τήρηση αυξημένων γενικών και ειδικών απαιτήσεων, οι οποίες διασφαλίζονται μόνο με τα τυποποιημένα και επώνυμα προϊόντα, που χιλιάδες επιχειρήσεις του ελαιοκομικού τομέα παράγουν και διακινούν, συμβάλλοντας στην οικονομία και στην προστασία των καταναλωτών».
Πηγή: dikaiologitika.gr