Ο νέος Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας (Κ.Ο.Κ.) βάζει στο στόχαστρο μια παράνομη «πατέντα» που χρησιμοποιούν αρκετοί οδηγοί για να προχωρούν σε μια πολύ επικίνδυνη παράβαση.
Οι κάμερες ελέγχου ταχύτητας έχουν αποδειχθεί ένα από τα πιο αποτελεσματικά μέτρα για τον περιορισμό των τροχαίων παραβάσεων και τη μείωση των ατυχημάτων στους δρόμους.
Παρόλα αυτά, δεν λείπουν οι οδηγοί που βρίσκουν τρόπους να ξεφεύγουν από τον έλεγχο αυτό, αξιοποιώντας συσκευές που κυκλοφορούν ελεύθερα στο εμπόριο και είναι εύκολα προσβάσιμες.
Ο λόγος για τα γνωστά αντί-ραντάρ, δηλαδή συσκευές που μπορούν να εντοπίζουν κάμερες ή ραντάρ μέτρησης ταχύτητας. Έτσι, οι οδηγοί που κινούνται με υπερβολική ταχύτητα ειδοποιούνται όταν πλησιάζουν σε σημείο ελέγχου, ώστε να μειώνουν προσωρινά ταχύτητα, πριν επιστρέψουν στη συνήθη επικίνδυνη οδήγηση σε τμήματα του δρόμου χωρίς κάμερες.
Η χρήση αντί-ραντάρ θεωρείται επικίνδυνη, όχι μόνο επειδή ενθαρρύνει τον οδηγό να κινείται με υπερβολική ταχύτητα όταν δεν υπάρχουν κάμερες, αλλά και γιατί δημιουργεί μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας. Ουσιαστικά, επιτρέπει στους παραβάτες να παρακάμπτουν τον έλεγχο της Τροχαίας, υπονομεύοντας τον βασικό στόχο των καμερών: να περιορίσουν τις παραβάσεις και να μειώσουν τα τροχαία ατυχήματα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα παραμένει στις υψηλότερες θέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά τους θανάτους από τροχαία δυστυχήματα ανά εκατομμύριο κατοίκων. Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι η υπερβολική ταχύτητα είναι ένας από τους βασικότερους παράγοντες αυτών των δυστυχημάτων. Για τον λόγο αυτό, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μεγάλη επένδυση στην εγκατάσταση νέων καμερών και ραντάρ, ειδικά σε οδικά τμήματα που θεωρούνται επικίνδυνα ή έχουν «μαύρη» ιστορία ατυχημάτων.
Φυσικά, η χρήση των συσκευών αντι-ραντάρ, ρυθμίζεται αυστηρά από τη νομοθεσία. Αν και η πώλησή τους στο ελεύθερο εμπόριο θεωρείται νόμιμη, η κατοχή και λειτουργία τους μέσα σε αυτοκίνητο, χωρίς την απαιτούμενη άδεια, αποτελεί παράβαση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στον ΚΟΚ: «Η παράβαση της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος με εξοπλισμό εντοπισμού συσκευών μέτρησης ταχύτητας, καθώς και της οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος με εξοπλισμό παρεμπόδισης συσκευών μέτρησης ταχύτητας κατατάσσεται στην κατηγορία Ε3-Β».
Με πρακτικούς όρους, αυτό σημαίνει ότι όποιος οδηγός εντοπιστεί με συσκευή αντί-ραντάρ στο όχημά του αντιμετωπίζει διοικητικό πρόστιμο 350 ευρώ, ενώ ταυτόχρονα προβλέπεται και αφαίρεση της άδειας κυκλοφορίας και του διπλώματος οδήγησης για διάστημα τριάντα ημερών. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι την τελευταία αναθεώρηση του ΚΟΚ οι κυρώσεις ήταν πολύ πιο αυστηρές: Το πρόστιμο έφτανε τα 2.000 ευρώ, ενώ η άδεια οδήγησης αφαιρούνταν επί τόπου για 30 ημέρες και τα στοιχεία κυκλοφορίας του οχήματος για 60 ημέρες.