Θέματα ασφαλείας σε μια από τις μεγαλύτερες γέφυρες της χώρας εντοπίζει ο Στέργιος Μητούλης πολιτικός μηχανικός και αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Surrey μετά από αυτοψία και έλεγχο που πραγματοποίησε στην γέφυρα της τεχνητής λίμνης Πολυφύτου.
Ο Στέργιος Μητούλης μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ διαπίστωσε ότι «υπάρχουν κατακόρυφες μετακινήσεις σε κάποιους από τους προβόλους της γέφυρας που είναι ορατές ακόμη και δια γυμνού οφθαλμού» στα Σέρβια.
Επεσήμανε ότι «τα κεντρικά τμήματα των προβόλων δεν συνδέονται καλά με το κατάστρωμα της γεφύρας και υπάρχει ορατός κίνδυνος να πέσουν» ενώ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο «να υπάρξουν τοπικές καταρρεύσεις εξαιτίας των εκτεταμένων βλαβών που μπορεί να παρουσιάσουν οι πρόβολοι το επόμενο διάστημα». Εξαιτίας αυτού του γεγονότος συμπεραίνει ο κ Μητούλης «έχει μειωθεί σημαντικά η ασφάλεια της κατασκευής, δηλαδή έχει μειωθεί ο συντελεστής ασφαλείας που λεμέ εμείς οι μηχανικοί και αυτό χρήζει περαιτέρω μελέτης και επεμβάσεων που όσο πιο σύντομα γίνουν τόσο πιο καλύτερα».
Ως άμεσο και πυροσβεστικό μέτρο, προτείνει «να συνδεθούν τα κομμάτια της γεφύρας με τους προβόλους που αυτή την στιγμή φαίνεται να είναι ασύνδετα» γιατί ένα κεντρικό κομμάτι της γεφύρας μήκους 40 μέτρων που εδράζεται στους δύο προβόλους έχει πρόβλημα και «μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να αποκοπεί από το κατάστρωμα».
Δεν επαρκεί ο οπτικός έλεγχος
Επεσήμανε ότι δεν επαρκεί ο οπτικός έλεγχος, ότι χρειάζεται «να προχωρήσουμε σε μια εις βάθος έρευνα στην γέφυρα να δούμε, τι συμβαίνει στο εσωτερικό της σε τι κατάσταση είναι το σκυρόδεμα, οι οπλισμοί και οι προεντάσεις, χρειάζεται να μελετήσουμε με κάθε λεπτομέρεια το εσωτερικό κιβώτιο της γεφύρας αλλά και την κατάσταση του και με βάση αυτά τα δεδομένα να μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι μπορούμε να λάβουμε κάποια μέτρα». Ξεκαθάρισε ότι δεν μπορούμε «να βγάλουμε εντελώς από το παιχνίδι τον κίνδυνο, αλλά μπορούμε να κάνουμε κάτι ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος απώλειας ενός από αυτών των αμφιέριστων τμημάτων που είναι στο κέντρο της γεφύρας».
Εν αντιθέσει με τα προκατασκευασμένα κομμάτια της γεφύρας όπου θα μπορούσαν να αλλάξουν κάποια δοκάρια και να επανέλθει η κατάσταση της σε φυσιολογικά επίπεδα, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι το ίδιο μπορεί να συμβεί και με το κομμάτι της γεφύρας που κατασκευάστηκε με την μέθοδο της προβολοδόμησης και επιτόπου σκυροδέτησης και που σήμερα αντιμετωπίζει το πιο σοβαρό πρόβλημα.
Ο κ. Μητούλης τόνισε ότι «είναι σχεδόν αδύνατο να σταματήσει κανείς το φαινόμενο της κάθετης μετακίνησης προβόλων μήκους 30 μέτρων» και συμπλήρωσε ότι τα όποια μέτρα μπορούμε να λάβουμε για να σταματήσουν τέτοια φαινόμενα «έχουν πολύ μικρές δυνατότητες».
«Όπως στη γέφυρα που κατέρρευσε στη Γένοβα»
Ο Σέργιος Μητούλης προχώρησε σε μια επισήμανση που μάλλον θα ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά του τεχνικού κόσμου αλλά και του πολιτικού προσωπικού που έχει στην ευθύνη του την διαχείριση τέτοιων θεμάτων. Τα αμφιέρειστα κομμάτια της Υψηλής Γέφυρας Σερβίων, «είναι παρόμοια με τα αμφιέρειστα κομμάτια της γεφύρας που κατέρρευσε στην Γένοβα».
Αποκάλυψε ότι η μελέτη της γεφύρας Σερβίων έγινε από ένα Ελληνικό μελετητικό γραφείο σε συνεργασία με τον καθηγητή Ρικάρντο Μοράντι ο οποίος μελέτησε και σχεδίασε την περίφημη γέφυρα της Γένοβας που χτίστηκε το 1967 και που πήρε το τιμητικά το όνομά της ως «γέφυρα Μοράντι» από τον σχεδιαστή της. Στα σχέδια της μελέτης που υπάρχουν στα αρχεία της Περιφέρειας δυτικής Μακεδονίας «αναγράφεται το όνομα του συγκεκριμένου καθηγητή ως μελετητή γεγονός που αποδεικνύει ότι η μελέτη της γέφυρας είναι δικιά του».
Ο κ. Μητούλης δηλώνει ότι το σύστημα προεντάσεως στην γέφυρα της Γένοβας αλλά και των Σερβίων «που είχε επιλέξει τότε ο Ιταλός καθηγητής ο οποίος πίστευε ότι το σκυρόδεμα προστατεύει τους τένοντες της γεφύρας δεν ισχύει εδώ και 20 χρόνια». Η Γέφυρα της Γένοβα κατέρρευσε στις 14 Αυγούστου 2018 και όπως τονίζει ο κ. Μητούλης «μετά από ενδελεχή έρευνα Ιταλών καθηγητών γνωρίζουμε τι ακριβώς πήγε λάθος και τι έχει συμβεί».
Το πρόβλημα εντοπίζεται στο αρχικό τμήμα της γέφυρας από την Κοζάνη προς τα Σέρβια όπου στο τμήμα αυτό η κατασκευή του καταστρώματος έγινε με την μέθοδο της προβολοδόμησης και επιτόπου σκυροδέτησης. Όπως διευκρίνισε ο κ. Μητούλης μετά την κατασκευή του πυλώνα δεξιά και αριστερά σε μήκος τριάντα μέτρων έγινε η κατασκευή των προβόλων και πάνω στους προβόλους στηρίχθηκαν τα απλά αμφιέρειστα εδραζόμενα κομμάτια μήκους σαράντα μέτρων της γεφύρας του οδοστρώματος.
Το υπόλοιπο μέρος της γεφύρας έγινε με προκατασκευασμένους σπονδύλους που στηρίζονται σε εφέδρανα.
Μέθοδος δεκαετίας του ’60
Στη χώρα μας η μέθοδος έχει εφαρμοσθεί από τη δεκαετία του 1960 σε γέφυρες συνδεόμενες με έργα της ΔΕΗ όπως η γέφυρα της Μέγδοβας, η γέφυρα Τατάρνας της λίμνης Κρεμαστών και της Πλατανόβρυσης στον ποταμό Νέστο. Επίσης μετά το 2000 η μέθοδος εφαρμόστηκε σε όλες τις γέφυρες κατά μήκος της Εγνατίας οδού.
Ο Στέργιος Μητούλης διευκρίνισε ότι «αυτό που διαφοροποιεί σήμερα την συγκεκριμένη μέθοδο με το παρελθόν είναι η ποιότητα των υλικών, ο καλύτερος έλεγχος της ποιότητας και προστασίας των οπλισμών και των προεντάσεων και ότι προφανώς σήμερα διαθέτουμε πολύ καλύτερες μεθόδους να υπολογίσουμε τα σύνθετα προβλήματα των κατασκευών μας. Από το 1976 μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει πάρα πολλά πράγματα» κατέληξε.
Σε ερώτηση μας για το εάν υπάρχει θέμα βύθισης κάποιων εκ των πυλώνων της γεφύρας επικαλέστηκε επιστημονική εργασία που έχει δημοσιευθεί σε έγκυρα περιοδικά, όπου με την βοήθεια δορυφορικών φωτογραφιών από το 2014 – 2018 αποκλείεται τέτοιο πρόβλημα. «Προσωπικά δεν πιστεύω ότι θα έχουμε ένα τέτοιο πρόβλημα, φαίνεται ότι το πρόβλημα είναι τοπικό και εντοπίζεται στο φαινόμενο της προβολοδόμησης» κατέληξε ο κ. Μητούλης.
Το θέμα φαίνεται ότι θα συζητηθεί στην προσεχή συνεδρίαση του περιφερειακού συμβουλίου όπου ο περιφερειάρχης Γιώργος Κασαπίδης θα ενημερώσει το σώμα για τις διαπιστώσεις του κ. Μητούλη και θα ζητήσει την έγκριση εκπόνησης μελέτης από τον ίδιο καθηγητή για την κατάσταση της γέφυρας.
Ο κ. Μητούλης δήλωσε ότι για το συγκεκριμένο πρότζεκτ «θα χρειαστούν επιστήμονες με προηγμένη τεχνογνωσία στην φωτογραμμετρία, στην χρήση και ανάλυση δορυφορικών εικόνων για να καταλάβουμε πιθανές μετακινήσεις και την εξέλιξη του φαινόμενου καθώς και επιστήμονες με ειδικευμένη γνώση σε τέτοια προβλήματα».
Δέχτηκε νέα επιβάρυνση
Με αφορμή τις αγροτικές κινητοποιήσεις και τα μπλόκα των αγροτών στα Τέμπη το 2010 η αστυνομία διοχέτευσε την κίνηση των βαρειών οχημάτων προς στον άξονα Κοζάνης Λάρισας μέσω της γεφύρας των Σερβίων. Όπως αναφέρουν υψηλόβαθμου υπηρεσιακοί παράγοντες της περιφέρειας δυτικής Μακεδονίας η επιβάρυνση που δέχθηκε τότε η γέφυρα από τον κυκλοφοριακό φόρτο ήταν τεράστια. Επισημαίνουν ότι από τότε ξεκίνησε μια αλληλογραφία με το υπουργείο Υποδομών κα που κράτησε για αρκετά χρόνια προκειμένου να παρθούν μέτρα και να γίνουν έρευνες και μελέτες τόσο για τα προβλήματα που παρουσιάζει η γέφυρα, όσο και για τον κυκλοφοριακό φόρτο που μπορεί να δεχθεί. Όπως δηλώνουν δεν υπήρξε ποτέ απάντηση για τα προβλήματα που τέθηκαν για την ασφαλή διέλευση της γέφυρας.
Μετά την αυτοψία του καθηγητή Μητούλη ο περιφερειάρχης δυτικής Μακεδονίας Γιώργος Κασαπίδης με έγγραφο του ζητά από την αστυνομικό διευθυντή Κοζάνης να τεθούν περιοριστικά μέτρα που θέτουν:
– Μείωση του ορίου ταχύτητας των διερχόμενων οχημάτων από την γέφυρα στα 40 χλμ / ώρα
– Και μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος των διερχόμενων οχημάτων στους 50 τόνους.
ΣΠΥΡΟΣ ΚΟΥΤΑΒΑΣ
ΑΠΕ-ΜΠΕ