Δυστυχώς το Ανω Βόιο έχει άδεια χωριά, όπως έχει και κλειστά σχολειά. Σε όλα τα χωρία διαμένουν τον χειμώνα λίγοι ηλικιωμένοι κάτοικοι, σε άλλλα εννιά άτομα σε άλλα δεκα και σε ελάχιστα πάνω από τριάντα.
Οσα άτομα όμως και αν υπάρχουν στα χωριά μας, έχουν τον ιδιο τρόπο συμβίωσης που δεν είναι πλέον ο παλιός κοινοτικός, αλλά μια απομίμηση του αστικού.
Ολα τα απαραίτητα εξασφαλίζονται με ψώνια από τα σούπερ μάρκετ του Τσοτυλίου.
Η τηλεόραση έχει υποκαταστήσει και το καφενείο, οι γνώμες δεν κοινωνούνται, προσλαμβάνονται από το «κουτί», ασυνείδητα ή συνειδητά, και παπαγαλίζονται. Δάσκαλος δεν υπάρχει πια στα χωριά ούτε παπάς.
Τα σχολεία σε όλα τα χωρία κλειστά εδώ και χρόνια, Και ο παπάς έρχεται με το Ι.Χ. του, όπως κάθε δημόσιος υπάλληλος, ικανοποιεί τις «θρησκευτικές ανάγκες του λαού» και φεύγει
Αυτή η κατάσταση επικρατεί σε όλα τα χωρία του Βοίου. Το χωρίο μας η Κορυφή δεν έχει ούτε καφενείο!!!!
Χωρίς καφενείο, παπά, δάσκαλο, το χωριό δεν είναι πια χωριό, δεν συνιστά κοινότητα, καθως δεν λειτουργούν πλέον οι άξονες της κοινωνικής συνοχής.
Η διατήρηση του καφενείου στα χωρία μας ειναι επιτακτική αναγκη επειδή ο χώρος αυτός διαχρονικά συμβολίζει το κέντρο αναφοράς.
Σε στενάχωρες στιγμές λύπης και μνήμης εκεί συγκεντρωνόμασταν για τη σιωπηλή παρηγοριά και σηκώναμε τα κρασοπότηρά μας. Ομως, και σε στιγμές χαράς και γιορτής πάλι στο ίδιο καφενείο, με τα ίδια πρόσωπα τραγουδάγαμε, συντρώγαμε, κουτσοπίναμε και ευχόμασταν.
Στην καθημερινότητα, το καφενείο ήταν άλλοτε «εκκλησία του Δήμου», άλλοτε «λαϊκό δικαστήριο» και άλλοτε λυτρωτικό καθαρτήριο ψυχής. Τόσο τον χειμώνα με την ξυλόσομπα όσο και το καλοκαίρι, ήμασταν εκεί.
Εκεί, όλοι καταθέταμε απόψεις, ακούγαμε άλλες γνώμες, ενημερωνόμασταν, φωνάζαμε, «τσακωνόμασταν», τους τα λέγαμε ένα χεράκι, βρε αδερφέ… «τα βγάζαμε από μέσα μας». Κατά τις περιόδους των διακοπών, στον κόμβο του καφενείου δηλώναμε την έλευση – παρουσία μας.
Εκεί αναλύαμε τα αποτελέσματα των εκλογών. Eκεί λέγαμε αναδρομικά τα νέα μας, τις προόδους μας, τις επιτυχίες των παιδιών μας, τους προβληματισμούς, τις πίκρες, τις νίκες και τις ήττες μας. Μέσα στον καφενέ-σύμβολο δεν «χωρούσαν» πολυτελή αυτοκίνητα και πανάκριβα ρούχα. Πλούσιοι και πένητες ήταν παρέα όλοι μαζί και ίσοι απέναντι στο τσίπουρο του… ενος ευρώ.
Στον καφενέ συχνάζουμε εμείς. Ομως, στον καφενέ πήγαινε συνεχώς ο πατέρας, ο παππούς, ο προπάππους μας. Δεν πρέπει να κοπεί αυτό το χωροχρονικό νήμα των γενεών. Η εμπειρία και η αύρα των κακοτράχαλων εποχών εξακολουθούν να έχουν πολλά να μας διδάξουν.
Περισσότερο από ποτέ είναι σήμερα επιτακτική η ανάγκη διατήρησης του «θεσμού» του καφενείου. Αυτό θα αποτελέσει κυματοθραύστη απέναντι στις θύελλες της μελαγχολίας και της αυτοαπομόνωσης.
Πόλο έλξης για νέους και ηλικιωμένους, για μόνιμους και εποχικούς κατοίκους. Ο καφενές-στέκι πρέπει να παραμείνει, πάση δυνάμει, σημείο αναφοράς για κάθε τοπική κοινωνία.
Για να συμβεί κάτι τέτοιο δεν αρκούν λόγια και διαγγέλματα. Σε όλα τα επίπεδα πρέπει να υπάρξει ευαισθητοποίηση .
Οι σεβαστές αρμόδιες εποπτεύουσες και ελεγκτικές αρχές καλό είναι να μην εξαντλούν την αυστηρότητά των, αλλά αντίθετα να διευκολύνουν αυτες τις προσπάθειες Δεν είναι δυνατόν για το καφενείο στην Κορυφή να απαιτούνται οι ιδιες διδικασίες που απαιτούνται για καφενείο σε κεντρικό δρόμο της Αθήνας.
Είναι καιρός για να ανοίξει και πάλι το Καφενείο της Κορυφης δημιουργώντας «το καφενείο τού αύριο», χωρίς να λησμονά τη συνταγή τού χθες.
Σε αυτό το σημείο ίσως χρειαστεί εμείς, οι πελάτες – θαμώνες με θετικό πνεύμα και με «έναν καλό λόγο» να στηρίξουμε έμπρακτα τις ενδεχόμενες κινήσεις των συμπατριωτών μας που θα το επιχειρησουν , ξεφεύγοντας από την αυτοκαταστροφική νοοτροπία περί του… ευκταίου ψόφου «της κατσίκας του γείτονα».
Σημ: Οι φωτογραφίες από το καφενείο της Κορυφης. Καποτε λειτουργούσαν μέχρι και τεσσερα. Σημερα κανένα!!!!!!!!
Βασίλης Παπαδημούλης
Θα πρέπει να ντρέπεστε γι αυτό που λέτε όπως κάθε δημ. Υπάλληλος πάνε οι Ιερεις στο χωριό να εξηπηρετουν τις θρησκευτικές ανάγκες. Ρωτήσατε μήπως αν αυτός ο ιερέας έχει οικογένεια?που ζει? Αν πέραν του μισθού του που θα ζήσει πάει 180χλμ για να λειτουργήσει και να γυρίσει σπίτι του? Η μήπως αν κάποιος καλύπτει τα έξοδα του αυτά? Και ότι υπάρχει έλλειψη και κάνεις δεν θέλει να πάει? Ξέρετε τι τραβάνε? Και όλα τα έξοδα απ τη τζεπη τους είναι. Αν σταματήσει και αυτό τότε θα είναι το χάος.. Τότε πείτε και κατακρίνετε.