Κοινός παρονομαστής μία γυναίκα, η οικιακή βοηθός που τους φρόντιζε το τελευταίο διάστημα πριν φύγουν όλοι από τη ζωή.
Η οικιακή βοηθός, με καταγωγή από την Βουλγαρία, που είχε προσληφθεί από τον περασμένο Φεβρουάριο, μιλώντας στην Αγγελική Νικολούλη υποστήριξε ότι κράτησε τα κλειδιά του σπιτιού «για να τα παραδώσει αν εμφανιστούν συγγενείς και όχι σε κάποιον άγνωστο».
Γείτονες από την πολυκατοικία, όπου διέμενε η οικογένεια Σιδηροπούλου, κάνουν λόγο για ξαφνική κατάπτωση και των τριών.Ένα συγκλονιστικό θρίλερ με αποκαλύψεις και ανατροπές στο «Φως στο Τούνελ» της Παρασκευής 9 Απριλίου.
Οι αποκαλύψεις στην Αγγελική Νικολούλη
Η υπόθεση της εύπορης και εσωστρεφούς οικογένειας Σιδηροπούλου στο Ελληνικό , δεν είναι απλώς τραγική…Μέσα σε μόλις 13 ημέρες, και τα τρία μέλη της–μητέρα, κόρη και γιος– πέθαναν διαδοχικά υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, αφήνοντας πίσω τους ένα απόκοσμο μυστήριο και πολλά αναπάντητα ερωτήματα.
Ανεξήγητες μετακινήσεις, περίεργες επισκέψεις σε νοσοκομεία, σεντόνια που «καθαρίστηκαν» μετά τους θανάτους, ύποπτες κινήσεις με μπράβους και ένα κινητό που ενεργοποιήθηκε… μετά τον θάνατο του ιδιοκτήτη του. Γεγονότα που μόνο τυχαία δεν μοιάζουν με φόντο μια μεγάλη περιουσία την ώρα που δεν έχει εμφανιστεί ακόμα κανένας συγγενής…
Ο θάνατος χτύπησε τρεις φορές …
Πρώτη έφυγε από τη ζωή η μητέρα, Κατερίνα Σιδηροπούλου, 98 χρόνων, συνταξιούχος του ΙΚΑ. Στις 11 Απριλίου μεταφέρθηκε στο «Ερυθρός Σταυρός» με έντονους εμετούς. Τέσσερις ημέρες μετά, τη Μεγάλη Τρίτη 15 Απριλίου, κατέληξε. Η αιτία θανάτου: σηπτική καταπληξία. Εκκρεμούν νεκροτομή και τοξικολογικές εξετάσεις.
Έξι μέρες αργότερα, η κόρη της, Βαρβάρα – Βέρα Σιδηροπούλου, 78 χρόνων, ιδιωτική υπάλληλος, με βηματοδότη και πρόσφατο τραυματισμό στο πόδι, αφήνει κι εκείνη την τελευταία της πνοή. Είχε μεταφερθεί από το «Ιπποκράτειο» στο «Ασκληπιείο Βούλας», όπου κατέληξε τη Δευτέρα του Πάσχα, 21 Απριλίου. Η γνωμάτευση: πολυοργανική ανεπάρκεια και καρδιακή ανακοπή. Εκκρεμούν επίσης οι απαραίτητες εξετάσεις.
Κι ενώ ο κύκλος του θανάτου φαινόταν να κλείνει, ήρθε το τρίτο χτύπημα. Ο Μιχάλης – Μάικλ Σιδηρόπουλος, 75 χρόνων, επιχειρηματίας, συγγραφέας, με καριέρα στον Καναδά, πέθανε στις 28 Απριλίου στο «Ιόνιο Θεραπευτήριο» Κορυδαλλού. Είχε νοσηλευτεί αρχικά στον «Ερυθρό Σταυρό» και στη συνέχεια μεταφέρθηκε εκεί λόγω ραγδαίας επιδείνωσης. Η αιτία θανάτου: καρδιακή ανακοπή. Εκκρεμούν νεκροτομή και εξετάσεις. Κανένας συγγενής δεν έχει βρεθεί.
Φίλος του Μιχάλη Σιδηρόπουλου, Ελληνοκαναδός που ταξίδεψε από το Τορόντο για να τον βρει, βρέθηκε μπροστά σε μια ανεξήγητη και συγκλονιστική πραγματικότητα. Όχι μόνο δεν κατάφερε να εντοπίσει τον φίλο του, αλλά πληροφορήθηκε πως και τα τρία μέλη της οικογένειας –ο Μιχάλης, η μητέρα του και η αδερφή του– έφυγαν από τη ζωή σχεδόν ταυτόχρονα, όλοι από την «καρδιά»…
«Ήρθα Πάσχα στην Ελλάδα για να δω τον φίλο μου. Πήγα στο σπίτι του στο Ελληνικό, αλλά δεν απαντούσε κανείς. Οι γείτονες δεν ήξεραν τίποτα. Μόνο ένας από παρακείμενο σπίτι μου είπε ότι πέθανε στις 29 Απριλίου… Αλλά και η μητέρα του και η αδερφή του έφυγαν από τη ζωή σχεδόν ταυτόχρονα! Δεν μπορούσα να το πιστέψω…», ανέφερε ο μάρτυρας που στάθηκε η αφορμή για να ανοίξει η υπόθεση.
Ο μάρτυρας, που πασχίζει να βρει απαντήσεις, αποκάλυψε πως η ίδια οικιακή βοηθός συνέχισε να μπαινοβγαίνει στο σπίτι των νεκρών, είχε κλειδιά και μετέφερε πράγματα με τη βοήθεια εύσωμων ανδρών σλαβικής καταγωγής, «σαν μπράβους».
«Καθαρίστηκαν τα σεντόνια από τα κρεβάτια των εκλιπόντων. Γιατί; Ποιος καθαρίζει σεντόνια νεκρών, αν δεν έχει κάτι να κρύψει;»
Όπως ανέφερε στην εκπομπή, η γυναίκα αυτή διαφημιζόταν μέσω Facebook ως αποκλειστική νοσοκόμα. Ίσως από εκεί την εντόπισε η οικογένεια.
Η γυναίκα-«μυστήριο» και οι σκιές στο παρασκήνιο…
Η οικιακή βοηθός, που είχε προσληφθεί τον Φεβρουάριο από γραφείο ευρέσεως εργασίας για να φροντίσει την υπερήλικη μητέρα, βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο. Η ίδια επιμένει πως «αγαπούσε και είχε δεθεί» με την οικογένεια, πως για αυτό προσπάθησε να παραλάβει τις σορούς τους και να τους θάψει μαζί αφού ήξερε ότι δεν είχαν συγγενείς.
Μιλώντας στην Αγγελική Νικολούλη υποστήριξε ότι κράτησε τα κλειδιά «για να παραδώσει το σπίτι αν εμφανιστούν συγγενείς και όχι σε κάποιον άγνωστο».
Κι όμως, μαρτυρίες την φέρουν να προσποιείται τη συγγενή προκειμένου να παραλάβει τις σορούς από τα νοσοκομεία πριν νεκροτομηθούν.
Η οικιακή βοηθός μιλά με την Αγγελική για όσα συνέβησαν…
Το τετ – α – τετ της βουλγαρικής καταγωγής, οικιακής βοηθού με την Αγγελική Νικολούλη, είναι αποκαλυπτικό…
Αγγελική: Καλησπέρα είμαι η Αγγελική Νικολούλη. Τι κάνεις;
Οικ. Βοηθός: Καλά ευχαριστώ εσείς;
Αγγελική: Δεν μου λες εσένα που σε βρήκε η κόρη;
Οικ. Βοηθός: Από γραφείο…
Αγγελική: Ήθελε η Βέρα να βοηθήσεις την μητέρα της, τον αδερφό της και την ίδια. Έτσι δεν είναι;
Οικ. Βοηθός: Μάλιστα αλλά όταν πήγα σπίτι η κυρία Βέρα ήταν πολύ καλά. Δεν είχε κάποιο πρόβλημα, απλά είχε πέσει μερικές φορές.
Αγγελική: Είχε όμως κάποιο ατύχημα με το πόδι, δεν είχε;
Οικ. Βοηθός: Όχι
Αγγελική: Εσύ κούκλα μου, πως το εξηγείς ότι μέσα σε δεκατρείς ημέρες πέθαναν όλοι; Είναι περίεργο δεν είναι;
Οικ. Βοηθός: Η κυρία Κατερίνα ήταν 99 χρόνων και ήταν στο κρεβάτι. Ωχ συγγνώμη…
Και τότε το τηλέφωνο ξαφνικά κλείνει… Η επικοινωνία όμως επανέρχεται…
Η δημοσιογράφος στην προσπάθεια της να λάβει τις απαντήσεις στα ερωτήματα που όλοι αναζητούν, επέμεινε στο περίεργο των τριών θανάτων. Ανέφερε πως η μητέρα της οικογένειας είχε κατακλίσεις που αντιμετωπίζονται στους υπερήλικες αλλά δεν την πρόσεξαν και η ηλικιωμένη έπαθε σηψαιμία.
«Εγώ αν δείτε και το τηλέφωνο μου, έχω καλέσει εκατό φορές τους γιατρούς. Η κυρία Βέρα όμως δεν απαντούσε ποτέ στις κλήσεις που τις έκαναν πίσω για να επιβεβαιώσουν όσα έλεγα. Μία φορά που επέμεινα και πήγα σπίτι να την βρω, την βρήκα πεσμένη στο πάτωμα», λέει χαρακτηριστικά.
Η Αγγελική Νικολούλη τότε την ρωτά αν γνώριζε τον αδερφό της Βέρας και εκείνη απάντησε αρνητικά και πως δεν τον είχε δει καθόλου στο σπίτι και ότι έμαθε από τους γείτονες ότι είχε αδερφό.
Αγγελική: Στον Ερυθρό Σταυρό όμως που μετέφεραν την μητέρα την κυρία Κατερίνα, ήταν ήδη και ο γιος της ο Μιχάλης.
Οικ. Βοηθός: Βέβαια το ξέρω..
Αγγελική: Ε και δεν πήγες να τον δεις; Να τον βοηθήσεις λιγάκι;
Οικ. Βοηθός: Πήγα ναι αυτό σας λέω. Όποτε πήγαινα να δω την κυρία Αικατερίνη πήγαινα να δω κι εκείνον. Τη δεύτερη φορά όμως που πήγα μου είπαν να μην μπω..
Αγγελική: Ο Μιχάλης είχε και μια φίλη.
Οικ. Βοηθός: Μια φορά την είδα , γνωριστήκαμε και με έφερε μάλιστα στο σπίτι. Δεν είχε καλές σχέσεις όμως με τον Μιχάλη. Έτσι ξέρω από την κυρία Βέρα, ότι αυτή δεν είναι φίλη είναι φίδι. Με είχαν πάρει και τηλέφωνο από το νοσοκομείο αν την γνώριζα αλλά τους είχα εξηγήσει ότι δεν την ήξερα. Μου είχαν πει ότι είχε πάει μαζί με άλλη μια κυρία ένα χαρτί στον κύριο Μιχάλη και τον πίεζαν για να το υπογράψει. Εκείνος είχε αρχίσει να φωνάζει και κάποιοι άλλοι ασθενείς φωνάξανε τους γιατρούς και οι γιατροί την αστυνομία. Αυτό ξέρω.
Αγγελική: Εσένα από τον Ερυθρό Σταυρό γιατί σε πήρανε να στο πουν αυτό;
Οικ. Βοηθός: Γιατί ήξεραν ότι προσέχω την αδερφή του την κυρία Βέρα και ήθελαν να την ενημερώσω. Εγώ της το είπα της κυρίας Βέρας και μου ζήτησε να την πάω κομμωτήριο και μετά από το νοσοκομείο για να τους διώξει. Μου είχε πει ότι θα μου έκανε και ένα χαρτί για να μπορώ να πηγαίνω μόνο εγώ στον αδερφό της και κανένας άλλος.
Αγγελική: Άρα εσύ είχε την μάνα και την κόρη και τον Μιχάλη η φίλη του;
Οικ. Βοηθός: Ναι
Αγγελική: Από τον Ερυθρό Σταυρό σου είχαν πει να μην μπεις στον θάλαμο του γιατί έγιναν κάτι περίεργα εκεί;
Οικ. Βοηθός: Δεν με αφήνανε γιατί νομίζανε ότι ήμουν κι εγώ της παρέας. Τότε τους είπα ότι ήμουν με την μητέρα του, και έτσι με αφήσανε…
«Ήθελα να τους θάψω μαζί για να μην μένουν στα ψυγεία…»
Η επικοινωνία με τη γυναίκα που για πολλούς αποτελεί το κλειδί αυτού του σκοτεινού γρίφου, συνεχίστηκε.
«Εγώ πήγαινα σπίτι για την κυρία Αικατερίνη που ήταν στο κρεβάτι. Μετά από επτά – δέκα ημέρες πήγα στο σπίτι και δεν μου άνοιξε κανείς, αλλά ούτε μου απαντούσαν στο τηλέφωνο. Την επόμενη ημέρα κάλεσε η κυρία Βέρα, η κόρη της στο γραφείο και είπε πως η μητέρα τους είχε πάει στο Νοσοκομείο και ότι θα με καλούσαν να πάω πάλι μόλις βγει.»
Μια μέρα μετά αλλάζει τη μαρτυρία για τη μητέρα…
Την αμέσως επόμενη ημέρα έπεσε σε μια βασική αντίφαση. Ανέφερε πως η μητέρα, η κυρία Κατερίνα, έκανε εμετούς στο σπίτι και για αυτό την πήγε η ίδια στο Νοσοκομείο. Μάλιστα την κατέγραψε σε βίντεο την ώρα της μεταφοράς της με το ασθενοφόρο.
«Το μοναδικό που είχε φάει ήταν ένα επιδόρπιο ζελέ. Αυτό ζητούσε εξάλλου συνέχεια. Όταν άφησα την κυρία Αικατερίνη στο Νοσοκομείο, πήγα να δω τον κύριο Μιχάλη και εκεί είδα μια κοπέλα που κάπνιζε στο παράθυρο. Με ρώτησε ποια είμαι και της είπα ότι φυλάω την μάνα του και ότι την έφερα στο Νοσοκομείο. Εκείνη μου είπε να περιμένω λίγο και κάποιον πήρε τηλέφωνο. Μάλλον τη φίλη του κυρίου Μιχάλη και μετά μου είπε πως δεν είχα δικαίωμα να πηγαίνω στο δωμάτιο του. Τότε δεν είπα κάτι σε εκείνη μόνο ρώτησα τον κύριο Μιχάλη αν είναι καλά και εκείνος μου ζήτησε να πω στην αδερφή του να κανονίσει να τις διώξει αυτές από εκεί.», λέει χαρακτηριστικά.
Η Αγγελική Νικολούλη ρώτησε την οικιακή βοήθο που φαίνεται να γνωρίζει πολλά για την οικογένεια Σιδηροπούλου, αν ήξερε να είχε ο Μιχάλης οικογένεια στον Καναδά, αλλά απάντησε ότι δεν γνώριζε τίποτα για εκείνον. Το μόνο που ήξερε από την αδερφή του ήταν πως δεν ήταν παντρεμένοι.
Αγγελική:Τώρα όμως γιατί μένεις στο σπίτι τους αφού δεν είναι δικό σου…
Οικιακή βοηθός: Δεν είναι δικό μου και θα φύγω από το σπίτι, απλά θα παραδώσω τα κλειδιά μόνο σε κάποιον συγγενή. Δεν θέλω να τα δώσε σε άγνωστο.
Μια μέρα πριν σε άλλη επικοινωνία έλεγε…
«Μπορώ εγώ να μένω εκεί. Υπάρχει πρόβλημα; Για το σπίτι εγώ μόνο έχω κλειδιά και δεν θα το δώσω σε κανέναν».
Η Αγγελική Νικολούλη τη ρώτησε γιατί έβγαζε πράγματα από το σπίτι και με τη βοήθεια κάποιον γνωστών της τα φόρτωνε και τα έπαιρνε. Εκείνη απάντησε πως κάτι τέτοιο δεν είναι αλήθεια.
Αγγελική: Μετά όταν πέθαναν εσύ γιατί πήγες σαν συγγενής να πάρεις τις σορούς και να τις θάψεις;
Οικιακή βοηθός: Το έκανα γιατί τους πονούσα. Πήγα για την κυρία Κατερίνα και την κυρία Βέρα. Επί ευκαιρίας ρώτησα και για τον κύριο Μιχάλη. Τόσες μέρες κάθονταν στο ψυγείο και είναι ακόμα. Το μόνο που σκεφτόμουν είναι ότι δεν υπάρχουν συγγενείς και έπρεπε να τους θάψουμε τους ανθρώπους. Ήθελα να είναι όλοι μαζί
Αγγελική: Ναι αλλά δεν έχει γίνει νεκροτομή και όπως καταλαβαίνεις πρέπει να γίνουν εξετάσεις. Δεν γίνεται να τους παραδώσουν έτσι τους ανθρώπους.
Οικιακή βοηθός: Εγώ δεν είπα κάτι. Απλά ρώτησα. Πως θα γίνει να θαφτούν οι άνθρωποι και μου είπαν ότι πρέπει να βρεθούν συγγενείς…
Αγγελική: Είχες βρει και γραφείο κηδειών;
Οικιακή βοηθός: Έχω ρωτήσει ναι… Μου είχαν πει και το πιο οικονομικό που ήταν 1300 το άτομο και εγώ μέσα στο σπίτι έχω βρει μια αλυσίδα χρυσή που θα την αξιοποιήσω. Λεφτά δεν είχαν…
Αγγελική: Και πως ζούσαν αυτοί οι άνθρωπο; Δεν είχαν λεφτά; Κάρτες;
Οικιακή βοηθός: Η κυρία Βέρα πήγαινε κάθε μέρα στην τράπεζα. Την κάρτα του κυρίου Μιχάλη την έχουν οι φίλες του. Κάρτες στο σπίτι δεν έχω δει.
Η ύποπτη σκηνή στο νοσοκομείο…
Στο «Ερυθρός Σταυρός», μάρτυρας περιέγραψε μια σοκαριστική σκηνή. Είδε τον Μιχάλη, σε πλήρη διαύγεια, να δέχεται επίσκεψη από δύο γυναίκες – μια φίλη του και μια άγνωστη συνοδό. Μαζί τους εμφανίστηκε ένας καλοντυμένος άνδρας με χαρτοφύλακα, που όπως έμαθε ήταν συμβολαιογράφος. Έκλεισαν το παραβάν, άρχισαν να μιλούν χαμηλόφωνα, μέχρι που ακούστηκαν φωνές. Ο Μιχάλης ζητούσε βοήθεια, καθώς – όπως κατάλαβε ο μάρτυρας – τον πίεζαν να μεταβιβάσει ακίνητο. Η ασφάλεια του νοσοκομείου επενέβη.
Λίγο αργότερα εμφανίστηκε και μια ιδιωτική νοσοκόμα, που όπως ανέφερε ο ίδιος ο ασθενής, ονομαζόταν Κλαούντια και ήταν ιταλικής καταγωγής. Ο ηλικιωμένος, όπως φάνηκε, δεν την ήθελε και της εξέφραζε συνεχώς την ενόχλησή του.
«Ο κ. Μιχάλης φώναζε και ζήτησε να καλέσουν την Αστυνομία. Ήρθαν αστυνομικοί και κατέγραψαν το περιστατικό», λέει ο μάρτυρας.
Όταν η κατάσταση φάνηκε να ηρεμεί, συνέβη κάτι ακόμα πιο ανησυχητικό.
«Την επόμενη μέρα μετά την τελευταία επίσκεψη αυτής της παρέας, η υγεία του κ. Μιχάλη παρουσίασε ραγδαία επιδείνωση. Δεν είχε πια καμία επαφή με το περιβάλλον. Σκέφτηκα ότι ίσως ταράχτηκε πολύ, αλλά η τόσο ξαφνική αλλαγή δεν μπορούσε να εξηγηθεί. Λίγες μέρες μετά, μάθαμε ότι πέθανε».
Το Κινητό της Νεκρής Βέρας…Ζωντάνεψε
Σοκ προκάλεσε το στοιχείο που αποκάλυψε η εκπομπή για το κινητό τηλέφωνο της αδελφής του Μιχάλη, Βέρας Σιδηροπούλου. Ο αριθμός της περιέργως ενεργοποιήθηκε δέκα ημέρες μετά τον θάνατό της.
Συγκεκριμένα, την 1η Μαΐου στις 12:39 μετά τα μεσάνυχτα, η εφαρμογή Viber έστειλε ειδοποίηση πως η Βέρα έγινε νέος χρήστης. Το κινητό της τέθηκε σε λειτουργία από πρόσωπο που γνώριζε το κωδικό πρόσβασης στην συσκευή και την κάρτα σιμ. Αυτό το γεγονός προκαλεί εύλογα ερωτήματα για τους λόγους που κάποιος χρησιμοποιεί τη συσκευή της. Μήπως επιχειρεί πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα ακόμη και σε τραπεζικούς λογαριασμούς της άτυχης γυναίκας;
Η συσκευή απενεργοποιήθηκε προφανώς όχι τυχαία αμέσως μετά την αποκάλυψη του «Τούνελ».