Ο επαρκής ύπνος έχει αποδειχθεί ότι συντελεί στην καλή υγεία του σώματος και του πνεύματος. Αλλά μια νέα μελέτη έρχεται να δείξει ότι ένα πρόγραμμα ύπνου, με σταθερή ώρα ύπνωσης και αφύπνισης είναι σημαντικό για την καρδιακή και μεταβολική υγεία των ηλικιωμένων.
Σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Scientific Reports, επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου Duke αφού ανέλυσε στοιχεία για 1.978 ηλικιωμένους κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, όσοι είχαν άστατο πρόγραμμα ύπνου, είχαν μεγαλύτερο σωματικό βάρος, υψηλότερα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, υψηλότερη αρτηριακή πίεση και μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο εντός δέκα ετών, συγκριτικά με εκείνους που κοιμόντουσαν και ξυπνούσαν σταθερές ώρες καθημερινά.
Όσοι είχαν άστατο πρόγραμμα ύπνου ήταν πιθανότερο να αναφέρουν συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους, παράγοντες που συντελούν σε επιδείνωση της καρδιακής υγείας.
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη είχα φορέσει συσκευές παρακολούθησης του ύπνου τους και η ηλικία τους κυμαινόταν από 54 έως 93 ετών, ενώ είχαν εξαιρεθεί όσοι είχαν διαταραχές ύπνου, όπως η άπνοια ύπνου.
Οι επιστήμονες είχαν καταγράψει τη διάρκεια ύπνου κάθε ατόμου και αν κάποιος προτιμούσε να ξυπνά νωρίς ή αργά το πρωί.
Τα άτομα με υπέρταση έτειναν να κοιμούνται περισσότερες ώρες και τα παχύσαρκα άτομα έτειναν να μένουν ξύπνια μέχρι αργά.
Αλλά και πάλι το πρόγραμμα ύπνου ήταν ο καλύτερος τρόπος πρόβλεψης του καρδιομεταβολικού κινδύνου που αντιμετώπιζε κάποιος.
Όσοι είχαν άστατο πρόγραμμα ύπνου, όπως ήταν αναμενόμενο, βίωναν περισσότερη υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας και ήταν λιγότερο δραστήριοι.
Οι ερευνητές σκοπεύουν να συνεχίσουν τη μελέτη με στόχο να καθορίσουν πως η βιολογία προκαλεί αλλαγές στο πρόγραμμα του ύπνου και το αντίστροφο.
Πηγή:aftodioikisi.gr