Ο κριθείς απ’ τους δημότες ως αποτυχημένος και γι’ αυτό ήδη απερχόμενος Δήμαρχος Κοζάνης, για άλλη μια φορά, αντί ν’ ασχοληθεί με τα προβλήματα της πόλης, με πρόσφατο άρθρο του τρέχει να προωθήσει απόψεις εδρεύουσας στην Ελβετία ΜΚΟ για τη νέα λιγνιτική μονάδα Πτολεμαΐδα V, τη ΔΕΗ και τη «δίκαιη μετάβαση».
Προσπαθούν με κάθε τρόπο να σταματήσουν την Πτολεμαΐδα V, αδιαφορώντας πως βρίσκεται πια σε τελική φάση κατασκευής.
Η ηλεκτρική ενέργεια είναι βασικός παράγων κόστους για την οικονομία οποιασδήποτε χώρας και γι’ αυτό πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο φθηνή, με ελεγχόμενο κόστος και με ασφάλεια εφοδιασμού ανεξαρτήτως των διεθνών γεωπολιτικών εξελίξεων.
Δυο γενιές Ελλήνων ηλεκτροδοτήθηκαν μετά το 1950 με μεγάλη επιτυχία με αξιοποίηση του εγχώριου λιγνίτη: μέχρι πριν μπούμε στα μνημόνια κάλυπτε σχεδόν τα 2/3 της ζήτησης, θωρακίζοντας τη χώρα απέναντι στις πετρελαϊκές κρίσεις.
Η απόφαση για να γίνουν 2 νέες λιγνιτικές μονάδες, η Μελίτη 2 και η Πτολεμαΐδα V, ήταν απολύτως εύλογη οικονομικά και συμφέρουσα για τη χώρα και πάρθηκε την προηγούμενη δεκαετία, επί κυβέρνησης ΝΔ και διοίκησης στη ΔΕΗ Αθανασόπουλου, με τη συμβολή του πρώην Περιφερειάρχη Δυτ. Μακεδονίας Γ. Δακή, δική μου και πολλών άλλων [1].
Η σύμβαση για την ανάθεση της μελέτης-κατασκευής υπογράφηκε το Μάρτιο 2013, επί κυβέρνησης ΝΔ-Πασοκ και διοίκησης στη ΔΕΗ Ζερβού, εξέχοντος στελέχους της δήθεν «πράσινης» ανάπτυξης.
Να θυμηθούμε πως το 2013 είχαν ήδη κλείσει λόγω παλαιότητας 3 λιγνιτικές μονάδες ισχύος 320MW. Μέχρι το 2015 θα έκλειναν κι άλλες λιγνιτικές ισχύος 590MW, καθώς επίσης και πετρελαϊκές και φυσικού αερίου συνολικής ισχύος 1280 MW περίπου, ενώ για το τέλος της δεκαετίας είχε ήδη προγραμματιστεί η απόσυρση των 4 μονάδων του ΑΗΣ Καρδιάς, ισχύος 1220MW, (λόγω αδυναμίας συμμόρφωσης με τη νέα Οδηγία της ΕΕ για τις βιομηχανικές εκπομπές).
Με βάση τα πιο πάνω, η κατασκευή της Πτολεμαΐδα V είναι στρατηγικής σημασίας για τη χώρα, καθώς διασφαλίζεται η αναπλήρωση μέρους της αποσυρόμενης λιγνιτικής ισχύος κι αντικαθίστανται παλιές μονάδες με μια νέα, που ενσωματώνει τις πιο πρόσφατες τεχνολογίες, τόσο για υψηλή οικονομική απόδοση όσο και για σημαντικά μειωμένες εκπομπές ρύπων.
Ακριβώς τον ίδιο δρόμο είχαν ακολουθήσει νωρίτερα η Γερμανία, η Τσεχία, η Πολωνία, κλπ.
Η Πτολεμαΐδα V θα είναι η μονάδα βάσης με το χαμηλότερο προ φόρων λειτουργικό κόστος, διασφαλίζοντας φθηνή ενέργεια για τους Έλληνες καταναλωτές.
Ταυτόχρονα η χώρα θα συνεχίσει να αξιοποιεί τον πολύτιμο δικό μας «μαύρο χρυσό» προς όφελος της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας και η προσπάθεια ανάκαμψης της οικονομίας ενισχύθηκε με μια μεγάλη και σαφώς αναπτυξιακή επένδυση.
Αυτά τα χαρακτηριστικά προφανώς ενοχλούν πολλούς ανταγωνιστές του λιγνίτη, της ΔΕΗ και της χώρας, οπότε ξενόφερτες ΜΚΟ αντέδρασαν απ’ την πρώτη στιγμή, διακινώντας σκοπίμως ανακριβείς υπολογισμούς και τουλάχιστον αμφίβολης τεχνικής επάρκειας συλλογισμούς.
Και συνεχίζουν να την πολεμούν, μήπως και καταφέρουν να μη τη βρουν μπροστά τους.
Το 2014 ο ΑΔΜΗΕ δημοσίευσε τη Μελέτη Επάρκειας Ισχύος 2013-2020 [2], στην οποία με απόλυτη σαφήνεια προβλέπεται πως εάν αποσυρθούν οι 4 μονάδες του ΑΗΣ Καρδιάς και οι δυο μονάδες του ΑΗΣ Αμυνταίου λόγω της Οδηγίας της ΕΕ για τις βιομηχανικές εκπομπές, εάν δεν έχει μπει το 2020 σε λειτουργία η Πτολεμαΐδα V, η χώρα θα έχει σαφές έλλειμμα ηλεκτρισμού και θα πρέπει να τον εισάγει από άλλες χώρες.
Κι αυτό ακόμα κι αν θα έχει βάλει τα 7500MW αιολικά + 2500MW Φ/Β, που πρόβλεπε ο σχεδιασμός.
Αυτό παρατηρείται ήδη κι η Μελέτη επαληθεύεται, καθώς το Μάιο 2019 οι εισαγωγές ηλεκτρισμού ήταν η πρώτη πηγή κάλυψης της ζήτησης, αλλά αυτό δεν ενοχλεί ούτε τον απερχόμενο Δήμαρχο Κοζάνης ούτε αυτούς που βρίσκονται πίσω του.
Μάλιστα εισάγουμε ρεύμα απ’ το λιγνίτη των Σκοπίων και της Βουλγαρίας, ενώ επί 68 χρόνια έχουμε δικό μας λιγνίτη. Εάν ο απερχόμενος Δήμαρχος έχει ανακαλύψει κάποιο λεφτόδεντρο, που παράγει χρήμα για να πληρώνουμε εισαγωγές ρεύματος κι εν γένει ενέργειας, δεν έχει παρά να μας το πει.
Δεν είναι γνωστό από τώρα αν η Πτολεμαΐδα V θα έχει πρόβλημα βιωσιμότητας. Αλλά αν θα έχει, αυτό δεν έχει σχέση με το κόστος παραγωγής ή την τιμή πώλησης, παρά μόνο με τους φόρους που τη φορτώνουν και τη στρεβλή λειτουργία της αγοράς.
Και τα δυο αλλάζουν διαρκώς απ’ την ΕΕ τα τελευταία χρόνια κι αφού ήδη είχε ξεκινήσει να κατασκευάζεται η Πτολεμαΐδα V. Πχ:
• η ΕΕ χειραγώγησε κι αύξησε τεχνητά την τιμή του δικαιώματος εκπομπής CO2, με τεχνική απόσυρση ποσοτήτων δικαιωμάτων, επιβαρύνοντας τους καταναλωτές.
• Άλλαξε τους όρους αποζημιώσεων μονάδων, αποκλείοντας τεχνητά τις λιγνιτικές,
• Έδωσε δωρεάν δικαιώματα εκπομπής CO2 σε άλλες χώρες που έχουν λιγνίτη, αλλά όχι στην ήδη χρεοκοπημένη Ελλάδα κι εδώ βεβαίως ευθύνεται η κυβέρνηση του 2014 που δεν τα διεκδίκησε, κλπ.
Ωστόσο ένα θερμικό εργοστάσιο παροχής αξιόπιστης και σοβαρής ηλεκτροδότησης, ανεξαρτήτως ιδιοκτησίας, χρειάζεται χρόνια για να σχεδιαστεί, ν‘ αποφασιστεί, να βρεθεί χρηματοδότηση, να συμβολαιοποιηθεί, ν’ αδειοδοτηθεί, να κατασκευαστεί.
Και μερικές δεκαετίες διάρκειας ζωής, προκειμένου να αποσβέσει το επενδυμένο κεφάλαιο.
Οι διαρκείς αλλαγές του επενδυτικού περιβάλλοντος σε επίπεδο ΕΕ δεν επιτρέπουν πια το μακρόχρονο σχεδιασμό κι αυτό λειτουργεί σε βάρος των καταναλωτών.
Το σημείο αυτό τόνισε μάλιστα πρόσφατα το ΥΠΕΝ: «Η ικανότητα των αμιγώς ενεργειακών αγορών («energy-only markets») ηλεκτρισμού να στείλουν τα κατάλληλα οικονομικά σήματα για να προωθηθούν οι απαιτούμενες επενδύσεις για τη επίτευξη της επάρκειας ισχύος παραγωγής έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Υποστηρίζεται περαιτέρω ότι η διασφάλιση της επάρκειας μέσω των αμιγώς ενεργειακών αγορών δεν είναι ο οικονομικά αποδοτικότερος σχεδιασμός σε σύγκριση με άλλες μορφές οργάνωσης της αγοράς που βασίζονται σε συνδυασμό αγορών ενέργειας και μηχανισμών ισχύος.
Προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις διασφάλισης του εφοδιασμού, πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν επιλέξει την εισαγωγή μηχανισμών ισχύος. Κράτη-μέλη όπως η Ιταλία, η Ιρλανδία, η Γαλλία και το Ην. Βασίλειο εφαρμόζουν ήδη Μηχανισμούς Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος προκειμένου να διασφαλίσουν αποδεκτά επίπεδα αξιοπιστίας.»
Ποικίλες επιβαρύνσεις φόρτωσαν και τη ΔΕΗ, καθώς αυτή φαίνεται πως εισπράττει απ’ τους καταναλωτές, αλλά οι πολίτες δεν ενημερώνονται για το που πηγαίνουν τα λεφτά: 1,825 δισεκατομμύρια € πληρώσαμε μόνο το 2017 για να αποζημιωθούν αιολικά & Φ/Β [3], τα οποία δεν παρέχουν την παραμικρή διασφάλιση πως θα έχουμε ρεύμα όταν το χρειαστούμε.
Όταν το 2014 η τότε κυβέρνηση θέλησε να μειώσει τις απίθανα υψηλές τιμές πληρωμής των Φ/Β, ξεσηκώθηκαν εναντίον της 55 βουλευτές της ΝΔ + 2 του Πασοκ.
Οι ίδιοι που ψήφισαν τα μνημόνια. Οπότε συνεχίζουμε να πληρώνουμε. Ούτε κι αυτό ενοχλεί τον απερχόμενο Δήμαρχο Κοζάνης κι αυτούς που βρίσκονται πίσω του.
Η Πτολεμαΐδα V είναι πολύ φθηνότερη, κοστίζει περίπου 425 εκατομμύρια € λιγότερο, μάλιστα πληρωμένα σε δόσεις σε βάθος χρόνου κι όχι εφάπαξ. Θα παράγει αξιόπιστο φορτίο βάσης, θα δίνει φθηνή θέρμανση στην πόλη της Πτολεμαΐδας κι απασχόληση στους Έλληνες, όχι στους ξένους.
Ήδη η μείωση της χρήσης λιγνίτη έχει συντελέσει στην αύξηση της Οριακής Τιμής Συστήματος στην Ημερήσια αγορά.
Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη: εάν η χώρα δεν ηλεκτροδοτείται κυρίως απ’ το δικό της λιγνίτη, θα ηλεκτροδοτείται κυρίως από εισαγόμενο φυσικό αέριο κι εισαγωγές ρεύματος απ’ το λιγνίτη των Βαλκανικών χωρών.
Ή δεν θα ηλεκτροδοτείται, (αυτό με κομψά λόγια το λένε πλέον «διακοψιμότητα φορτίου»), κι όπως είχε πει βουλευτής της ΝΔ προ ετών, «μπορούμε να ζήσουμε χωρίς ρεύμα, με τη γκαζόλαμπα στο χωριό».
Φυσικά όλοι τότε «τον πήραν με τις πέτρες» και δεν είναι πια βουλευτής. Όσο για τα λεγόμενα περί «ΑΠΕ & αποθήκευσης ηλεκτρισμού» είναι παραμύθια για μικρά παιδιά και μάλιστα χωρίς δράκο, δεν υπάρχουν πουθενά στον πλανήτη για μαζική-οικονομική ηλεκτροδότηση φορτίων βάσης, είναι ακόμα «υποσχόμενη τεχνολογία» και για να υπάρξουν πρέπει να βρεθεί άλλη τεχνολογία. Το ίδιο ισχύει για την «πολλά υποσχόμενη» τεχνολογία του υδρογόνου.
Γι’ αυτό και πρόσφατα αναμασάται στην ΕΕ η επιστροφή στα πυρηνικά, που σαφώς και ηλεκτροδοτούν αξιόπιστα.
Ενώ η πιο πολυάνθρωπη περιοχή του πλανήτη, η Ασία, ηλεκτροδοτείται κυρίως από κάρβουνο. Εισάγουμε πλέον τα πάντα από εκεί κι εκτός από συνάλλαγμα, επιπλέον εξάγουμε εκπομπές CO2 και θέσεις εργασίας, αλλά ούτε κι αυτά ενοχλούν τον απερχόμενο Δήμαρχο.
Ιδίως όταν πλέον εισάγουμε όλο και περισσότερα από την -όχι και τόσο φιλική- διπλανή μας Τουρκία. Πλέον εισάγουμε και ηλεκτρισμό!
Η χώρα μας θα είναι όλο και περισσότερο εξαρτημένη από εισαγωγές, στη χειρότερη χρονική συγκυρία, καθώς και χρεοκοπημένοι είμαστε και δεν έχουμε δυνατότητα έκδοσης δικού μας νομίσματος.
Αυτά σημαίνουν αύξηση του κόστους ηλεκτροδότησης, επιβάρυνση των καταναλωτών, μείωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Ήδη στη Γερμανία, των άνω των 100.000MW αιολικών+Φ/Β, το κόστος διαχείρισης του συστήματος ηλεκτρισμού γίνεται όλο και πιο δυσβάστακτο και στο τέλος Ιουνίου παρατηρήθηκε για πρώτη φορά τιμή ηλεκτρισμού σχεδόν 40.000€/MWh [4] (για υπηρεσίες εξισορρόπησης δικτύου), όταν υπό συνήθεις συνθήκες είναι λίγες δεκάδες €.
Η συχνότητα λειτουργίας του δικτύου μεταφοράς διαταράσσεται όλο και πιο συχνά απ’ την τυχαιότητα παραγωγής των ΑΠΕ, τα μέτρα εξισορρόπησης κοστίζουν και η επιβάρυνση θα καταλήξει φυσικά στους καταναλωτές.
Ίδια είναι πλέον η προοπτική για το Ελληνικό σύστημα ηλεκτρισμού, καθώς ανάλογες εξελίξεις στις τιμές παρατηρήθηκαν νωρίτερα στο Τέξας και τη Νότια Αυστραλία.
Η περίφημη «ενεργειακή μετάβαση» απλά δεν στηρίζεται σε τεχνικά και οικονομικά δεδομένα, τα περιθώρια περαιτέρω διείσδυσης ΑΠΕ στα δίκτυα γίνονται πλέον στενά.
Η μετάβαση θα πρέπει να συμβαδίζει με τα τεχνολογικά κι οικονομικά δεδομένα, όχι τις δοξασίες των πολιτικών. Ο λιγνίτης είναι απολύτως απαραίτητος για την Ελλάδα για τα προσεχή 30 χρόνια.
Και καμιά «δίκαιη» μετάβαση στις λιγνιτικές περιοχές δεν λύνει προβλήματα, όταν επί χρόνια έρρευσαν αναξιοποίητα τα κονδύλια του λεγόμενου «Τοπικού Πόρου», που υπήρχαν λόγω ακριβώς της λιγνιτικής δραστηριότητας.
Η Πτολεμαΐδα V δεν είναι «διακομματικό λάθος». Τα προβλήματα, που ίσως συναντήσει, είναι απλά η κατάληξη μιας διακομματικά χρεοκοπημένης ενεργειακής πολιτικής των τελευταίων 20 ετών: χρησιμοποιώντας σαν πρόσχημα τις ΑΠΕ φρόντισε να ενισχύσει υπέρμετρα το εισαγόμενο φυσικό αέριο, απαξιώνοντας συστηματικά τον εγχώριο λιγνίτη.
Ο λογαριασμός της χρεοκοπίας συνεχίζεται …