Ακούσαμε, κύριε Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, κυρία Αναπληρώτρια Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αρκετά παράδοξα και αρκετές υπερβολές σε αυτή τη διαδικασία. Ακούσαμε, όμως, και το ότι δεν έχουμε και το δικαίωμα να κυβερνούμε, δεν έχουμε το δικαίωμα να νομοθετούμε. Μας το είπε στέλεχος, προβεβλημένο, του ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς με περισσή περιφρόνηση στις επιλογές, στην ετυμηγορία των πολιτών και στην εντολή, ακριβώς, που έχουμε πάρει να εφαρμόσουμε το προεκλογικό μας έργο, το οποίο εφαρμόζουμε μέρα-μέρα, νόμο με το νόμο.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πράγματι, για να μιλήσουμε ειλικρινά, μπορεί να μην είμαστε πλέον Σοβιετία, όμως ακόμα μας κατατρέχουν κρατικίστικα μοτίβα και στερεότυπα. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στη συνεπή διεκδίκηση των δυτικών προτύπων από τη φιλελεύθερη παράταξη, αλλά και στο γεγονός ότι τα Κόμματα της Κεντροαριστεράς, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, όταν κλήθηκαν να κυβερνήσουν, υποχρεώθηκαν να υιοθετήσουν τα μοντέλα αυτά και να τα εφαρμόσουν.
Σας το είπαν και οι εκπρόσωποι του ΚΚΕ, τον αμιγώς δημόσιο χαρακτήρα του ΕΣΥ, παρά τα δακρύβρεχτα που εκφωνήσατε από εδώ, δεν τον υπερασπιστήκατε όταν κυβερνήσατε, με τον θορυβώδη τρόπο που το κάνατε σήμερα.
Και ξέρετε γιατί δεν το πράξατε; Όχι γιατί θεραπευτήκατε από τις ιδεολογικές παραισθήσεις σας, αλλά γιατί αυτές δεν απαντούν στις πραγματικές ανάγκες των πολιτών, στην καθημερινότητα των νοσοκομείων και στα πρακτικά ζητήματα που ανακύπτουν σε έναν τομέα που δεν μπορεί να περιμένει μακρόσυρτες και άγονες διαδικασίες, γιατί απλά δεν μπορεί να τις περιμένει ο ίδιος ασθενής.
Και ενώ, εδώ και σαράντα χρόνια από τη θεσμοθέτηση του ΕΣΥ, διαχρονικές παθογένειες και προβλήματα παραμένουν άλυτα, και κάποια μάλιστα διογκώνονται, εσείς υπερασπίζεστε εμμονικά τις αρχές του ιδρυτικού νόμου του 1983, λες και δεν άλλαξε τίποτε από τότε, οι θεσμοί, οι εργασιακές σχέσεις, οι επιστημονικές εξελίξεις, οι ανάγκες των πολιτών. Αυτό, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είναι πολιτική αρχών. Είναι πολιτική «vintage», υπερασπίζεστε ιερά τοτέμ.
Γίνεται, λοιπόν, φανερό και από το αίτημά σας για την ονομαστική ψηφοφορία, ότι η αντίθεσή σας στο συζητούμενο νομοσχέδιο εντοπίζεται κυρίως στα άρθρα 7 και 10.
Με το πρώτο θεσπίζεται η δυνατότητα πρόσληψης ιατρών μερικής απασχόλησης στο ΕΣΥ. Πότε συμβαίνει αυτό; Όταν η προκήρυξη έχει αποβεί άγονη. Συχνότατο φαινόμενο, ιδίως στα πιο απομακρυσμένα νοσοκομεία της χώρας, ιδίως στη νησιωτική χώρα, αλλά ακόμα και σε πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδας, ακόμα και στον Νομό το δικό μου, τον Νομό Κοζάνης.
Είναι, όμως, στα αλήθεια άγνωστη στο σύστημα η μερική απασχόληση;
Όχι βέβαια! Προβλέπεται ήδη με την κάλυψη ειδικοτήτων στα νοσοκομεία με μπλοκάκι.
Στην πρόσφατη επίσκεψή σας, κύριε Πλεύρη, και στη συνάντησή σας με τον Ιατρικό Σύλλογο Κοζάνης, σας ενημέρωσαν ότι περίπου δέκα ιατροί, ιδιώτες ιατροί, κάλυψαν τέτοιες ανάγκες στα τοπικά νοσοκομεία.
Εσείς τι λέτε; Ότι είχαν πρόβλημα οι συμπολίτες μου όταν πήγαν και πήραν ιατρικές υπηρεσίες, εξαιτίας του γεγονότος ότι εκείνος που τους τις παρείχε ήταν ιδιώτης γιατρός που απασχολούνταν δωρεάν -δωρεάν για τον πολίτη- μέσα στο νοσοκομείο;
Όμως τελικά, αντί για τον εμβαλωματικό αυτόν τρόπο, έρχεται αυτή η ρύθμιση να δώσει τη δυνατότητα στους γιατρούς του κάθε τόπου και της κάθε περιοχής, να απασχοληθούν μερικώς, διατηρώντας, όμως, το δικαίωμα να απασχολούνται και στο ιατρείο τους. Κατά τρόπο, έτσι, πιο ασφαλή και σίγουρο και για τους ίδιους, αλλά και για τις νοσηλευτικές δομές.
Μήπως, έτσι, παύουν ή θίγονται οι σχέσεις πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης για τους υπόλοιπους;
Κάθε άλλο! Είναι, συνεπώς, ακραίες οι αντιδράσεις σας ως προς το ζήτημα αυτό.
Πάμε όμως και στο άρθρο 10. Τι προβλέπει το άρθρο 10; Επιτρέπει κατ’ εξαίρεση στους ιατρούς του ΕΣΥ την απασχόλησή τους στον ιδιωτικό τομέα μία με δύο φορές την εβδομάδα.
Μήπως, όμως, η παρεχόμενη αυτή δυνατότητα θα αφαιρέσει πόρους, θα στερήσει πόρους από το δημόσιο σύστημα;
Όχι, διότι τίθεται η προϋπόθεση στους γιατρούς αυτούς να έχουν εκτελέσει κανονικά τα ωράρια τους, να έχουν εκτελέσει κανονικά τις εφημερίες τους και να έχουν συμμετάσχει στην ολοήμερη λειτουργία των νοσοκομείων.
Εύστοχο νομίζω και καταλυτικό υπήρξε το επιχείρημα που εκφράστηκε από τον κύριο Υπουργό και από αρκετούς συναδέλφους ότι οι στρατιωτικοί γιατροί, για παράδειγμα, λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο, έχουν τη δυνατότητα να ιδιωτεύουν.
Μήπως τελικά τα στρατιωτικά μας νοσοκομεία υστερούν;
Κάθε άλλο! Νομίζω ότι όλοι αναγνωρίζουμε την πολύ καλή λειτουργία τους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σε όλα τα προηγμένα κράτη, σε όλα τα συστήματα, δεν υπάρχει ασυμβίβαστο στην άσκηση του ιατρικού έργου στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα.
Σε συνεδρίαση της Επιτροπής των Ελλήνων της Διασποράς ενημερωθήκαμε ότι τρεις χιλιάδες γιατροί απασχολούνται, βρίσκονται, μετανάστευσαν στη βόρεια Ρηνανίας και Βεστφαλία και, όπως μου είπαν οι συμπατριώτες μας, σε πρόσφατη επίσκεψή μου στην Κολωνία και στο Λεβερκούζεν, πολλοί από αυτούς έχουν και ιδιωτικά ιατρεία. Έχουν γεμίσει αυτές οι πόλεις με ελληνικά ιδιωτικά ιατρεία, και παράλληλα, βέβαια, απασχολούνται και στο δημόσιο σύστημα της Γερμανίας.
Μα καλά, θα πει κάποιος, γι’ αυτό πήγαν εκεί;
Όχι, βέβαια! Όμως, αν τους δινόταν η δυνατότητα και εδώ να μπορούν να ασκήσουν ιδιωτικό έργο και να ενισχύσουν έτσι λίγο τα εισοδήματά τους, μήπως δεν θα είχαν φύγει;
Και εάν τους δοθεί, παράλληλα με τις άλλες βελτιώσεις που βλέπουν να συμβαίνουν στη χώρα και στο σύστημα, αυτή η δυνατότητα, μήπως κάποιοι από αυτούς θα το σκεφτούν να επιστρέψουν;
Έχει αποδειχθεί πλέον στην πράξη ότι το Δημόσιο Σύστημα Υγείας δεν γίνεται ελκυστικό και αποτελεσματικό βάζοντας αυστηρούς φραγμούς στην επαγγελματική και επιστημονική δραστηριότητα και προοπτική των λειτουργών του. Αλλά αντίθετα, διευκολύνοντας τη σταδιοδρομία τους, βελτιώνοντας το εργασιακό τους περιβάλλον, αναβαθμίζοντας τις μισθολογικές τους απολαβές και δίνοντάς τους τη δυνατότητα να συμμετέχουν στις εξελίξεις της επιστήμης.
Επειδή, λοιπόν, η σημερινή υπεύθυνη Κυβέρνηση δεν μπορεί να στέκει δέσμια παρωχημένων ιδεοληψιών, επιφέρει βελτιώσεις και τομές, που υπηρετούν αυτούς τους στόχους, που βελτιώνουν λειτουργικές αδυναμίες και αποκαθιστούν αδικίες.
Τέτοια αποκατάσταση είναι και η μεσοσταθμική αύξηση των απολαβών όλων των γιατρών κατά 10% περίπου, αλλά και η στοχευμένη στήριξη με ειδικά επιδόματα ειδικών κατηγοριών, όπως είναι οι αναισθησιολόγοι, οι γιατροί που υπηρετούν στις ΜΕΘ και στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών, εκεί δηλαδή που πάσχει περισσότερο το σύστημα.
Αυτή ήταν μια ακόμα δέσμευση της σημερινής Κυβέρνησης που υλοποιείται, όπως και όλες οι υπόλοιπες.
Έτσι γίνεται ελκυστικός ο δημόσιος τομέας και όχι με μεγαλοστομίες και φανφάρες.
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, όμως, έχει και πολλές άλλες προβλέψεις για τους νοσηλευτές, για τη μαιευτική, για τη φροντίδα στο σπίτι, για τις κρίσεις των γιατρών, που νομίζω ότι αδικούνται τελικά από τον θόρυβο που δημιουργήσατε γύρω από τα δύο αυτά ζητήματα.
Τέθηκε, τέλος, από τον εισηγητή της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου: Τι θα είχε συμβεί άραγε αν αυτό το νομοσχέδιο είχε τεθεί σε ισχύ πριν ενσκήψει η κρίση; Και το επανέλαβαν και άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Απλά το σύστημα θα ήταν ισχυρότερο. Απλά το σύστημα θα είχε ενισχυθεί με ειδικότητες που δεν τις βρίσκαμε σε εκείνη την περίοδο. Απλά θα είχαν βελτιωθεί οι όροι παροχής υπηρεσιών στους συμπολίτες μας.
Αν αυτά δεν τα καταλαβαίνετε, αν αυτά δεν τα βλέπετε, είστε οι μοναδικοί σ’ όλον τον κόσμο που συμβαίνει αυτό το πράγμα.
Βγάλτε επιτέλους τις παρωπίδες. Εμείς νομοθετούμε για τους πολίτες, για τους συμπολίτες μας κι εσείς έχετε μείνει προσκολλημένοι στις ιδεοληψίες σαράντα ετών και πλέον.
Σας ευχαριστώ πολύ.