Μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών που στοίχισε τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους αποκαλύφθηκε με τον πιο οδυνηρό τρόπο η πλήρης εγκατάλειψη των κρίσιμων υποδομών της χώρας και κατέρρευσε με πάταγο όλο το «αναπτυξιακό» αφήγημα της κυβέρνησης. Οι επικοινωνιακές βιτρίνες της Νέας Δημοκρατίας έσπασαν κατά τη σύγκρουσή τους με την πραγματικότητα και αποκαλύφθηκε ο μοιραίος ρόλος του Κυριάκου Μητσοτάκη, ενός πρωθυπουργού που ισχυρίστηκε ότι «δεν γνώριζε» τίποτα για το φιάσκο του «επιτελικού» κράτους που ο ίδιος δημιούργησε. Παράλληλα, αναδείχθηκε ηχηρά και ο διακοσμητικός ρόλος του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, Κων/νου Αχ. Καραμανλή, ο οποίος επέδειξε καταστροφική αδιαφορία για τις δημόσιες υποδομές και την ασφάλεια των πολιτών. Η συστηματική, δε, μετακύλιση ευθυνών μεταξύ του ίδιου και των ανευθυνοϋπεύθυνων υφυπουργών του, Γ. Καραγιάννη και Μ. Παπαδόπουλου, προκάλεσε ακόμα περισσότερο τη δίκαιη οργή της κοινωνίας.
Στην περίπτωση των Τεμπών η επικοινωνία, η υποκρισία και το ψέμα προσπάθησαν μάταια να υποκαταστήσουν την ουσία των πραγμάτων και η κυβέρνηση απέτυχε να παίξει το άλλοτε γνώριμό της παιχνίδι της στρεψοδικίας. Έβαλε όμως μυαλό; Προφανώς όχι, αν κρίνουμε και από τους χειρισμούς της στην περίπτωση της Υψηλής Γέφυρας Σερβίων, που πλέον επανήλθε στο προσκήνιο, λίγες μόνο ημέρες μετά το έγκλημα στα Τέμπη.
Πριν από τρία και πλέον χρόνια, οπότε και αποκαλύφθηκε το πρόβλημα ασφαλείας της Γέφυρας, ουδείς ασχολήθηκε ουσιαστικά με το έργο και την ασφάλεια των πολιτών, αν και ήταν όλα γνωστά, τόσο στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών όσο και στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας. Ποιος έχει την ευθύνη λοιπόν, που τα τελευταία χρόνια οι ευθύνες γίνονται μπαλάκι μεταξύ των αρμοδίων; Πόση υποκρισία χωράει σε όσους «έπαιζαν καθυστερήσεις» και εμφανίζονται τώρα δήθεν ανήσυχοι για την εγκατάλειψη μιας ακόμα κρίσιμης υποδομής της χώρας; Πόση υποκρισία χωράει στο αρμόδιο υπουργείο και στον υφυπουργό κ. Μ. Παπαδόπουλο, ο οποίος θυμήθηκε τώρα ξαφνικά τη Γέφυρα όταν επί χρόνια αδιαφορούσε, παρότι τυγχάνει και τοπικός Βουλευτής της ΝΔ;
Ήταν αρχές Φεβρουαρίου 2020 όταν κατέθεσα την πρώτη κοινοβουλευτική ερώτηση στον κ. Καραμανλή σχετικά με το πρόβλημα ασφαλείας στη Γέφυρα, καθώς ήδη από τότε είχαν εντοπιστεί κατακόρυφες μετακινήσεις σε κάποιους από τους προβόλους της. Άλλωστε για τον λόγο αυτό είχαν τεθεί σε ισχύ από τον Ιανουάριο 2020 προσωρινές ρυθμίσεις περιορισμού της κυκλοφορίας, κάτι που καταδείκνυε την επείγουσα κατάσταση στην οποία όφειλαν να ανταποκριθούν οι εμπλεκόμενοι φορείς. Αυτό ωστόσο δεν συνέβη. Το αποτέλεσμα της αβελτηρίας τους ήταν τελικά οι «προσωρινές» ρυθμίσεις να παγιωθούν για πάνω από τρία χρόνια και έως τον Μάρτιο 2023 τα προβλήματα της Γέφυρας να έχουν διογκωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να κλείσει, εν τέλει, με εισαγγελική παρέμβαση, καθώς πιθανολογήθηκε ακόμα και κίνδυνος κατάρρευσής της.
Ο κ. Καραμανλής, αν και τον Φεβρουάριο 2020 είχε απαντήσει στην ερώτησή μου ότι «στα τέλη Μαΐου του 2019, η Διεύθυνση Οδικών Υποδομών της Γενικής Διεύθυνσης Συγκοινωνιακών Υποδομών της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, προχώρησε σε αυτοψία, κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και η Τεχνική Έκθεση έχει αποσταλεί στην Περιφέρεια», δεν ασχολήθηκε άλλο με το θέμα. Ακόμα και όταν η Δ/νση Τεχνικών Έργων της Περιφέρειας ζητούσε εγγράφως από τον Οκτώβριο 2019 την εμπλοκή και την εξειδικευμένη εμπειρία των Κεντρικών Υπηρεσιών του υπουργείου Υποδομών για τον έλεγχο της στατικής επάρκειας της Γέφυρας, ο ίδιος δεν απαντούσε καν στα έγγραφα των υπηρεσιών. Το ίδιο και οι υφυπουργοί του που τώρα περιφέρονται στα κανάλια της Κοζάνης δήθεν θορυβημένοι. Χρειάστηκε να περάσουν 4 μήνες, μέχρι τελικά να αποφασίσει ο κ. Καραμανλής, στις 14 Φεβρουαρίου 2020, να εγκρίνει το ελάχιστο κονδύλι των 74.400 ευρώ για να προσλάβει η Περιφέρεια «Τεχνικό Σύμβουλο». Αυτή ήταν η μοναδική ενέργεια που έκανε ο κ. Καραμανλής για ένα ακόμη κρίσιμο έργο υποδομής του εθνικού δικτύου της χώρας.
Επομένως για το μείζον ζήτημα ασφαλείας της Γέφυρας τα πράγματα είναι σαφή και συγκεκριμένα: Αφενός το Υπουργείο έδειχνε εξαρχής απρόθυμο να επέμβει μέσω της αρμόδιας Υπηρεσίας (Διεύθυνση Οδικών Υποδομών), αφετέρου οι ενέργειες της Περιφέρειας ήταν ελλιπείς ως προς την κατεπείγουσα κινητοποίηση των εμπλεκομένων φορέων και τη διεκδίκηση επιπλέον χρηματοδότησης για τη διασφάλιση του έργου. Παράλληλα όμως δεν μερίμνησε επί τρία χρόνια ούτε για τη συντήρηση των περιφερειακών εναλλακτικών δικτύων που τώρα υποδέχονται αναγκαστικά τον κυκλοφοριακό φόρτο της Γέφυρας, όντας ήδη σε κακή κατάσταση. Επιπλέον, ουδείς ενδιαφέρθηκε για την αναστάτωση της ζωής του τόπου και την επιβάρυνση των πολιτών, που πλέον αναγκάζονται για μια διαδρομή 5 λεπτών μέσω της Γέφυρας, να διανύουν έως και 100 χλμ επιπλέον με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε ταλαιπωρία και κόστος. Θα πρέπει επομένως να δοθούν συγκεκριμένες απαντήσεις και από το Υπουργείο Οικονομικών στο οποίο κατέθεσα ήδη τα σχετικά ερωτήματα. Η Πολιτεία οφείλει έστω και τώρα να λάβει έκτακτα μέτρα στήριξης των τοπικών κοινωνιών και των κατοίκων που πλήττονται από το κλείσιμο της Γέφυρας.
Ως προς το Υπουργείο Υποδομών, επανήλθα καταθέτοντας επίκαιρη ερώτηση για τα ζητήματα ασφαλείας της Γέφυρας, η οποία προγραμματίστηκε να συζητηθεί στις 27 Μαρτίου 2023. Ωστόσο, ο νυν «υπουργός» κ. Γεραπετρίτης και οι υφυπουργοί του κ.κ. Καραγιάννης και Παπαδόπουλος επέλεξαν να δραπετεύσουν από τη Βουλή και τις ευθύνες τους, δηλώνοντας ΑΝΑΡΜΟΔΙΟΙ!
Παρά ταύτα, οι «αναρμόδιοι» υφυπουργοί μετέχουν σε προεκλογικές συσκέψεις για το θέμα και κάνουν προεκλογικές δηλώσεις σε τοπικά Μ.Μ.Ε., υποσχόμενοι ενέργειες που ΘΑ κάνουν και κονδύλια που ΘΑ εξασφαλίσουν για την Γέφυρα και την περιοχή κάποτε στο μέλλον, ροκανίζοντας τον χρόνο.. Ας κρίνουν οι πολίτες την υποκρισία των σύγχρονων Μαυρογιαλούρων που δεν διστάζουν πλέον να παίζουν ούτε με την ίδια μας τη ζωή.