«Μπορεί τα πρόσφατα πρωτοφανή φαινόμενα, που πλήγωσαν την πατρίδα μας, να επισκιάζουν σημαντικά επιτεύγματα και ορόσημα, όμως δεν τα αναιρούν.
Δεν ακυρώνουν το γεγονός οτι η χώρα μας κατάφερε να αναβαθμίσει την οικονομία της, να θωρακίσει την άμυνά της, να βελτιώσει τη διεθνή παρουσία της. Κι είναι γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, που μπορούμε να αισιοδοξούμε ότι και πάλι θα τα καταφέρουμε» τόνισε ο Υφυπουργός Εσωτερικών, αρμόδιος για θέματα Μακεδονίας και Θράκης, κ. Στάθης Κωνσταντινίδης, από το βήμα της 87ης ΔΕΘ.
Για τη Βόρεια Ελλάδα ο κ. Κωνσταντινίδης σημείωσε ότι «υλοποιείται ένα ολιστικό και συνεκτικό σχέδιο, που αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και έχει συστατικά του την ενεργειακή μετάβαση, την κατασκευή μεγάλων έργων, τον εκσυγχρονισμό του αγροδιατροφικού τομέα, την περαιτέρω αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος, την ανάδειξη και προβολή της ασύγκριτης πολιτιστικής κληρονομιάς μας, και στόχο τον βιώσιμο παραγωγικό μετασχηματισμό».
Τόνισε ακόμη, ότι την τετραετία που προηγήθηκε έγιναν πολλά και σημαντικά βήματα. «Τόσα, ώστε, παρά τις απανωτές παγκόσμιες κρίσεις, να διατηρηθεί η πολιτική σταθερότητα, η οποία σήμερα αποδεικνύεται τόσο επωφελής και αναγκαία. Κι αυτό, γιατί έχει χτιστεί σχέση εμπιστοσύνης και οι πολίτες γνωρίζουν ότι υπάρχει αξιόπιστη ηγεσία, που καταφέρνει για μία ακόμα να εξασφαλίσει εγκαίρως τους αναγκαίους πόρους, που νοιάζεται και μπορεί να κάνει την Ελλάδα καλύτερη».
Και συνέχισε: «Κι έτσι, η εμπιστοσύνη της κοινωνίας τρέπεται σε κύμα αλληλεγγύης για τους πληγέντες. Ενώ, ο πόνος γίνεται πείσμα και ευθύνη, να κάνουμε τις παρεμβάσεις που θα μας συμφιλιώσουν με τη μαινόμενη φύση, και τις μεταρρυθμίσεις που θα οικοδομήσουν σε ακόμα πιο στέρεα θεμέλια τις ευοίωνες προοπτικές της πατρίδας μας».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο:
Αξιότιμοι κύριοι πρωθυπουργοί
της Ελλάδας και της γείτονος και φίλης Βουλγαρίας,
εκλεκτοί προσκεκλημένοι,
Σας καλωσορίζω στη Βόρεια Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη.
Στο ιστορικό αντάμωμα των εθνών, των πολιτισμών και των θρησκειών.
Στον εμπορικό, ενεργειακό και οικονομικό κόμβο των Βαλκανίων.
Σε έναν τόπο προικισμένο από τη φύση και τη θέση του, και προορισμένο να διαδραματίζει ρόλο πρωτεύοντα, στον οποίο δεν ταίριαζε η εγκατάλειψη, όπως δεν ταίριαζε στην Ελλάδα η απομόνωση.
Περάσαμε τρικυμίες, καταφέραμε όμως να ανακτήσουμε το κύρος και την αυτοπεποίθησή μας, να ξανακερδίσουμε βαθμίδα αξιοπιστίας, κι έτσι να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για μία διατηρήσιμη ανάπτυξη, για όλους του πολίτες και για κάθε γωνιά της πατρίδας μας.
Πρωτίστως για τη Βόρεια Ελλάδα, στην οποία υλοποιείται ένα ολιστικό και συνεκτικό σχέδιο, που αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, και έχει συστατικά του την ενεργειακή μετάβαση, την κατασκευή μεγάλων έργων, τον εκσυγχρονισμό του αγροδιατροφικού τομέα, την περαιτέρω αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος, την ανάδειξη και προβολή της ασύγκριτης πολιτιστικής κληρονομιάς μας, και στόχο τον βιώσιμο παραγωγικό μετασχηματισμό.
Ένα πρόγραμμα δημοσίων παρεμβάσεων χωρίς προηγούμενο, το οποίο μόχλευσε τοπικό και διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον, πολλαπλασιάζοντας την αναπτυξιακή δυναμική της περιοχής.
Κυρίες και κύριοι, μπορεί τα πρόσφατα πρωτοφανή φαινόμενα, που πλήγωσαν την πατρίδα μας, να επισκιάζουν σημαντικά επιτεύγματα και ορόσημα, όμως δεν τα αναιρούν.
Δεν ακυρώνουν το γεγονός ότι η χώρα μας κατάφερε να αναβαθμίσει την οικονομία της, να θωρακίσει την άμυνά της, να βελτιώσει τη διεθνή παρουσία της.
Κι είναι γι αυτόν ακριβώς τον λόγο, που μπορούμε να αισιοδοξούμε ότι και πάλι θα τα καταφέρουμε.
Ναι, δεν διορθώθηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά έγιναν πολλά και σημαντικά βήματα. Τόσα, ώστε, παρά τις απανωτές παγκόσμιες κρίσεις, να διατηρηθεί η πολιτική σταθερότητα, η οποία σήμερα αποδεικνύεται τόσο επωφελής και αναγκαία.
Κι αυτό, γιατί έχει χτιστεί σχέση εμπιστοσύνης και οι πολίτες γνωρίζουν ότι υπάρχει αξιόπιστη ηγεσία, που καταφέρνει για μία ακόμα να εξασφαλίσει εγκαίρως τους αναγκαίους πόρους, που νοιάζεται και μπορεί να κάνει την Ελλάδα καλύτερη.
Κι έτσι, η εμπιστοσύνη της κοινωνίας τρέπεται σε κύμα αλληλεγγύης για τους πληγέντες.
Ενώ, ο πόνος γίνεται πείσμα και ευθύνη, να κάνουμε τις παρεμβάσεις που θα μας συμφιλιώσουν με τη μαινόμενη φύση, και τις μεταρρυθμίσεις που θα οικοδομήσουν σε ακόμα πιο στέρεα θεμέλια τις ευοίωνες προοπτικές της πατρίδας μας.