Γιατί οι Τηλεθερμάνσεις στη Δυτική Μακεδονία δεν πρέπει να εγκλωβιστούν στο ακριβό και μη βιώσιμο ορυκτό αέριο
Του Λευτέρη Ιωαννίδη*
Σε μια εποχή κατά την οποία η Ευρώπη απομακρύνεται με μεγάλη ταχύτητα από το ορυκτό αέριο, θα είναι τραγικό λάθος η Δυτ. Μακεδονία, οι Δήμοι, οι πολίτες και οι επιχειρήσεις της περιοχής μας, να «υπογράψουν» την εξάρτησή τους από το ορυκτό αέριο, είτε αυτή αφορά στις τηλεθερμάνσεις της περιοχής, είτε στην οικιακή χρήση σε πόλεις και χωριά με την κατασκευή δικτύων που σε λίγα χρόνια θα είναι ασύμφορα.
Στο πρόσφατο κατατοπιστικό και διαφωτιστικό άρθρου του αναλυτή του The Green Tank Νίκου Μάντζαρη με τίτλο: «Βρίσκεται η Ελλάδα σε καλό δρόμο για την απεξάρτηση από το ορυκτό αέριο;»[1] περιγράφονται οι δυσοίωνες προοπτικές του ορυκτού αερίου στην Ελλάδα, ενώ γίνεται ειδική ανάλυση στην προοπτική χρήσης ορυκτού αερίου στη Δυτ. Μακεδονία, το οποίο μόνο προβλήματα και αδιέξοδα που θα δημιουργήσει.
Το σχέδιο που σήμερα εξελίσσεται και έχει ως επίκεντρο το ορυκτό αέριο, πρωτοπαρουσιάστηκε το 2020 και αναλύθηκε στο μνημόνιο που υπογράφηκε από τους εμπλεκόμενους το Σεπτέμβριο του 2020. Έκτοτε όμως άλλαξαν πάρα πολλά (πανδημία, εισβολή Ρωσίας στην Ουκρανία, ενεργειακή κρίση), τα οποία επιτάχυναν την απεξάρτηση της Ευρώπης από το ορυκτό αέριο και βέβαια αύξησαν σημαντικά για μια ορισμένη περίοδο το ενεργειακό κόστος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Η Ε.Ε. προβάλει ως αντίδοτο στην ενεργειακή κρίση την ταχεία και πλήρη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, τη στροφή στις Α.Π.Ε. με παράλληλες επενδύσεις στην αποθήκευση και την εξοικονόμηση αλλά και τις ενεργειακές κοινότητες.
Υπό το φως -και την πίεση- των εξελίξεων αυτών θα έπρεπε το παραπάνω σχέδιο να είχε επαναξιολογηθεί και να μελετηθούν -συγκριθούν ολοκληρωμένα εναλλακτικά σενάρια που δεν θα βασίζονται στο ορυκτό αέριο.
Αυτή την περίοδο βρίσκεται σε διαδικασία σύστασης η διαδημοτική επιχείρηση που προβλέπεται από το μνημόνιο συνεργασίας του Σεπτεμβρίου 2020. Παράλληλα η ΔΕΗ προκειμένου να προχωρήσει στην κατασκευή της μονάδας ΣΗΘΥΑ (με αέριο), «απαιτεί» από τους Δήμους την υπογραφή Σύμβασης παροχής θερμικής ενέργειας, η οποία θα περιλαμβάνει συγκεκριμένες δεσμεύσεις για πάρα πολλά χρόνια για τους πολίτες της Δυτ. Μακεδονίας.
Αυτό που επίσης γνωρίζουμε είναι ότι η τελική τιμή της τηλεθέρμανσης θα διαμορφώνεται από αστάθμητους παράγοντες, όπως η τιμή του ορυκτού αερίου και το κόστος δικαιωμάτων CO2. Από διάσπαρτα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας, η τιμή της θερμικής MWh για τους καταναλωτές προβλέπεται να είναι αρκετά πάνω από τα 100 €, με πολύ σοβαρή πιθανότητα να ανεβεί ακόμη ψηλότερα στο μέλλον.
Θεωρώ πως οι Δήμαρχοι θα πρέπει να λάβουν την δύσκολη, αλλά επιβεβλημένη, απόφαση να τεκμηριώσουν και να διεκδικήσουν μια ριζικά διαφορετική λύση, που θα στηρίζεται κυρίαρχα στις ΑΠΕ, όπως επιτάσσει η διεθνής εμπειρία, καθώς σε όλη την Ευρώπη παρατηρείται μια στροφή των τηλεθερμάνσεων από τα ορυκτά καύσιμα στις Α.Π.Ε.
Μια πρόταση θα μπορούσε να στηρίζεται στον εξ ολοκλήρου εξηλεκτρισμό του συστήματος με ταυτόχρονη αξιοποίηση ενός μικρού μέρους της ισχύος από τα Φ/Β που θα κατασκευάσει η ΔΕΗ στην περιοχή, υπενθυμίζουμε ότι ο πρόεδρος της ΔΕΗ κ. Στάσης ΔΕΗ είχε υποσχεθεί το 2021 ότι το 5% των επενδύσεων στα φωτοβολταϊκά της ΔΕΗ θα γίνει από τους πολίτες της περιοχής[2], ή με διμερή συμβόλαια αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. αξιοποιώντας ταυτόχρονα και το πρόγραμμα ‘Απόλλων’.
Έχουμε ακούσει το επιχείρημα ότι μετά την ολοκλήρωση της υλοποίησης του έργου του ορυκτού αερίου, θα ξεκινήσει το πρασίνισμα της τηλεθέρμανσης κατά ένα ποσοστό. Όμως, αυτό το σενάριο θα έχει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της επάρκειας οικονομικών πόρων, αφού το συνολικό κόστος των υποδομών του ορυκτού αερίου θα ξεπεράσει τα 350 εκ. €.
Από πού θα βρεθούν αυτοί οι πόροι και σε τι χρονικό ορίζοντα;
Επιπλέον, από όσα γνωρίζουμε, με την Σύμβαση που προωθείται μεταξύ ΔΕΗ και Δήμων προβλέπεται ελάχιστη εγγυημένη ποσότητα αγοράς θερμικής ενέργειας για μεγάλο χρονικό διάστημα, πράγμα που «δένει τα χέρια» για οποιαδήποτε στροφή σε πράσινες και φθηνότερες λύσεις.
Είναι να απορεί κανείς διότι εδώ και τέσσερα σχεδόν χρόνια από την έναρξη της διαδικασίας σχεδιασμού δεν έχει γίνει καμιά ουσιαστική διερεύνηση όλων των διαθέσιμων τεχνικών λύσεων για τις τηλεθερμάνσεις.
Αν και ο χρόνος είναι περιορισμένος, εντούτοις, μια λάθος απόφαση σήμερα θα είναι καταστροφική για τους πολίτες, τους δήμους και τις επιχειρήσεις της περιοχής.