Ποιοι είναι, από πού προέρχονται, τι επιδιώκουν και πως προσπαθούν να το πετύχουν.
Τα τελευταία χρόνια, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, επανέρχεται στη δημοσιότητα η συζήτηση περί «Τσαμουριάς». Η κουβέντα αυτή προκαλείται, συνήθως, από ακραία εθνικιστικά κέντρα της Αλβανίας που δεν εγκατέλειψαν ποτέ τις επεκτατικές τάσεις που είχαν και οι οποίες έχουν τις ρίζες τους στην εποχή πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ιδέα της «Μεγάλης Αλβανίας», άλλωστε, είναι τόσο παλιά όσο σχεδόν και το κράτος που βρίσκεται στα βορειοδυτικά σύνορα της Ελλάδας. Η ιστορία των Τσάμηδων είναι παλιά, αιματοβαμμένη και αν και έχει ιστορικά κριθεί επανέρχεται με στόχο την αύξηση της έντασης σε μια εξαιρετικά ευαίσθητη περιοχή.
Για να αντιληφθεί πλήρως κανείς το ιστορικό υπόβαθρο αυτής της ιστορίας πρέπει να ανατρέξει στο παρελθόν κάνοντας μια «βουτιά» στο χρόνο και γυρνώντας χιλιάδες χρόνια πίσω.
Οι αρχαίοι κάτοικοι του μεγαλύτερου μέρους της περιοχής που καλύπτει σήμερα η Αλβανία (και του μεγαλύτερου μέρους της πρώην Γιουγκοσλαβίας) ήταν οι Ιλλυριοί.
Για τους αρχαιολόγους, γλωσσολόγους και ιστορικούς δεν συνιστούν μια μοναδική, ομοιογενή, εθνική ομάδα. Αρχαιολόγοι από το Σαράγεβο (Benac και Β. Čοvić) διατύπωσαν την θεωρία πως οι Ιλλυριοί σχηματίστηκαν γύρω στα 1000 π.Χ. την εποχή έναρξης της Εποχής του Σιδήρου.
Ο εδαφικός πυρήνας του Αλβανικού κράτους σχηματίστηκε το Μεσαίωνα ως Πριγκιπάτο του Αρβάνου (Αλβανικά: Αρμπέρ) και Βασίλειο της Αλβανίας. Το Πριγκιπάτο του Αρβάνου ήταν το πρώτο Αλβανικό κράτος κατά το Μεσαίωνα και ιδρύθηκε από τον άρχοντα Πρόγονο στην περιοχή της Κρούγιας γύρω στα 1190.
Ακολούθησαν τα σκληρά χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας όπου πάρα πολλοί Αλβανοί εγκατέλειψαν τη γη τους προκειμένου να μεταναστεύσουν νοτιότερα.
Εκείνη την περίοδο, ωστόσο, εμφανίστηκε για πρώτη φορά και ο αλβανικός εθνικισμός. Κεντρικός της ήρωας ο Σκερτέμπεης (Γεώργιος Καστριώτης) ο οποίος οδήγησε τους εξεγερμένους σε πολλές νίκες κατά των Οθωμανών. Παρ’ όλα αυτά βασικό σημείο αναφοράς του αλβανικού εθνικισμού -στη γέννηση του- δεν ήταν η αποτίναξη της Οθωμανικού ζυγού αλλά ο φόβος του διαμερισμό της Αλβανίας στη Σερβία και στην Ελλάδα μετά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878.
Η Αλβανία παρέμεινε υπό την Οθωμανική εξουσία ως τμήμα της επαρχίας της Ρούμελης μέχρι το 1912, όταν ανακηρύχθηκε η ανεξαρτησία της στις 28 Νοεμβρίου. Η «γέννηση» της Αλβανίας θεωρείται ακόμα και σήμερα ως «καρπός» των επεκτατικών βλέψεων που είχαν η Αυστρουγγαρία και η Γερμανία προς τη Μεσόγειο και η ταυτόχρονη κόντρα τους με την Ιταλία που είχε βλέψεις προς την Αδριατική.
Τα σύνορα του κράτους της Αλβανίας καθορίστηκαν με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας που υπογράφηκε στις 17 Δεκεμβρίου 1913. Στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος συμπεριελήφθη και τμήμα της Ηπείρου, το οποίο από τότε ονομάσθηκε «Βόρειος Ήπειρος».
Συνηθίζεται Τσαμουριά να ονομάζεται η περιοχή της Ηπείρου, που εκτείνεται κατά μήκος της ακτής ανάμεσα στις εκβολές του ποταμού Αχέροντα και μέχρι το Βουθρωτό και ανατολικά μέχρι τους πρόποδες του όρους Ολύτσικας (Τόμαρος). Η συγκεκριμένη περιοχή ταυτίζεται με τη Θεσπρωτία και ένα μικρό της τμήμα ανήκει σήμερα στην Αλβανία με κέντρο την κωμόπολη Κονίσπολη.
Σε ότι αφορά την προέλευση του ονόματος υπάρχουν πολλές και διάφορες εκδοχές, ωστόσο, μια είναι αυτή που έχει επικρατήσει έναντι όλων των άλλων και πιθανότατα αυτή είναι και η σωστή. Στην ουσία, λοιπόν, «Τσάμης» είναι η παραφθορά του ονόματος του ποταμού Θύαμις (Καλαμάς): Θύαμις, Θυάμις, Τσ(ι)άμης. Τσάμης, δηλαδή, είναι εκείνος που κατοικεί κοντά στον Θύαμη ποταμό.
Με την ίδια λογική φαίνεται πως προέκυψε και η «Τσαμουριά»: την Θυαμυρία (Θιαμουρία), την Τσιαμουριά για να καταλήξει Τσαμουριά.
Σε αυτό το κομμάτι γης ζούσαν Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι. Η συνύπαρξή τους δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε… «αρμονική». Μάλλον το αντίθετο. Οι κόντρες, πολλές φορές και αιματοβαμμένες, ανάμεσα στις δυο πλευρές ήταν συχνές. Το ελληνικό κράτος συχνά επενέβαινε με σκληρό τρόπο στις διαμάχες ανάμεσα στις δυο πλευρές, κάτι που προκαλούσε την οργή των Αλβανών οι οποίοι με γεωμετρική πρόοδο αύξησαν τον εθνικισμό και τον αλυτρωτισμό καθώς τότε αναπτύχθηκε έντονα η ιδέα της «Μεγάλης Αλβανίας»
Με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης το 1923 οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες κρίθηκαν «ανταλλάξιμοι». Τα πράγματα, ωστόσο, δεν έγιναν έτσι καθώς με παρασκηνιακές παρεμβάσεις της Ιταλίας προς την κυβέρνηση του δικτάτορα Θεόδωρου Πάγκαλου εξαιρέθηκαν και παρέμειναν στη Θεσπρωτία.
Όπως αποδείχτηκε μερικά χρόνια αργότερα οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες χρησιμοποιήθηκαν από το φασιστικό καθεστώς της Ρώμης για προπαγανδιστικούς λόγους προκειμένου να δικαιολογηθεί η επίθεση κατά της χώρας μας τον Οκτώβριο του 1940.
Την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι τσάμηδες συνεργάστηκαν ανοιχτά με τις δυνάμεις του Άξονα. Αρχικά με τους Ιταλούς και στη συνέχεια με τους Γερμανούς οι οποίοι τους είχαν υποσχεθεί ανεξαρτησία.
Οι ναζί καταδρομείς της αιματοβαμμένης μεραρχίας «Εντελβάις» έκαναν κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις με τους Τσάμηδες στη Θεσπρωτία, με στόχο την εξουδετέρωση των αντάρτικων ομάδων.
Πρωτοπαλίκαρα των Γερμανών ήταν ο Μαζάρ Ντίνο και ο αδελφός του Νουρί αλλά και άλλοι γνωστοί Αλβανοί οι οποίοι, ωστόσο, έκαναν το λάθος να δώσουν στους Ναζί έναν κατάλογο με ονόματα Ελλήνων στο χωριό Παραμυθιά. Συνολικά 58 άτομα εκτελέστηκαν από τους Ναζί.
Ο πόλεμος, ωστόσο, δεν εξελίχθηκε όπως θα ήθελαν οι Τσάμηδες και έτσι από τις αρχές του 1944 άρχισαν να δυσκολεύονται βλέποντας πως οι Ναζί υποχωρούν την ίδια ώρα που οι αντάρτικες ομάδες ενισχύονται και προελαύνουν. Πολλοί ένιωσαν άβολα δεδομένου πως ήξεραν πως θα ήταν οι πρώτοι που θα πλήρωναν για όσα έγιναν την περίοδο της κατοχής.
Τον Αύγουστο του 1944, ένοπλες ομάδες του ΕΔΕΣ του Ναπολέοντα Ζέρβα κατατρόπωσαν τα τμήμα των Τσάμηδων που πλέον βλέποντας το τέλος να πλησιάζει πιο γρήγορα απ’ ότι υπολόγιζαν πήραν τις οικογένειες τους και έφυγαν από την περιοχή.
Μέχρι τα τέλη εκείνης της χρονιάς περίπου 18.000 Τσάμηδες έφυγαν από την Ήπειρο για την Αλβανία, όταν προπολεμικά υπολογίζονταν σε λιγότερο από 20.000! Στην απογραφή του 1951, μάλιστα, ήταν μόλις 127!
Με αποφάσεις δικαστηρίων τούς αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια, ενώ η ακίνητη περιουσία τους απαλλοτριώθηκε και αποδόθηκε σε ντόπιους. Το 1945 το Ειδικό Δικαστήριο Δωσίλογων Ιωαννίνων καταδίκασε ερήμην σε θάνατο 1.930 Τσάμηδες που βαρύνονταν με εγκλήματα πολέμου.
Μέχρι και την πτώση του Κομμουνισμού στη γειτονική χώρα οι όποιες αλυτρωτικές βλέψεις των τσάμηδων περιοριζόταν αυστηρά μέσα στο «Σιδηρούν παραπέτασμα». Από την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και έπειτα, ωστόσο, το ζήτημα της Τσαμουριάς επανήλθε στην επικαιρότητα.
Αρχικά οι Τσάμηδες προσπάθησαν να ξαναγράψουν την ιστορία τονίζοντας πως ουδέποτε συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς ή τους Ιταλούς και πως έπεσαν θύματα της Ελληνικής εκδικητικότητας κάνοντας λόγο, μάλιστα, για «εθνοκάθαρση» την οποία υπέστησαν αλλά και «γενοκτονία των Τσάμηδων»!
Τον Φεβρουάριο του 2016, μάλιστα, οργανώσεις Τσάμηδων προσέφυγαν στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης, που εξετάζει κυρίως εγκλήματα πολέμου, όπου κατατέθηκε ο φάκελος για τις διεκδικήσεις τους στην Ελλάδα.Και το επίσημο Αλβανικό κράτος, πάντως, δεν μένει πίσω και ρίχνει νερό στο μύλο του εθνικισμού. Πρόσφατες, άλλωστε, είναι οι δηλώσεις του πρωθυπουργού της Αλβανίας, Έντι Ράμα που ανακινεί το ζήτημα.
Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια οι μαθητές στην Αλβανία διδάσκονται Ιστορία και Γεωγραφία των «αλβανικών εθνικών εδαφών», όπου στο βιβλίο «Ιστορία του Αλβανικού Έθνους» υπάρχει ειδικό κεφάλαιο για την Τσαμουριά, με την επισήμανση ότι «βρίσκεται στο νοτιοδυτικό μέρος της κάτω Αλβανίας», εννοώντας το νότιο τμήμα της Ηπείρου.
Πηγή:Newsbeast.gr