Eγκατάσταση βιομηχανίας παραγωγής μπαταριών για τα ηλεκτροκίνητα οχήματα στην ΠΕ Κοζάνης υπόσχεται η κυβέρνηση, ως“αντίβαρο” στην πλήρη απολιγνιτοποίηση της περιοχής μέχρι το 2028.
Επίσης τα κυβερνητικά στελέχη τονίζουν πως πρόκειται σύντομα “να καταρτιστεί στρατηγικό σχέδιο για τη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών (Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη) στη νέα εποχή με επενδύσεις σε πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα”.
Σύμφωνα με το iefimerida:
Επενδύσεις ύψους 43,8 δισεκ. ευρώ σε ανανεώσιμες πηγές, δίκτυα μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, οικονομικά κίνητρα για αγορά ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων και εξοικονόμηση ενέργειας ως το 2030 προβλέπει το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που εγκρίθηκε σήμερα από το υπουργικό συμβούλιο.
Οι στόχοι του νέου ΕΣΕΚ είναι πιο φιλόδοξοι σε σχέση με εκείνους που περιλαμβάνει το σχέδιο της προηγούμενης κυβέρνησης και σε ορισμένες περιπτώσεις υπερβαίνουν και τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου, όπως ανέφερε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης παρουσιάζοντας το ΕΣΕΚ, η Ελλάδα όχι μόνο να μην υστερεί στις πολιτικές αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής αλλά και να βρεθεί στην πρωτοπορία.
«Το νέο ΕΣΕΚ είναι πράσινο. Αποτυπώνει την πράσινη ατζέντα της κυβέρνησης, απηχεί τους προβληματισμούς της πλειονότητας των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων και ενσωματώνει το στόχο της συμφωνίας των Παρισίων για περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας στον 1,5 βαθμό», τόνισε ο υπουργός. «Υιοθετούμε, πρόσθεσε, το όραμα για κλιματικά ουδέτερη οικονομία ως το 2050».
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις που έκαναν ο υφυπουργός Ενέργειας Γεράσιμος Θωμάς και οι γενικοί γραμματείς Αλεξάνδρα Σδούκου και Κωνσταντίνος Αραβώσης στους βασικούς άξονες του νέου ΕΣΕΚ περιλαμβάνονται τα εξής:
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα καλύπτουν το 2030 το 35 % της συνολικής κατανάλωσης και το 61 – 64 % της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Η κατανάλωση ενέργειας δεν θα ξεπεράσει το 2030 τα 16,1-16,5 εκατ. τόνους ισοδύναμου πετρελαίου και θα είναι χαμηλότερη σε σχέση με το 2017.
Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα μειωθούν τουλάχιστον κατά 42 % σε σχέση με το 1990.
Για την ηλεκτροκίνηση ο στόχος είναι ένα στα τρία αυτοκίνητα που θα τίθενται σε κυκλοφορία το 2030 να είναι ηλεκτρικά. Είναι σε εξέλιξη η προετοιμασία των κινήτρων για διευκόλυνση της διείσδυσής τους αλλά και του δικτύου φόρτισης, σε συνεργασία με τον ΔΕΔΔΗΕ. Η αρχή θα γίνει από τα βουλευτικά αυτοκίνητα που διατίθενται με λήζινγκ, τα οποία από το 2020 θα είναι ηλεκτρικά. «Για να διευκολυνθεί η ομαλή μετάβαση προς την κινητικότητα μηδενικών εκπομπών, θα πρέπει να σχεδιασθεί ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα παροχής κινήτρων, αφενός οικονομικού χαρακτήρα (επιδότηση στην τιμή αγοράς, μείωση κόστους ταξινόμησης και χρήσης μέσω φορολογικών απαλλαγών, ειδική τιμολογιακή πολιτική στα προγράμματα ασφάλισης, μειωμένα διόδια, έκπτωση στην ακτοπλοΐα για το ηλεκτρικό όχημα κ.α.) και αφετέρου, σε αυτά που εμφανίζουν τη μορφή κινήτρων χρήσης (είσοδος και καθημερινή κυκλοφορία εντός των μεγάλων αστικών κέντρων, ελεύθερη στάθμευση στους Δήμους που εφαρμόζεται ελεγχόμενη στάθμευση, υποστήριξη δημιουργίας δικτύων παροχής ενέργειας για την επαναφόρτιση των οχημάτων κλπ.). Τα κίνητρα αυτά διαφοροποιούνται και ανάλογα με το αν παρέχονται για ιδιωτικά οχήματα, ΤΑΧΙ ή κρατικά οχήματα», τονίζει το ΥΠΕΝ.
Η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη θα μηδενιστεί ήδη από το 2028 και ο ρυθμός απόσυρσης των μονάδων θα εξειδικευθεί μέχρι την κατάθεση του ΕΣΕΚ στην ΕΕ για έγκριση, πριν το τέλος του χρόνου. Θα καταρτιστεί στρατηγικό σχέδιο για τη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών (Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη) στη νέα εποχή με επενδύσεις σε πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα. Όπως ανέφερε ο κ. Θωμάς, ένας από τους στόχους είναι η εγκατάσταση βιομηχανίας παραγωγής μπαταριών που θα χρησιμοποιούνται στα ηλεκτροκίνητα οχήματα, όπως και η εγκατάσταση ανανεώσιμων πηγών ενώ σημαντική δραστηριότητα θα αποτελέσει και η αποκατάσταση των ορυχείων της ΔΕΗ.
Για την εξοικονόμηση ενέργειας το βάρος πέφτει στην αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος καθώς προβλέπεται η ανακαίνιση του 12-15 % των υφιστάμενων κτιρίων. Οι επενδύσεις στην ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές εκτιμάται ότι θα δημιουργήσουν 60.000 νέες θέσεις εργασίας