Η αξιολόγηση των χειρισμών της κυβέρνησης κινήθηκε από την αρχή της κρίσης σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα και παραμένει: παρά τη μικρή κάμψη των 6 μονάδων από τη μέτρηση στα τέλη Μαρτίου, οι θετικές κρίσεις για τη στάση της αγγίζουν το 76%.
Οι απόψεις των πολιτών διχάζονται σε σχέση με τα έκτακτα μέτρα οικονομικής στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων, με το 48% να θεωρεί τα μέτρα για τη στήριξη εργαζόμενων επαρκή ή μάλλον επαρκή και το 40% ανεπαρκή ή μάλλον ανεπαρκή. Αντιστοίχως, το ποσοστό αποδοχής των μέτρων στήριξης επιχειρήσεων ανέρχεται στο 41% και στο 53% όσων τα θεωρούν ανεπαρκή ή μάλλον ανεπαρκή. Σπανίως, όμως, τα όποια μέτρα οικονομικής στήριξης θεωρούνται επαρκή. Η αποδοχή τους – που ξεπερνά το 40% – εμφορείται από την επιθυμία στήριξης προς την ίδια την κυβέρνηση και όχι στα μέτρα αυτά καθαυτά.
Τα καλά νέα από την εξέλιξη της επιδημίας στη χώρα μας ενισχύουν την αισιοδοξία για αντιμετώπιση του κορωνοϊού μέσα στον επόμενο μήνα κατά 14 μονάδες από τον Μάρτιο, ανεβάζοντας το ποσοστό των αισιόδοξων στο 44%.
Στην ίδια κατεύθυνση, η ανησυχία μόλυνσης από τον κορωνοϊό, παρότι παραμένει σε σχετικά υψηλά επίπεδα (68% ανησυχούν πολύ ή αρκετά), σημειώνει σημαντική πτώση 18 μονάδων από το υψηλό 86% στα τέλη Μαρτίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα 5% θεωρεί ότι έχει προσβληθεί ήδη από τον κορωνοϊό – χωρίς όμως αυτό να έχει επιβεβαιωθεί με ιατρική εξέταση.
Αυτή η μερική «ανακούφιση» από την ήπια εξέλιξη της επιδημίας στην Ελλάδα προκαλεί την εξής παρενέργεια: η εικόνα «αναγκαιότητας» των ληφθέντων περιοριστικών μέτρων υποχωρεί. Όλο και λιγότεροι πολίτες κρίνουν τα μέτρα αναγκαία (στο 75% σήμερα με πτώση 23 μονάδων από το καθολικό 98% στα μέσα Μαρτίου).
Σε αυτό το κλίμα, η κοινή γνώμη είναι θετική (75%) απέναντι στο ενδεχόμενο σταδιακής άρσης των περιοριστικών μέτρων από τις αρχές Μαΐου, καθώς, εκτός από ένα 31% που δηλώνει πως έχει ακόμη αρκετές αντοχές για να παραμείνει σε καραντίνα, οι υπόλοιποι είτε δεν αντέχουν τον περιορισμό για μεγάλο διάστημα (46%) είτε έχουν ήδη φτάσει στα όριά τους (21%).
Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα του «ανοίγματος» ενισχύεται από την εμπιστοσύνη που δείχνουν οι 6 στους 10 Έλληνες στους συμπολίτες τους για την καθημερινή τήρηση των κανόνων αποτροπής της μετάδοσης του κορωνοϊού.
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι 4 στους 10 γονείς εμφανίζονται αρνητικοί ή αβέβαιοι για το αν θα στείλουν τα παιδιά τους στο σχολείο εάν η πολιτεία ανοίξει τα σχολεία μέσα στον Μάιο.
Γενικότερα, το 55% των Ελλήνων εμφανίζονται «έτοιμοι» να επιστρέψουν στην καθημερινότητά τους: από αυτούς οι μισοί (26%) αισθάνονται ήδη ασφαλείς να επιστρέψουν κανονικά στη ζωή τους ενώ οι άλλοι μισοί (29%) περιμένουν το σήμα της πολιτείας. Οι πιο «διστακτικοί» καταγράφονται στο 44%, με το 25% να δηλώνει ότι θα νιώσει ασφάλεια όταν βρεθεί το φάρμακο ή η θεραπεία, το 12% όταν βρεθεί το εμβόλιο, ενώ, τέλος, ένα 7% δηλώνει πως ίσως δεν επιστρέψει ποτέ ξανά στην προ-κορωνοϊού καθημερινότητά του.
Ωστόσο, αντικειμενικές δυσκολίες, σε συνδυασμό με τη συναισθηματική φόρτιση που επικρατεί στα περισσότερα νοικοκυριά, οδηγούν ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας στην υποβάθμιση του κινδύνου μόλυνσης από τον κορωνοϊό: 4 στους 10 παρουσιάζονται πιο «τολμηροί», δηλώνοντας ότι θα επέστρεφαν στην προ-κορωνοϊού καθημερινότητά τους ακόμη κι αν ο κίνδυνος μόλυνσης παρέμενε υψηλός. Οι λόγοι που επικαλούνται είναι κυρίως οικονομικοί (22%), αλλά υπάρχει και ένα 8% που θεωρεί ότι δεν κινδυνεύει από τον ιό. Οι υπόλοιποι 6 στους 10, πιο «υπάκουοι», θα επιστρέψουν στην καθημερινότητά τους μόνο εάν το επιτρέψουν οι αρχές και νιώσουν ασφάλεια.
Ειδικότερα, οι πολίτες εμφανίζονται πιο έτοιμοι/ασφαλείς – όταν το επιτρέψει η πολιτεία – να επιστρέψουν σε ψυχαγωγικές δραστηριότητες όπως το μπάνιο στη θάλασσα (82%), οι διακοπές (77%), η βόλτα για καφέ ή φαγητό (80%). Από την άλλη, ακόμη και αν η πολιτεία δώσει το πράσινο φως, οι πολίτες είναι πιο διστακτικοί στο να επισκεφθούν κέντρα βραδινής διασκέδασης (54%), να ταξιδέψουν με αεροπλάνο (48%), να κάνουν χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς (46%) ή να πάρουν μέρος σε αθλητικές δραστηριότητες σε γήπεδα ή γυμναστήρια (46%).
Η αξιολόγηση των χειρισμών της κυβέρνησης κινήθηκε από την αρχή της κρίσης σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα και παραμένει: παρά τη μικρή κάμψη των 6 μονάδων από τη μέτρηση στα τέλη Μαρτίου, οι θετικές κρίσεις για τη στάση της αγγίζουν το 76%.
Οι απόψεις των πολιτών διχάζονται σε σχέση με τα έκτακτα μέτρα οικονομικής στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων, με το 48% να θεωρεί τα μέτρα για τη στήριξη εργαζόμενων επαρκή ή μάλλον επαρκή και το 40% ανεπαρκή ή μάλλον ανεπαρκή. Αντιστοίχως, το ποσοστό αποδοχής των μέτρων στήριξης επιχειρήσεων ανέρχεται στο 41% και στο 53% όσων τα θεωρούν ανεπαρκή ή μάλλον ανεπαρκή. Σπανίως, όμως, τα όποια μέτρα οικονομικής στήριξης θεωρούνται επαρκή. Η αποδοχή τους – που ξεπερνά το 40% – εμφορείται από την επιθυμία στήριξης προς την ίδια την κυβέρνηση και όχι στα μέτρα αυτά καθαυτά.
Τα καλά νέα από την εξέλιξη της επιδημίας στη χώρα μας ενισχύουν την αισιοδοξία για αντιμετώπιση του κορωνοϊού μέσα στον επόμενο μήνα κατά 14 μονάδες από τον Μάρτιο, ανεβάζοντας το ποσοστό των αισιόδοξων στο 44%.
Στην ίδια κατεύθυνση, η ανησυχία μόλυνσης από τον κορωνοϊό, παρότι παραμένει σε σχετικά υψηλά επίπεδα (68% ανησυχούν πολύ ή αρκετά), σημειώνει σημαντική πτώση 18 μονάδων από το υψηλό 86% στα τέλη Μαρτίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα 5% θεωρεί ότι έχει προσβληθεί ήδη από τον κορωνοϊό – χωρίς όμως αυτό να έχει επιβεβαιωθεί με ιατρική εξέταση.
Αυτή η μερική «ανακούφιση» από την ήπια εξέλιξη της επιδημίας στην Ελλάδα προκαλεί την εξής παρενέργεια: η εικόνα «αναγκαιότητας» των ληφθέντων περιοριστικών μέτρων υποχωρεί. Όλο και λιγότεροι πολίτες κρίνουν τα μέτρα αναγκαία (στο 75% σήμερα με πτώση 23 μονάδων από το καθολικό 98% στα μέσα Μαρτίου).
Σε αυτό το κλίμα, η κοινή γνώμη είναι θετική (75%) απέναντι στο ενδεχόμενο σταδιακής άρσης των περιοριστικών μέτρων από τις αρχές Μαΐου, καθώς, εκτός από ένα 31% που δηλώνει πως έχει ακόμη αρκετές αντοχές για να παραμείνει σε καραντίνα, οι υπόλοιποι είτε δεν αντέχουν τον περιορισμό για μεγάλο διάστημα (46%) είτε έχουν ήδη φτάσει στα όριά τους (21%).
Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα του «ανοίγματος» ενισχύεται από την εμπιστοσύνη που δείχνουν οι 6 στους 10 Έλληνες στους συμπολίτες τους για την καθημερινή τήρηση των κανόνων αποτροπής της μετάδοσης του κορωνοϊού.
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι 4 στους 10 γονείς εμφανίζονται αρνητικοί ή αβέβαιοι για το αν θα στείλουν τα παιδιά τους στο σχολείο εάν η πολιτεία ανοίξει τα σχολεία μέσα στον Μάιο.
Γενικότερα, το 55% των Ελλήνων εμφανίζονται «έτοιμοι» να επιστρέψουν στην καθημερινότητά τους: από αυτούς οι μισοί (26%) αισθάνονται ήδη ασφαλείς να επιστρέψουν κανονικά στη ζωή τους ενώ οι άλλοι μισοί (29%) περιμένουν το σήμα της πολιτείας. Οι πιο «διστακτικοί» καταγράφονται στο 44%, με το 25% να δηλώνει ότι θα νιώσει ασφάλεια όταν βρεθεί το φάρμακο ή η θεραπεία, το 12% όταν βρεθεί το εμβόλιο, ενώ, τέλος, ένα 7% δηλώνει πως ίσως δεν επιστρέψει ποτέ ξανά στην προ-κορωνοϊού καθημερινότητά του.
Ωστόσο, αντικειμενικές δυσκολίες, σε συνδυασμό με τη συναισθηματική φόρτιση που επικρατεί στα περισσότερα νοικοκυριά, οδηγούν ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας στην υποβάθμιση του κινδύνου μόλυνσης από τον κορωνοϊό: 4 στους 10 παρουσιάζονται πιο «τολμηροί», δηλώνοντας ότι θα επέστρεφαν στην προ-κορωνοϊού καθημερινότητά τους ακόμη κι αν ο κίνδυνος μόλυνσης παρέμενε υψηλός. Οι λόγοι που επικαλούνται είναι κυρίως οικονομικοί (22%), αλλά υπάρχει και ένα 8% που θεωρεί ότι δεν κινδυνεύει από τον ιό. Οι υπόλοιποι 6 στους 10, πιο «υπάκουοι», θα επιστρέψουν στην καθημερινότητά τους μόνο εάν το επιτρέψουν οι αρχές και νιώσουν ασφάλεια.
Ειδικότερα, οι πολίτες εμφανίζονται πιο έτοιμοι/ασφαλείς – όταν το επιτρέψει η πολιτεία – να επιστρέψουν σε ψυχαγωγικές δραστηριότητες όπως το μπάνιο στη θάλασσα (82%), οι διακοπές (77%), η βόλτα για καφέ ή φαγητό (80%). Από την άλλη, ακόμη και αν η πολιτεία δώσει το πράσινο φως, οι πολίτες είναι πιο διστακτικοί στο να επισκεφθούν κέντρα βραδινής διασκέδασης (54%), να ταξιδέψουν με αεροπλάνο (48%), να κάνουν χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς (46%) ή να πάρουν μέρος σε αθλητικές δραστηριότητες σε γήπεδα ή γυμναστήρια (46%).