Θα ξεκινήσω, κύριε υφυπουργέ, κύριε πρόεδρε, εκφράζοντας την ικανοποίησή μου, για το επίπεδο του διαλόγου που εξελίχθηκε στις 3 πρώτες συνεδριάσεις, και δεν αναφέρομαι μόνο στους ήπιους τόνους που επικράτησαν, αλλά κυρίως στο περιεχόμενο, που περιορίστηκε στο αντικείμενο της νομοθετικής διαδικασίας, χωρίς να εκτραπεί σε άλλα θέματα, όπως συνήθως συμβαίνει.
Το γεγονός αυτό έδωσε σε όλους μας τη δυνατότητα να ακούσουμε τις απόψεις των φορέων, να αναπτύξουμε εναργώς τις θέσεις μας, να διατυπώσουμε παρατηρήσεις και νομοτεχνικές βελτιώσεις, να τοποθετηθούμε πολιτικά για τα χαρακτηριστικά των εισαγόμενων τροποποιητικών διατάξεων.
Παραθέσαμε, εύληπτα νομίζω, τις διαστάσεις και τους στόχους των τροποποιήσεων, ώστε και ο κόσμος που παρακολούθησε τις εργασίες μας, να αντιληφθεί το περιεχόμενο των επικείμενων αλλαγών, αλλά και να διαπιστώσει τη στάση των κομμάτων απέναντι σε διαχρονικές αδυναμίες του θεσμού δικαιοσύνης. Τόσο ως πυλώνα της δημοκρατίας αλλά και ως διαδικασίας, ως μηχανισμού, απονομής έννομης προστασίας.
Κορωνίδα του σ/ν ασφαλώς είναι το άρθρο 2, όπως προείπε η συνάδελφος εισηγήτρια του Σύριζα , το οποίο αναφέρεται στη δίκη πιλότο, και σύμφωνα με τη σχετική πρόβλεψη, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σε μία διαδικασία που βρίσκεται σε επιδικία, με αίτημα του δικαστή ή του διαδίκου, θα μπορεί να επιληφθεί σε ζητήματα ευρύτερου ενδιαφέροντος και όχι βέβαια να επιλύσει μία συγκεκριμένη διαφορά στην ουσία της. Και βεβαίως, αυτή η κρίση της Ολομέλειας δεν θα δεσμεύει άλλους δικαστές που ενδεχομένως θα έχουν διαφορετική άποψη για το συγκεκριμένο ζήτημα.
Πειστικό επιχείρημα για την μη ενσωμάτωσή της και στην αστική διαδικασία, μετά την πανθομολογούμενα επιτυχημένη 11ετή πορεία της στη διοικητική δίκη, δεν ακούσαμε.
Αυτό που ακούσαμε ήταν κάποιες αντιφατικές αιτιάσεις.
Από τη μία μας είπατε, ότι δεν θα έχει αντικείμενο, γιατί στις αστικές δίκες δεν υπάρχει ομοιότητα διαδίκων και διαφορών και από την άλλη ότι λόγω του μεγάλου αριθμού θα υπερφορτωθεί ο Άρειος Πάγος και ότι θα καταργηθεί έτσι ο διάχυτος έλεγχος άρα θα τύχει εκτεταμένης εφαρμογής.
Από τη μία μας είπατε ότι είναι νομοθέτημα για τους ισχυρούς και από την άλλη μας ψέξατε γιατί δίνουμε πρόσβαση στην κορυφή της δικαστικής πυραμίδας στους ανίσχυρους.
Από τη μία λέτε ότι θέλετε την επιτάχυνση και την ασφάλεια δικαίου και από την άλλη δεν συναινείτε σε μία ρύθμιση η οποία αποδεδειγμένα υπηρετεί και τους δύο αυτούς στόχους.
Από τη μία υπερασπίζεστε την ακεραιότητα και ανεξαρτησία του δικαστή κι από την άλλη υπαινίσσεστε ότι υποκύπτει στα συμφέροντα των ισχυρών.
Κι εδώ, ας μου επιτρέψει την ανταπάντηση ο παριστάμενος συνάδελφος του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος παρατήρησε ότι η κρίση και η επίκριση αποτελούν όρους πρόληψης και βελτίωσης των θεσμικών λειτουργειών και της δημοκρατικής διαδικασίας, θα συμπληρώσω, επαυξάνοντας.
Όταν, όμως, προδικάζεις ότι ο νέος αυτός θεσμός εισάγεται προκειμένου να απορριφθούν -όχι για να εξεταστούν- συγκεκριμένες υποθέσεις (ελβετικό φράγκο, υπερχρεωμένα, συμβασιούχοι) και γενικά να υπηρετηθούν τα μεγάλα συμφέροντα έναντι των πολιτών, τότε δεν κρίνεις ή επικρίνεις τον πολιτικό σου αντίπαλο, για νομοθετικές παρεμβάσεις που θεωρείς ότι μπορεί να μην έχουν επαρκείς εγγυήσεις, αλλά σαφώς, πλην εμμέσως, απαξιώνεις στη συνείδηση των πολιτών λειτουργούς που λευκάνθηκαν στη διαδρομή τους προς την ηγεσία της Δικαιοσύνης και που δεν έχουν καμία απολύτως ανάγκη πολιτικής υπακοής και εύνοιας.
Η ουσία, πάντως, είναι, ότι όπως αποδείχθηκε, η πιλοτική δίκη υπηρετεί την επιτάχυνση και την ασφάλεια δικαίου και κυρίως την ανάγκη του πολίτη, που πιστεύει ότι έχει μία βάσιμη αξίωση, να γνωρίζει αν υπάρχει ένα στέρεο νομικό έρεισμα για τη διεκδίκησή της, χωρίς να εμπλακεί σε ατέρμονους δικαστικούς αγώνες.
Ζήτημα συνταγματικότητας δεν υπάρχει και το ξέρετε. Έχει δοκιμαστεί η διαδικασία.
Έχει γίνει, εξάλλου, σαφές, αυτό που είπαμε και προηγουμένως, ότι αφορά μόνο σε νομικά ζητήματα, και δεν δεσμεύει κάποιον άλλο δικαστή.
Μπορεί κάποιος άλλος δικαστής να εκφραστεί διαφορετικά, στην πραγματικότητα; Βεβαίως και μπορεί. Όσο μπορεί σήμερα να αποστεί από μία αντίστοιχης βαρύτητας νομολογία. Έχει τη δυνατότητα, σπανιότατα θα το κάνει. Αλλά, αυτός ακριβώς είναι και ο στόχος, να μην οδηγούμαστε στην έκδοση αντιφατικών αποφάσεων, που προκαλούν σύγχυση και ανασφάλεια.
Αυτό, όμως, σε καμία περίπτωση δε συνιστά περιορισμό των δικαιωμάτων του ανεξάρτητου δικαστή. Κανείς δε μπορεί αυτό να το ισχυριστεί στα σοβαρά.
Ένα δεύτερο ζήτημα που απασχόλησε την Επιτροπή, ήταν η τροποποίηση του άρθρου 966 ΚΠολΔ, με την οποία ρύθμιση προβλέπεται ότι στον πλειστηριασμό η τιμή εκκίνησης αναπροσαρμόζεται αυτόματα και σταδιακά, στην 3η διαδικασία στο 80% και στην 4η στο 65% της αρχικής τιμής, χωρίς να απαιτείται η μεσολάβηση δικαστικής απόφασης.
Μα θα χαθούν περιουσίες, μας εγκάλεσε η αξιωματική αντιπολίτευση.
Δηλαδή, για να καταλάβουμε και τι λέμε, βγαίνει ένα ακίνητο σε μία πρώτη διαδικασία, με δικαστική απόφαση, με ορισμό τιμής, δεν πηγαίνει κανένας να το χτυπήσει, καταλήγει άγονος ο πλειστηριασμός.
Βγαίνει ξανά στην ίδια τιμή, ξαναβγαίνει άγονος ο πλειστηριασμός. Κι εμείς εδώ λέμε ότι πρέπει να μεσολαβήσει δικαστήριο, ώστε να ξαναβγεί το ακίνητο στην ίδια ή σε μεγαλύτερη τιμή.
Αυτό συμβαίνει σήμερα;
Μετά από δύο άγονους πλειστηριασμούς, το δικαστήριο αυξάνει την τιμή; Ή μήπως σπεύδει κάποιος να το ¨χτυπήσει¨, φοβούμενος μήπως συμβεί αυτό το ενδεχόμενο;
Αλλά βγαίνει και σε 3ο πλειστηριασμό, στο 80% της αρχικής τιμής, και καταλήγει και πάλι άγονος.
Πάει και σε 4η διαδικασία, στο 65% της αρχικής τιμής, και πάλι άγονος.
Κι εμείς συζητάμε εδώ μήπως είχε αυξηθεί το τίμημα με δικαστικές αποφάσεις και ότι αυτό είναι αποτέλεσμα συμπαιγνίας και όχι πραγματικής έλλειψης ενδιαφέροντος.
Ας μην κοροϊδευόμαστε, συνεπώς, μετά από 2, 3 και 4 άγονους διαγωνισμούς, δε μπορεί να αυξηθεί στην πραγματικότητα η τιμή.
Αν μη τι άλλο, λοιπόν, η συγκεκριμένη ρύθμιση και επιτάχυνση και αποσυμφόρηση προσφέρει και στην πραγματικότητα θα οδηγεί εκεί που οδηγούσε και η σημερινή διαδικασία, οι υφιστάμενες ρυθμίσεις.
Κι ας πάψει, επιτέλους, κι αυτή η ενοχοποίηση του δανειστή.
Όχι, δεν είναι μόνο η τράπεζα και το fund δανειστής και επισπεύδων αναγκαστικής εκτέλεσης.
Είναι και ο έμπορος, είναι και ο εργαζόμενος, είναι κι εκείνος που έχει πάθει μία βλάβη και έχει αποζημιωτική απαίτηση. Είναι και όλοι αυτοί που δε μπορούν να πληρωθούν από τον κακόπιστο οφειλέτη.
Κι ας σταματήσουμε, θα πω εγώ, και την υποκρισία με την ταξική και χωροταξική διάκριση (ανατολικές, δυτικές, βόρειες και νότιες συνοικίες). Ελληνική ταινία, μου θυμίζει όλο αυτό.
Πολλοί εργαζόμενοι μπορεί να βρέθηκαν σε δεινή θέση επειδή έχασαν τις δουλειές τους και οι εργοδότες τους.
Άρα, όλοι χρήζουν προστασίας από την έννομη τάξη σε μία τέτοια διαδικασία.
Άλλο, λοιπόν, το να διασφαλίζουμε στον κάθε πολίτη τα ένδικα μέσα, ώστε να μην υποχρεωθεί σε μία άδικη ή και παράνομη οφειλή και άλλο να δίνουμε τα εργαλεία για μία καταχρηστική ή ανώφελη καθυστέρηση, που και τον δανειστή βλάπτει και τον οφειλέτη στην πραγματικότητα δεν ωφελεί.
Μας απασχόλησε εξάλλου, η πρόβλεψη που τροποποιεί το 950 ΚΠολΔ, για τους δικαστικούς επιμελητές, που θα βεβαιώνουν την παρεμπόδιση της επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα.
Ζήτησα κι εγώ, κύριε υφυπουργέ, όπως και εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης, να αλλάξει η διατύπωση και να πάμε στη «διαπίστωση», αν και πιστεύω ότι πρόκειται για επουσιώδη διαφοροποίηση, αφού στην πράξη το παράνομο της παρεμπόδισης θα το κρίνει τελικά το δικαστήριο.
Θα αναφερθώ και στο άρθρο που τροποποιεί το άρθρο 179 του ΚΠολΔ και δίνει τη δυνατότητα στο δικαστήριο να συμψηφίσει μερικώς τα δικαστικά έξοδα, σε περίπτωση εύλογης αμφιβολίας για την κατάληξη της δίκης, για να σημειώσω ότι πρόκειται για εύστοχη επαναφορά παλαιότερης ρύθμισης αλλά και για να ζητήσω επιτέλους μία ρεαλιστική αναπροσαρμογή των δικαστικών εξόδων.
Δεν μπορεί να επιδικάζονται σήμερα 150 και 200 ευρώ, για υποθέσεις οποιασδήποτε αρμοδιότητας, δεδομένου ότι όλες έχουν από πίσω τους σημαντικά λειτουργικά έξοδα και πολλή δουλειά από τους συλλειτουργούς της δικαιοσύνης.
Κάτι τέτοιο, πιστεύω ότι θα αναβάθμιζε και τις παρεχόμενες υπηρεσίες, και θα απέτρεπε και τους κακόπιστους να οδηγούν τις διαφορές σε αντιδικίες.
Ολοκληρώνω, λέγοντας ότι οι στόχοι της επιτάχυνσης και της απλοποίησης των διαδικασιών επιδιώκονται με το συζητούμενο σ/ν κατά τρόπο συνεκτικό, άρτιο και ισορροπημένο, και συναντούμε αρκετές διατάξεις, οι οποίες διευρύνουν σημαντικά τα δικαιώματα των διαδίκων.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, όποιος βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο, θα συμπεριλάβει και τη ρύθμιση του άρθρου με το οποίο επαναφέρεται στον ανακόπτοντα η δυνατότητα αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης, για τα κινητά.
Ενώ, τέλος, και οι εκτεταμένες ψηφιακές παρεμβάσεις, διευκολύνουν αναμφίβολα το έργο των λειτουργών και συλλειτουργών της δικαιοσύνης.
Συνεπώς, πιστεύω ότι οι διατάξεις αναβαθμίζουν συνολικά τις παρεχόμενες υπηρεσίες και την απονεμόμενη αστική δικαιοσύνη.
Κύριε υφυπουργέ, διατελέσατε και πρόεδρος των ασκούμενων και νέων δικηγόρων. Εγώ να σας συγχαρώ για άλλη μια φορά, για ακόμα μία πρωτοβουλία σας που απευθύνεται στην ενίσχυση των δυνατοτήτων για την πρακτική άσκηση των ασκούμενων δικηγόρων στα υποθηκοφυλακεία και βεβαίως να σας θυμίσω και το ζήτημα της περιοχής μου, με την μετεγκατάσταση του Ειρηνοδικείου Εορδαίας, το οποίο θα δούμε το επόμενο διάστημα, όπως μου υποσχεθήκατε.
Σας ευχαριστώ θερμά.