Δώδεκα (12) χρόνια μετά την ίδρυση της πρώτης Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης στη χώρα μας γνωστής και ως ΚΟΙΝ.ΣΕΠ, πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 24 Φεβρουαρίου το 1ο Συνέδριο για την Καινοτομία και Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχειρηματικότητα, με σύνθημα «Καινοτομώ και μένω στον τόπο μου», για την ενημέρωση των πολιτών σε ότι αφορά της ευκαιρίες που δίνονται αλλά και τις καλές πρακτικές που υπάρχουν στον τομέα αυτό.
Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε στην Κοζάνη καθώς η Δυτική Μακεδονία βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις πανελλαδικά σε σχέση με τον αριθμό των ΚΟΙΝ.ΣΕΠ και τον πληθυσμό της.
Στο συνέδριο παραβρέθηκαν και μίλησαν για το θέμα, η Σοφία Ζαχαράκη Υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και οικογένειας, ο Στάθης Κωνσταντινίδης Υφυπουργός Μακεδονίας Θράκης, ο Γιώργος Αμανατίδης περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας και Θεόδωρος Θεοδουλίδης πρύτανης Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας.
Μέσω της συνεργασίας της ακαδημαϊκής κοινότητας του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας των Υπουργείων Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας και Μακεδονίας Θράκης, αλλά και των ενώσεων των ΚΟΙΝ.ΣΕΠ η ενημέρωση των πολιτών είχε στόχο να δημιουργηθούν και νέες κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις στην περιοχή αλλά και να διευκρινηστούν ζητήματα που άπτονται της ίδρυσης τους.
Όπως τονίστηκε κοινοτικά χρηματοδοτικά κονδύλια κατευθύνονται σε τέτοιες δράσεις τα οποία μπορούν να αλλάξουν το επιχειρηματικό τοπίο μιας φθίνουσας περιοχής, όπως είναι η Δυτική Μακεδονία που πλήττεται από την απολιγνητοποίηση.
Η κατάσταση των ΚΟΙΝ.ΣΕΠ στη Δυτική Μακεδονία
Από τις 34 ΚΟΙΝ.ΣΕΠ που υπάρχουν σήμερα στη Δυτική Μακεδονίας, οι 4 βρίσκονται στην Π.Ε Γρεβενών, 14 στην Π.Ε Κοζάνης, 10 στην Π.Ε Καστοριάς και 6 στην Π.Ε Φλώρινας.
Το κύριο πρόβλημα που υπάρχει στη χώρα μας είναι το έλλειμμα Κέντρων Στήριξης των ΚΟΙΝ.ΣΕΠ που φτάνουν μόλις τα 11, χωρίς σε αυτά να συμπεριλαμβάνεται η Δυτική Μακεδονία.
Από το 2012 που ιδρύθηκε η πρώτη ΚΟΙΝ.ΣΕΠ στη χώρα μας μέχρι και σήμερα, δημιουργήθηκαν συνολικά 1800 επιχειρήσεις, αριθμός που δεν είναι ικανοποιητικός σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ η μόνιμες θέσεις εργασίας ανέρχονται στις 2.500, με τις εποχικές φτάνουν στις 4.000.
Ερτ