Πρώτα- πρώτα πρέπει να αναφερθούμε στον κώδικα περί ΦΠΑ (2859/2000), έστω και λίγο, αφού στο «περιβαλλοντικό» καλούμενο τέλος ( πολ. 1211/20-12-17, που υπογράφεται από τον κ. Διοικητή της ΑΑΔΕ ), επιβάλλεται αυτός ο φόρος από τον τελικό καταναλωτή, με τον κανονικό συντελεστή 24% .
Ο ΦΠΑ λοιπόν , ως γνωστό, είναι γενικός φόρος κατανάλωσης και κυκλοφορίας αγαθών και έτσι θεωρείται ως έμμεσος. Επιβάλλεται σε όλα τα στάδια της διαδικασίας της παραγωγής, ως το λιανικό εμπόριο.
Ο φόρος αυτός τελικά βαρύνει τους καταναλωτές, που είπαμε, και δεν είναι στοιχείο για να χαρακτηρισθεί ως παρακρατούμενος.
Ο ΦΠΑ υπολογίζεται στα συνολικά πωλούμενα ή παροχής υπηρεσιών ακαθάριστα έσοδα της κάθε επιχείρησης που είναι ενταγμένη σ αυτό το καθεστώς..
Ως φορολογητέα αξία, στην παράδοση αγαθών και παροχή υπηρεσιών , λαμβάνεται η πωληθείσα αξία ή η αμοιβή, που μπορεί να προσαυξηθεί με ο,τιδήποτε επιπλέον που συνδέεται ΑΜΕΣΑ με αυτή, ‘όπως π.χ συμπεριλαμβάνονται οι τόκοι, που τυχόν επιβάρυναν τα πωληθέντα εμπορεύματα- προϊόντα ή την παροχή υπηρεσίας, ως και αυτοί οι τόκοι της υπερημερίας. Επίσης, τα έξοδα γενικώς, που επιβάρυναν αυτά τα εμπορεύματα- προϊόντα (π.χ μεταφορικά κ.ά), και κάθε είδους φόροι (με εξαίρεση τον ΦΠΑ), τα δικαιώματα, τα τέλη υπέρ του δημοσίου ή τρίτων, τα τέλη χαρτοσήμου κ.λ.π. Πάντα όμως αυτές οι επιβαρύνσεις να αφορούν μόνο τα πωληθέντα αυτά εμπορεύματα-προϊόντα ή την παροχή των υπηρεσιών.
Από το ευρισκόμενο, στη συνέχεια ποσό, εκπίπτεται ο ΦΠΑ που επιβαρύνθηκε το κάθε προϊόν στο αμέσως προηγούμενο στάδιο και το υπόλοιπο του ΦΠΑ, επί της νέας αξίας προκύπτον, καταβάλλεται με δήλωση προς το Δημόσιο ή συμψηφίζεται με τον φόρο εισροών της επιχείρησης. Όσο συμψηφίζεται.
Το Κοινοτικό δίκαιο, πρέπει να γνωρίζουμε, υπερισχύει του εσωτερικού δικαίου κάθε χώρας- μέλους και γι αυτό το κάθε κράτος δεν μπορεί να εφαρμόζει νόμους αντίθετους με το εν λόγω δίκαιο, καθ ότι αυτό δεσμεύει αυτά, τα κράτη- μέλη.
( Επειδή ο συντελεστής ΦΠΑ που προβλέπεται (24%), με την παραπάνω πολ. 1211/20-12-17, επιβάλλεται πάνω σε τέλος , που ονομάζεται αυτό «περιβαλλοντικό», και αφορά λεπτές πλαστικές σακούλες για την μεταφορά των εμπορευμάτων-προϊόντων από αυτόν τον ίδιο τον καταναλωτή, αναγράφεται στο φορολογικό στοιχείο αυτός, ο ΦΠΑ, ξεχωριστά από τον ΦΠΑ που αφορά τα πωλούμενα εμπορεύματα-προϊόντα με την αξία τους, ακούγεται στη Ελλάδα για πρώτη φορά μάλλον και γ αυτό προβληματίζει πράγματι για την σύμφωνη γνώμη και της Ε.Ε ).
Ζήτημα γεννάται ως προς το εξής :
Για την πλαστική σακούλα πρέπει να εισπράττεται από το κατάστημα πώλησης ειδών, σε βάρος του καταναλωτή, αυτό το τέλος των τριών λεπτών (0,03) του ευρώ, και πάνω σ αυτό το τέλος προστίθεται το υπολογιζόμενο ποσό του ΦΠΑ που προκύπτει με συντελεστή (24%) , όπως είπαμε, για λογαριασμό του δημοσίου, αλλά όμως από το κατάστημα πώλησης εισπράττεται το στρογγυλοποιημένο ποσό των τεσσάρων (0,04) λεπτών μετά του ΦΠΑ, αντί των (0,0372) λεπτών. Τι θα γίνει όμως με την διαφορά των (0,0028) λεπτών που εισπράττεται; είναι ένα ερώτημα.
Αυτή η σακούλα αγοράζεται βέβαια από κάποια βιοτεχνία πλαστικών ή κατάστημα και η οποία εκδίδει φορολογικό στοιχείο (τιμολόγιο) προς τον αγοραστή έμπορο. Γι αυτή την εμπορική πράξη, της αγοράς της σακούλας, επιβάλλεται ΦΠΑ. Άρα, εδώ έχουμε μια εμπορική πράξη φορολογητέα, αφού η σακούλα είναι αντικείμενο- εμπόρευμα της επαγγελματικής δραστηριότητας, έχοντας εμπορική αξία και ο αποκτών αυτή, έμπορος, είναι υποκείμενος πλέον στον ΦΠΑ, ως γνωστόν.
Σκοπός της αγοράς της σακούλας από τον έμπορο , είναι η εξυπηρέτηση του πελάτη του στην συνέχεια, με το αζημίωτο βέβαια, για την εναπόθεση σ αυτήν, τη σακούλα, τα αγορασθέντα εμπορεύματα, προκειμένου αυτός να τα μεταφέρει.
Το κόστος της αγοράς της σακούλας καταχωρείται στις εισροές της επιχείρησης- κατάστημα του εμπόρου αυτού και επιρρίπτεται στη συνέχεια σε βάρος του αγοράζοντα τα εμπορεύματα ή προϊόντα πελάτη του , τον καταναλωτή δηλαδή.
Διερωτώμεθα λοιπόν, αν το κόστος της αγοράς της σακούλας θα αναφερθεί στις εισροές της επιχείρησης για να αποτελέσει στοιχείο μείωσης του ΦΠΑ των εκροών της ή όχι ; Πιστεύουμε πως ναι! αφού αυτός είναι ο λογιστικός και φορολογικός δρόμος. Συνεπώς, το επιβαλλόμενο και εισπραττόμενο «περιβαλλοντικό» τέλος, με τον ΦΠΑ του, στο εκδοθέν φορολογικό στοιχείο πώλησης εμπορευμάτων-προϊόντων, που αναγράφεται αυτό ξέχωρα για το σύνολο των χρησιμοποιουμένων σακουλών, από τον πελάτη- καταναλωτή , είναι εντελώς ανεξάρτητη είσπραξη του πωλητή- εμπόρου, από εκείνη την είσπραξη της αξίας, μετά του αναλογούντος ΦΠΑ, των πωληθέντων εμπορευμάτων ή προϊόντων του, ασχέτως αν εισπράττεται επί του συνόλου της εκδοθείσας απόδειξης ή του τιμολογίου και θα αποδοθεί αυτούσιο, αυτό το τέλος με τον ΦΠΑ του , όπως είπαμε , αλλά όμως δεν αφορά καν το κόστος απόκτησης της σακούλας. Πως γίνεται αυτό; Προφανώς επειδή, για την επιβολή ΦΠΑ, πάνω σ αυτό το τέλος, πρέπει να υπάρχει ένα αντικείμενο που να δεχθεί τον υπολογισμό του ΦΠΑ. Πως αλλιώς; Έτσι «ξεκάρφωτα ;», που λέμε.
Στο νόμο όμως περί ΦΠΑ κάτι τέτοιο, νομίζουμε ότι δεν προβλέπεται. Μα, τότε τα πράγματα μπερδεύονται περισσότερο, αφού για το ίδιο προϊόν (σακούλα) ο ΦΠΑ θα υπολογίζεται δυό φορές, κατά τα ανωτέρω. Μία που ο έμπορος θα επαυξήσει τις εισροές του, λόγω αγοράς της σακούλας, υπολογιζόμενου του ΦΠΑ μέσα στο πωλούμενο εμπόρευμα- προϊόν του, οποιαδήποτε και αν είναι η αξία αυτού, και μία που θα τον καταβάλλει ξέχωρα ο καταναλωτής επί μιας άλλης αξίας, που «περιβαλλοντικό» τέλος ονομάζεται, και όχι επί πωληθέντος εμπορεύματος ή προϊόντος!
Το «περιβαλλοντικό» τέλος είναι είσπραξη- απαίτηση για λογαριασμό του Δημοσίου και μάλιστα όχι ακριβώς αυτού καθ αυτού του Δημοσίου, αλλά του ΕΟΑΝ (Ελληνικός Οργανισμός Ανακύκλωσης) που απέκτησε Δημόσια εξουσία. Είναι δυνατόν όμως αυτό ;
Η διαδικασία αυτή δεν εντάσσεται στις εκροές, επί των πραγματικών πωλήσεων της επιχείρησης, και δεν μπορεί να συμψηφισθεί με τα θετικά και αρνητικά στοιχεία των, για την τελική απόδοση του ΦΠΑ από την επιχείρηση στην ΑΑΔΕ, με τις μηνιαίες ή τριμηνιαίες δηλώσεις. (Ο νόμος περί ΦΠΑ αναφέρει ότι ο φόρος αυτός καταβάλλεται στο Δημόσιο και μόνον και όχι σε άλλη Υπηρεσία, οργανισμό, ας πούμε).
Διερωτόμαστε ακόμα, αν το τέλος αυτό, μετά του ΦΠΑ του, θα προστίθεται στα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης; Αν ναι, τότε περιμένουμε ανώμαλες καταστάσεις. Επίσης, αυτό το τέλος θα αναγράφεται στις υποβαλλόμενες καταστάσεις ΜΥΦ; Αν ναι η ΑΑΔΕ δεν θα έχει στοιχείο σύγκρισης και απόδειξης της επιχείρησης, αφού το τέλος εισπράττεται από τον ΕΟΑΝ και θα πρέπει να γίνεται αναφορά μεταξύ των. Αν όχι, τα λογιστήρια δεν θα κάνουν μια τέτοια γραφειοκρατική διαδικασία.
Προς το παρόν, δεν μπορεί όλο αυτό το σύμπλεγμα να κατανοηθεί ευκόλως και επίσης δυσκολία θα παρουσιασθεί, στα λογιστήρια των επιχειρήσεων, που δεν είναι ακόμα καλώς ενήμερα, αλλά ούτε μπορούν να κατανοήσουν και τον χειρισμό των χρεοπιστώσεων αυτών για εξαγωγή αποτελέσματος. Τα δεκαδικά δε του ΦΠΑ επί της διαφοράς, λόγω στρογγυλοποίησης των, όπως προείπαμε, θα δημιουργήσουν άλλο πρόβλημα στην απόδοση του φόρου, αλλά και στα ταμειακά υπόλοιπα.
Ερχόμαστε τώρα στην αναφερόμενη πολ. 1211/20-12-17 και επιλέγουμε κάποια εδάφια αυτής προς εξέταση:
Αναφέρεται λοιπόν στην αναγραφή, ξέχωρα, του επιβαλλόμενου, για τη διάθεση, ανά τεμάχιο, λεπτών πλαστικών σακουλών, «περιβαλλοντικού» τέλους, επί των εκδιδομένων παραστατικών πωλήσεων, στα οποία επιρρίπτεται, αυτό το τέλος με τον ΦΠΑ του, προς τους καταναλωτές.
Ποια όμως θεωρείται λεπτή σακούλα; Ασφαλώς υπάρχουν προδιαγραφές χαρακτηρισμού που η βιοτεχνία παραγωγής τις γνωρίζει ( πάχος τοιχώματος 50-70 μικρών (μΜ).
Όταν μια επιχείρηση πώλησης εμπορευμάτων, χονδρικώς ή λιανικώς, θέλει να ξεφύγει απ την όλη διαδικασία που επιβάλλει η παραπάνω διαταγή και για ανταγωνιστικούς εμπορικούς λόγους, μπορεί, σε συνεννόηση με την βιοτεχνία παραγωγής, να προμηθευτεί σακούλες μη λεπτές χαρακτηριζόμενες και έτσι θα απαλλαγεί από τις όποιες υποχρεώσεις επιβολής αυτού του τέλους που προβλέπεται.
Η κοινοτική οδηγία 2015/720/ΕΕ προβλέπει την λήψη μέτρων για τις μειώσεις πλαστικών σακουλών που χρησιμοποιούνται από τους πολίτες στα κράτη- μέλη, κατ έτος.
Έτσι, πρέπει να ληφθούν μέτρα και στην Ελλάδα, ώστε η ετήσια κατανάλωση, από κάθε άτομο, έως το 2019 να μειωθεί κάτω των εκατό (100) σακουλών ετησίως και να μειώνονται σταδιακά ως το έτος 2025, σε σύγκριση με την κατανάλωση των 250 περίπου σακουλών, που ήταν το 2012.
Όμως, επειδή γι αυτή την επίτευξη της μείωσης, κρίνεται ότι είναι δύσκολο, εδώ στην Ελλάδα (με ενημερώσεις και άλλες καμπάνιες στους πολίτες ), γι αυτό μάλλον ελήφθη το μέτρο της επιβολής του αναφερόμενου «περιβαλλοντικού» τέλους, που καλείται να καταβάλλει ο κάθε πολίτης, με την αγορά διαφόρων ειδών κατανάλωσης, προκειμένου αυτά να τα μεταφέρει από το κατάστημα, όπως ήξερε.
Σκοπός αυτής της ενέργειας είναι, προφανώς, η αποθάρρυνση απόκτησης λεπτής πλαστικής σακούλας, λόγω του επιβαλλόμενου κόστους της (0,04) ευρώ.
Αν όμως, όπως είπαμε, χρησιμοποιηθούν όχι αυτές οι λεπτές σακούλες των προδιαγραφών αλλά κατά τι διαφορετικές, τότε δεν θα επιτευχθεί η απόφαση της Ε.Ε.
Το παραπάνω είναι μια επιλογή μέτρων, αλλά όμως για εμάς το πρόβλημα που δημιουργείται είναι ο ΦΠΑ που επιβάλλεται πάνω στο «περιβαλλοντικό» τέλος, όπως παραπάνω αναλύσαμε, και αυτό είναι που ενδιαφέρει περισσότερο το παρόν άρθρο.
Δηλαδή, κατά πόσο νόμιμο είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου περί ΦΠΑ, αυτή η επιβολή του φόρου πάνω σε τέλος, ξέχωρα.
Πρέπει αυτό να εξετασθεί αρμοδίως χωρίς καθυστερήσεις γιατί θα δημιουργηθεί έντονο πρόβλημα.
Η Ε.Ε θα κληθεί, καλείται, να μας γνωρίσει αν αυτό μπορεί να εφαρμοσθεί ή όχι, σύμφωνα με τις διατάξεις της 6ης κοινοτικής οδηγίας περί ΦΠΑ.
Στο τέλος της τελευταίας παραγράφου (Β) της εν λόγω διαταγής, αναγράφεται: «… Με αυτές τις ρυθμίσεις, κατά την διάθεση λεπτής σακούλας μεταφοράς εμπορευμάτων ή προϊόντων, αυτόματα θα εμφανίζεται ως πωληθέν είδος και το «περιβαλλοντικό» αυτό τέλος».
Να και εδώ το μπέρδεμα διότι, το «περιβαλλοντικό» τέλος δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί πωληθέν είδος, κατά την έννοια του νόμου περί ΦΠΑ και όπως παραπάνω αναλύσαμε , γιατί απλά δεν είναι πωλούμενο είδος, ούτε δαπάνη που επιβαρύνει αυτό, εκτός αν θα εμφανίζεται μεν και δεν θα χαρακτηρίζεται έτσι. Κάποια στιγμή αυτός ο χαρακτηρισμός ίσως δυσκολέψει πολύ και την ίδια την επιχείρηση που θα χρειασθεί να αποδείξει ότι «… δεν είναι ελέφαντας!!!».
Τελειώνοντας εδώ, δεν υπεισερχόμαστε περισσότερο στο θέμα, περιμένοντας ερμηνευτικές εγκυκλίους για καλύτερη κατανόηση και περισσότερο περιμένουμε να γίνει γνωστή η άποψη της Ε.Ε επ αυτού, όπως προείπαμε, που σίγουρα κάποιοι θα προσφύγουν, για να γνωρίσουμε και εμείς σε ποιες διατάξεις της 6ης οδηγίας, περί ΦΠΑ, εντάσσεται η περίπτωση αυτή του «περιβαλλοντικού» τέλους μετά ΦΠΑ.
Αυτό για εμάς είναι το σπουδαιότερο όλων.
Αν δεν έχουμε τέτοια θέση και επικύρωση απόφασης της Ε.Ε, τότε το όλο εγχείρημα μπορεί να καταρρεύσει. Εν αναμονή λοιπόν των εξελίξεων, αν υπάρξουν!
Πάντως, όπως παρουσιάζεται το θέμα, η πρώτη μας άποψη είναι ότι δεν μπορεί να εφαρμοσθεί έτσι , για τους λόγους που παραπάνω επικαλεσθήκαμε.