Αν νομίζεις ότι όσο περνούν οι δεκαετίες μειώνεται η απόλαυση και η επιθυμία, θα σε βοηθήσουμε να αναθεωρήσεις, απομυθοποιώντας κάποιες διαδεδομένες πεποιθήσεις για το σεξ και την ηλικία.
Όσο περνούν τα χρόνια, αδιαπραγμάτευτα φθίνουν διάφορες λειτουργίες του οργανισμού μας. Ας μη φοβόμαστε τις λέξεις, γήρανση λέγεται. Ενδεχομένως να ανησυχούμε για τις συνέπειες της, αν είμαστε ανοχύρωτοι. Αν δηλαδή, δεν έχουμε ασχοληθεί νωρίτερα με τρόπους που θα μας βοηθήσουν να μεγαλώσουμε καλύτερα. Βέβαια, όποτε και αν κινηθούμε προς αυτήν την κατεύθυνση (της φροντίδας του εαυτού μας), μόνο κέρδη θα έχουμε.
Ας πάμε τώρα σε ένα «φλέγον» θέμα και κατά πόσο επηρεάζεται από την ηλικία: το σεξ. Είναι μια δραστηριότητα που μας κάνει να νιώθουμε νεότεροι και πιο δυνατοί. Ενισχύει τις ενδορφίνες, βελτιώνει την καρδιακή λειτουργία, τη διάθεση, τον ύπνο και τα επίπεδα ενέργειας.
Παράλληλα, η συναισθηματική οικειότητα που καλλιεργείται μέσω του σεξ τροφοδοτεί τις σχέσεις και καταπολεμά τη μοναξιά σε όλες τις ηλικίες, ειδικά από τη «μέση ηλικία» και μετά.
Η Dr. Catalina Lawsin –που αυτοχαρακτηρίζεται και Intimacy Doctor– ασχολείται με το σεξ και τις σχέσεις τα τελευταία 23 χρόνια ως κλινική ψυχολόγος, καθηγήτρια και ερευνήτρια. Βεβαιώνει ότι ο όρος «sexual prime» (τα καλύτερα σεξουαλικά μας χρόνια) δεν αφορά τα νιάτα μας, αλλά τη δεκαετία των 40 και των 50, συν αυτές που ακολουθούν. Γιατί;
«Η εικόνα του σώματός μας, ο έλεγχος, η διεκδίκηση και η αυτοπεποίθηση αναπτύσσονται καθώς ωριμάζουμε. Αυτοί οι παράγοντες ενισχύουν σημαντικά τις εμπειρίες μας οικειότητας, σύνδεσης και ευχαρίστησης», αναφέρει σε άρθρο της η ειδικός.
Έρευνα δείχνει ότι ενώ η συχνότητα της σεξουαλικής μας δραστηριότητας ενδεχομένως να μειώνεται όσο μεγαλώνουμε, η ποιότητα του σεξ και η συνολική ικανοποίηση βελτιώνονται πολύ.
Θα μείνουμε σε αυτήν τη «συχνότητα» καθώς θα καταρρίψουμε πέντε εκ των επικρατέστερων μύθων για το σεξ και τη γήρανση, (και) με τη βοήθεια κέντρου ιατρικής φροντίδας.
Mύθος #1: Οι ηλικιωμένοι δεν ενδιαφέρονται για το σεξ
Είναι αλήθεια ότι η σεξουαλική επιθυμία μπορεί να είναι ενεργή όσο ζούμε, ενδεχομένως υπό άλλο πρίσμα και με άλλη συχνότητα. Η ηλικία δεν είναι καθοριστικός παράγοντας για τη μείωση του σεξουαλικού ενδιαφέροντος. Είναι όμως, η υγεία, η δυναμική των σχέσεων και η συνολική ευημερία.
Βοηθά να σκεφτόμαστε τι θα θέλαμε να αλλάξουμε, θέτοντας ως προτεραιότητα την ικανοποίησή μας, και να εξερευνήσουμε τι μας φέρνει ευχαρίστηση και μας δημιουργεί μια ικανοποιητική εμπειρία. Δεν τα λέω εγώ αυτά, η Dr. Lawsin τα επισημαίνει. Η διεκδίκηση των αναγκών και των επιθυμιών μας και η έκφραση τους είναι μια καλή αρχή για να έχουμε αυξημένο σεξουαλικό ενδιαφέρον.
Μύθος #2: Οι γυναίκες χάνουν το ενδιαφέρον τους για το σεξ όσο μεγαλώνουν
Η εμμηνόπαυση και άρα η πτώση στα επίπεδα των οιστρογόνων μπορεί να επιφέρουν αλλαγές (π.χ. κολπική ξηρότητα ή ατροφία). Δεν διακόπτουν όμως το ενδιαφέρον για σεξουαλική δράση. Οι αλλαγές μπορεί να έχουν ως συνέπεια τον πόνο κατά την επαφή, αλλά αντιμετωπίζονται με τα αμέτρητα διαθέσιμα προϊόντα για τη λίπανση και τη ρύθμιση των ορμονών που είναι ο κινητήριος παράγοντας πίσω από τον οργασμό και την ορμή. Η διέγερση υπάρχει, αλλά χρειάζεται λίγη περισσότερη προσπάθεια για να αναδυθεί. Και, στο τέλος της ημέρας, υπάρχουν οι σεξοθεραπευτές να βοηθήσουν.
Μύθος #3: Μετά τα 50, οι άνδρες δεν μπορούν πια να αποδώσουν
Καθώς οι άνδρες μεγαλώνουν, τείνουν να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για στυτική δυσλειτουργία (που μπορεί να οφείλεται και σε ορισμένα προβλήματα υγείας). Κάτι που προκαλείται από την πτώση των επιπέδων τεστοστερόνης. Εξυπακούεται ότι υπάρχουν θεραπείες για την στυτική δυσλειτουργία και τη χαμηλή τεστοστερόνη, όπως και για τη βελτίωση της απόδοσης.
Ενδεχομένως η στύση να μην είναι η ίδια με όταν ήταν έφηβοι. Αυτό όμως, δεν σημαίνει και ότι «ο διαιτητής σφυρίζει το τέλος του αγώνα». Μια επίσκεψη σε επαγγελματία υγείας θα βοηθήσει στον προσδιορισμό της κατάλληλης θεραπείας.
Μύθος #4: Όσο μεγαλύτερη η ηλικία, τόσο μικρότερη η ικανοποίηση από το σεξ
Οι σεξουαλικές σχέσεις μπορεί να είναι ικανοποιητικές και απολαυστικές σε οποιαδήποτε ηλικία, όσο κι αν μεγαλώσουμε. Η επικοινωνία, η διαφάνεια και η προσαρμοστικότητα στις μεταβαλλόμενες σωματικές δυνατότητες παίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της σεξουαλικής ικανοποίησης, καθώς περνούν τα χρόνια.
Η έρευνα ενημερώνει πως ακόμη και με καταστάσεις υγείας όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ο καρκίνος, ο χρόνιος πόνος ή η εμμηνόπαυση, η σεξουαλική ικανοποίηση είναι απολύτως εντός την εμβέλειά μας.
Μύθος #5: Το σεξ μπορεί να γίνει επικίνδυνο όσο μεγαλώνουμε
Η γήρανση επιφέρει πολλές αλλαγές στο σώμα. Μία είναι η αδυναμία, που αυξάνεται διαρκώς και δη σε ενήλικες που δεν ασκούνται τακτικά. Αυτό όμως απέχει πολύ από το να γίνει επικίνδυνο για το σεξ. Τουναντίον, το σεξ έχει θαυμαστά αποτελέσματα για την υγεία μας. Μας βοηθά να διατηρούμε δυνατή την καρδιά, να μειώσουμε τα επίπεδα άγχους και να διατηρήσουμε μια πιο θετική οπτική για τη ζωή. Υπάρχουν πολλές βοηθητικές συσκευές και θέσεις που λειτουργούν υπέρ μας, εξαφανίζοντας κάθε ρίσκο τραυματισμού.
Bonus μύθος: Οι μεγαλύτεροι ενήλικες δεν βρίσκουν ο ένας τον άλλον ελκυστικό
Τα media συχνά συνδέουν την ομορφιά και την ηλικία με τη σεξουαλική επιθυμία. Το δεδομένο είναι πως η εμφάνιση δεν είναι το μόνο που «ευθύνεται» για την έλξη. Το σώμα μας είναι χημικά συνδεδεμένο με το σεξ και ο εγκέφαλός μας απελευθερώνει συνεχώς ορμόνες που τροφοδοτούν την επιθυμία. Ιδιαίτερα όταν είμαστε με κάποιον που μας ενδιαφέρει.
Ορισμένες από αυτές τις χημικές ουσίες (βαζοπρεσίνη, ωκυτοκίνη και ντοπαμίνη) απελευθερώνονται όταν βρισκόμαστε κοντά σε κάποιον που θεωρούμε ελκυστικό σωματικά, αλλά και όταν είμαστε κοντά σε κάποιον που αγαπάμε ή μας διεγείρει διανοητικά και συναισθηματικά. Δεδομένο είναι και ότι τα γούστα μας αλλάζουν όσο μεγαλώνουμε. Η γενική τάση είναι να μας ελκύουν άτομα περίπου στην ίδια ηλικία. Άρα, πάντα θα βρίσκουμε κάποιο άτομο ελκυστικό. Αρκεί να είμαστε alert, ώστε να μην παρασυρθούμε από τα κοινωνικά στερεότυπα που προσπαθούν να μας πείσουν ότι όσο μεγαλώνουμε η σεξουαλική ικανοποίηση είναι περιττή. Όσο είμαστε ζωντανοί, καμία ικανοποίηση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως περιττή.
Πηγή: wellness