Ανεμογεννήτριες: Μικρό το όφελος, μεγάλη η καταστροφή
Η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από τη λειτουργία Α/Γ είναι απίστευτα ασήμαντη ενώ η καταστροφή στο φυσικό περιβάλλον-το ανόργανο σώμα του ανθρώπου – είναι πρωτοφανής και ανεπανόρθωτη.
Από τα γεγονότα που σχετίζονται με την εγκατάσταση των ανεμογεννητριών προκύπτει ότι μια ανεξέλεγκτη καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος βρίσκεται σε εξέλιξη, με μοναδικό κίνητρο το οικονομικό όφελος επιχειρηματιών της ενέργειας.
Μερικές από τις επιπτώσεις είναι οι εξής:
• Η χλωρίδα, η πανίδα, τα παραδοσιακά μονοπάτια, θα χαθούν κάτω από το βάρος των βίαιων επεμβάσεων. Οι δεκάδες Α/Γ στη Βασιλίτσα και στην ευρύτερη περιοχή οι υποσταθμοί, οι γραμμές μεταφοράς θα εξαφανίσουν το κάλλος των φυσικών τοπίων που θα μετατραπούν σε βιομηχανικές ζώνες παραγωγής αιολικής ενέργειας.
Επίσης θα φέρουν καίριο πλήγμα στον τουρισμό συγκεκριμένα στον ορεινό και το χιονοδρόμιο (στη Δανία ο τουρισμός έπεσε 40%), την κτηνοτροφία και σε όλους αυτούς που εργάζονται και ζουν από το βουνό και το δάσος.
• Αυτοί που επιζητούν την ηρεμία της φύσης και της υπαίθρου, παύουν να επισκέπτονται περιοχές με ανεμογεννήτριες εξαιτίας της οπτικής και ηχητικής ρύπανσης.
• Οπτικά μια ανεμογεννήτρια διακρίνεται από απόσταση 50 χιλιομέτρων μιας και το ύψος είναι 120m. Το συνολικό βάρος της κάθε ανεμογεννήτριας είναι, 350 τόνους. Κάθε ανεμογεννήτρια χρειάζεται 150 τ.μ. τσιμέντο και σε βάθος τουλάχιστον 3 μέτρων και για κάθε πυλώνα χρειάζεται να πέσουν 500 περίπου κυβικά μέτρα μπετόν.
• Αρκετές φορές έχει τύχει να σπάσουν έλικες, που ο καθένας τους ζυγίζει 1,5 τόνο και να εκσφενδονιστούν έως και 400 μέτρα μακριά. Το ζωικό βασίλειο και οι άνθρωποι θα υποφέρουν ειδικά στα πτηνά έχουν παρατηρηθεί πολλοί θάνατοι.
• Η τιμή του ρεύματος που παράγεται από την αιολική ενέργεια, και που φτάνει στο τελικό αποδέκτη, δηλαδή τον καταναλωτή, όχι μόνο δεν είναι μειωμένη, αλλά αυξάνεται από 130% έως 400%, σε σχέση με τις τιμές της συμβατικής ενέργειας.
• Ενώ η τεχνολογία αυτή ήταν γνωστή από πολλά χρόνια, εν τούτοις χρησιμοποιήθηκε τα τελευταία χρόνια που άρχισαν οι επιδοτήσεις των αιολικών πάρκων. Όπου σταμάτησαν οι επιδοτήσεις έπαυσαν να τις συντηρούν. Αυτό συνέβη στη Σουηδία, Ολλανδία, Γερμανία, Νορβηγία και Καλιφόρνια των ΗΠΑ. Το όριο ζωής των ανεμογεννητριών δεν ξεπερνά τα 20-25 χρόνια. Αν συνεχιστεί η κατασκευή τους (που στην ουσία είναι συνέχιση των επιδοτήσεων αφού εκεί αποβλέπουν οι «επενδύσεις»), αυτό που θα κληροδοτηθεί στις επόμενες γενιές, θα είναι ένα απέραντο νεκροταφείο παλιοσιδηρικών και βουνά φορτωμένα με χιλιάδες τόνους μπετόν και χιλιάδες μέτρα υπόγειων καλωδιώσεων.
Έχουν τεθεί πολλές φορές ερωτήματα τύπου “δηλαδή τι θέλετε να καίμε λιγνίτη και να μολύνουμε το περιβάλλον;” ή “είστε σε όλα αρνητικοί, γιατί δεν προτείνετε τίποτα;”, στα οποία οφείλουμε κάποιες απαντήσεις. Θα ξεκινήσουμε αντίστροφα, διαβάζοντας πρώτα ορισμένα από τα αιτήματα μας (που αφορούν συνολικά το ζήτημα των ΑΠΕ), όπως αποτυπώνονται:
-ΟΧΙ στην περιβαλλοντική καταστροφή του πολύτιμου ορεινού μας όγκου
-ΟΧΙ στη λεηλασία της φυσικής και πολιτισμικής κληρονομιάς μας στο βωμό του κέρδους
-ΟΧΙ στην ιδιωτικοποίηση του ηλεκτρικού ρεύματος και την ενεργειακή εξάρτηση σε καύσιμα, φυσικό αέριο και
-ΝΑΙ στην υπεράσπιση των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων (αλιεία, κτηνοτροφία, τουρισμός, πεζοπορία).
-ΝΑΙ στην εγκατάσταση ΑΠΕ με κεντρικό σχεδιασμό, ενιαίο και δημόσιο φορέα διαχείρισης, με σεβασμό στο περιβάλλον τις τοπικές κοινωνίες τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και όχι στο κέρδος.
-ΝΑΙ στην αναγκαία μεταβατική παραμονή με αυστηρή τήρηση περιβαλλοντικών όρων των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ενέργειας.
ΝΑΙ στην υπεράσπιση του ρεύματος ως κοινωνικό αγαθό προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Οι επιπτώσεις της περιβαλλοντικής καταστροφής που προκαλούν θα συνεχίσουν με πολύ χειρότερους όρους να προκαλούν οι ΑΠΕ, μετά το περιβαλλοντοκτόνο νομοσχέδιο. Ωστόσο υπάρχουν ορισμένες όψεις που αναδεικνύουν τις πραγματικές επιδιώξεις και την απάτη της “πράσινης ανάπτυξης”, η οποία συνήθως λειτουργεί σαν άλλοθι.
Αρχικά, πρέπει να επισημανθεί ότι η δομή των συστημάτων ηλεκτροδότησης στην Ελλάδα, που είχαν διαμορφωθεί ως καθετοποιημένες, κυρίως δημόσιες, μονοπωλιακές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, σταμάτησε βάσει των επιταγών της Ε.Ε. Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα μέχρι τη δεκαετία του ’80 είχε 70% ενεργειακή αυτάρκεια χάρη ακριβώς στην παραπάνω δομή. Υπό το φως των παραπάνω, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως η αδιαμφισβήτητη διαβλητότητα της “ανεξάρτητης” Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, δεν είναι ένας επιπόλαιος χειρισμός των τελευταίων κυβερνήσεων ή μια αδυναμία της ελληνικής πραγματικότητας. Αντιθέτως, υπάγεται αποφασιστικά στη στρατηγική διασύνδεσης των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ τους, στην οποία συναινούν και οι δικές μας κυβερνήσεις. Μέσα από αυτή τη διαδικασία “διεθνοποίησης” αυτού του τεράστιου πεδίου κερδοφορίας, όπως είναι οι ΑΠΕ, επιδιώκουν και οι Έλληνες μεγαλοκαρχαρίες να ρεφάρουν.
Η διαμόρφωση ενός χρηματιστηρίου ενέργειας, τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων, η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας και η κατοχύρωση ενός πλαισίου αλόγιστης παραχώρησης αδειών, είναι μερικά από τα αποτελέσματα της παραπάνω ενεργειακής πολιτικής.
Ιδιαίτερα κρίσιμο ζήτημα είναι η άναρχη παραχώρηση αδειών, όχι με σκοπό την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών , αλλα με σκοπό το κέρδος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, και το νέο επιδιωκόμενο φράγμα στον Βενέτικο, όπου δεν υπάρχει κεντρική μελέτη που να συνυπολογίζει τη φέρουσα ικανότητα του ποταμού σε σχέση με τα υπάρχοντα φράγματα και αυτά που σχεδιάζουν να κάνουν Αλλά και για τα αιολικά, είναι άπειρα τα παραδείγματα αλόγιστης παραχώρησης αδειών και λεηλασίας των βουνών με fast track διαδικασίες (βλ. Άγραφα, Εύβοια, Νησιά κα.) την ώρα που όχι μόνο έχουμε πιάσει τον υποτιθέμενο στόχο εγκατεστημένης ισχύος από ΑΠΕ, ήδη από το 2013, αλλά και η ήδη εγκατεστημένη ισχύ είναι υπέρμετρη για τις ανάγκες του εθνικού συστήματος ενέργειας.(26.000 άδειες εγκατάστασης αιολικών σημαίνει 29.000 Mw, ενώ η μέσο όρο ετήσια κατανάλωση είναι 5.500-6.000 Mw).
Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με το αφήγημα της ”πράσινης ανάπτυξης” λειτουργούν, φυσικά, και ως μοχλός για την πλήρη ιδιωτικοποίηση της ενέργειας. Με την ιδιωτικοποίηση των δικτύων και της μεταφοράς, όπως επιδιώκεται, η χρέωση των πολιτών και των εταιρειών για τη χρήση τους, θα καθορίζεται από ιδιώτες που θα έχουν θέση ισχύος σε μονοπωλιακό καθεστώς. Στην ουσία, μέσω της απελευθέρωσης της αγοράς της ενέργειας, δημιουργούνται από το σύστημα, ενδιάμεσοι μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών, οι οποίοι εν συνεχεία διαμορφώνουν τη λιανική τιμή, προσθέτοντας τη δική τους προμήθεια και κέρδος. Στη λιανική τιμή που πληρώνουν οι πολίτες προστίθενται επίσης φόροι και ο λογαριασμός ΕΤΜΕΑΡ που επιδοτεί τις ΑΠΕ.. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας η χρήση της από κοινωνικό αγαθό σε πεδίο αλόγιστης κερδοφορίας με την λειτουργία του Ε.Χ.Ε (Χρηματιστηρίου της Ενέργειας) και το εγκληματικό σχέδιο βίαιης απολιγνιτοποίησης με σκοπό τη μετατροπή ενεργειακού μίγματος με εισαγόμενο φυσικό αερίου (LNG) που και αυτό είναι περιβαλλοντικά ρυπογόνο με εκλύσεις μεθανίου.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν από όλες τις παραπάνω πληροφορίες ότι ο σκοπός της “πράσινης ανάπτυξης” δεν είναι η μείωση των εκπομπών ρύπων. Η Αμερική, η Ρωσία, η Ινδία, η Κίνα, αν και πρωταθλήτριες ρύπων δε συμμετέχουν σε αυτή την ενεργειακή στρατηγική, ενώ την ίδια ώρα πολλές χώρες της Ευρώπης, όπως και η Γερμανία, διατηρούν σε μεγάλο ποσοστό πιο ρυπογόνες αλλά αποδοτικές μορφές ενέργειας (Λιγνίτη, Πυρηνικά). Η συνεισφορά της αιολικής ενέργειας προς αποφυγή του φαινομένου του θερμοκηπίου είναι περίπου 1 έως 2τοις χιλίοις.
‘Όλα αυτά την ίδια ώρα που οι εξέχουσες χώρες της ”πράσινης ανάπτυξης” προωθούν ακατάπαυστα, εξόρυξη υδρογονανθράκων διενεργώντας νέες έρευνες και πολέμους σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, για τον μαύρο χρυσό.
Θα λέγαμε λοιπόν, ότι η απόδοση των αιολικών είναι μη προσοδοφόρα σε σχέση με την ενέργεια που χρειάζονται για την παραγωγή τους, τα μη ανακυκλώσιμα, μικρής διάρκειας(20-25 χρόνια) υλικά τους και την τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή που επιφέρουν.
Η μεταβλητή ενέργεια των ΑΠΕ όχι μόνο δεν είναι ικανή να βαστάξει ένα εθνικό δίκτυο ενέργειας αλλά στην πραγματικότητα θέλει και ισχυρή υποστήριξη από μονάδες παραγωγής σταθερής ενέργειας που θα καλύπτουν το κενό απόδοσης λόγω , των καιρικών αλλαγών.
Η υπεράσπιση της ενέργειας – ενάντια στην ενεργειακή φτώχεια – ως κοινωνικού αγαθού προς όφελος της κοινωνίας είναι ο βασικότερος όρος και υπό αυτό το πρίσμα θα υπερασπιστούμε την πολυτιμότερη κληρονομιά του τόπου μας, το φυσικό μας πλούτο.
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΤΗ ΛΕΗΛΑΣΙΑ
ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΦΘΗΝΟ ΡΕΥΜΑ ΓΗ ΚΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
ΟΧΙ ΑΙΟΛΙΚΑ ΣΤΗ ΒΑΣΙΛΙΤΣΑ ΜΑΣ!