Οι αποκαλύψεις για την υπόθεση κακοποιήσεων στην οικογένεια του αστυνομικού της Βουλής σοκάρουν. Η 35χρονη σύζυγός του καταγγέλλει πως ζούσε υπό το καθεστώς απόλυτης τρομοκρατίας, ενώ λέει πως όλη η οικογένεια έχει υποστεί κακοποίηση.
«Κλειδί» για την υπόθεση ενδεχομένως είναι η κατάθεση του 14χρονου γιου της οικογένειας, που μέχρι στιγμής αρνείται τις κατηγορίες που προβάλλουν η μητέρα και οι αδερφές του. Το 2020 ο ανήλικος είχε πέσει από τον τρίτο όροφο της πολυκατοικίας όπου έμεναν, κάτι που είχε αποδοθεί σε ατύχημα. Πλέον, όμως, και εκείνο το συμβάν βρίσκεται στο «μικροσκόπιο».
«Ο σύζυγός μου με ανάγκαζε με τη βία και με απειλές να ασελγήσω σε βάρος των παιδιών μας»
«Όλα ξεκίνησαν λίγο πριν το 2016. Ο σύζυγός μου με ανάγκαζε με τη βία και με απειλές να ασελγήσω σε βάρος των παιδιών μας. Τα κορίτσια ήταν δεν ήταν 5 ετών. Από τον φόβο μου και από το ξύλο που μου έδινε αναγκαζόμουν να υπακούσω. Ούτε τα παιδιά μπορούσαν να αντιδράσουν γιατί τα έδερνε και τα απειλούσε», περιέγραψε η 35χρονη στην κατάθεσή της, όπως μεταδίδει το Mega.
«Το τελευταίο διάστημα συζητούσα συνεχώς με τις κόρες μου για το τι μπορούμε να κάνουμε για να ξεφύγουμε από αυτή την αρρωστημένη κατάσταση. Τα κορίτσια με παρακαλούσαν να φύγουμε. Τις αρρωστημένες πράξεις του τις κατέγραφε με μία κάμερα που είχε και κάποιες με το κινητό. Επειδή πάντα όμως, έλεγχε και είχε πρόσβαση στα κινητά και στους λογαριασμούς όλων, φοβάμαι μήπως διαγράψει ο ίδιος τα αποδεικτικά στοιχεία ή βάλει τον γιο μας να τα διαγράψει», συμπλήρωσε στην κατάθεσή της.
Τα πρώτα σημάδια
Τα πρώτα σημάδια κακοποιητικής συμπεριφοράς φάνηκαν από την αρχή της σχέσης τους, αλλά εκείνη, όπως είπε, δεν αντέδρασε: «Το πρώτο μας ραντεβού ήταν στην πλατεία Συντάγματος. Με έστησε. Τον καλούσα και δεν απαντούσε, ώσπου κάποια στιγμή που το σήκωσε μου είπε “τελικά δε θα έρθω. Άντε γεια!”. Αρκετές μέρες μετά, κανονίσαμε να έρθει να με πάρει από τους κοιτώνες της Σχολής. Με τη μηχανή πήγαμε στο Πόρτο Ράφτη. Από τότε ήμασταν μαζί και μάλιστα από την ίδια μέρα πήγα να μείνω στο σπίτι του. Ένα μήνα μετά, είδα το άλλο του πρόσωπο. Θυμάμαι καθόμουν στην αυλή στο σπίτι του και ήμουν στο τηλέφωνο με μια φίλη μου. Κάποια στιγμή είπα μια βρισιά όπως μιλούσα. Όταν το έκλεισα, εκείνος με πλησίασε και μου έριξε ένα πολύ δυνατό χαστούκι. Σάστισα. “Δεν ανέχομαι η κοπέλα μου να μιλάει έτσι! Τι είσαι; Καμιά του δρόμου;” μου είπε. Δεν αντέδρασα. Το δέχτηκα».
«Όσο περνούσε ο καιρός, τα πράγματα χειροτέρεψαν. Στην αρχή μου έδινε μπουνιές, χαστούκια και κλωτσιές. Μετά άρχισε και η βία στην σεξουαλική πράξη. Έχω σημάδια δίπλα στα φρύδια από τα χτυπήματα με το γκλομπ. Στην πλάτη και το στήθος καψίματα. Με έκαιγε με αναπτήρα και γκαζάκι. Με κεριά. Πάντα του έλεγα ότι δεν θέλω, έκλαιγα απαρηγόρητη αλλά εκείνος ισχυριζόταν ότι είμαι ανήθικη επειδή είχα σχέσεις πριν από εκείνον και ότι έπρεπε να περάσω από δοκιμασίες για να του αποδείξω ότι αξίζω να είμαι μαζί του», περιέγραψε επίσης η 35χρονη.
«Δεν εξετάστηκαν ποτέ ιατροδικαστικά»
Η σύζυγος τού αστυνομικού υποστηρίζει επίσης πως η κακοποιητική συμπεριφορά προερχόταν από τη ζήλια του: «Μου είχε σπάσει το κινητό επειδή είδε ότι συνάδελφοι μου έστελναν μηνύματα αλλά όχι ερωτικά. Γενικά ζήλευε. Με έλεγχε. Έπρεπε όλη μέρα, αν δεν ήταν μαζί μου, να του δίνω αναφορά για το πού είμαι και τι κάνω. Μου κανόνιζε τι θα φοράω και με πρόσβαλε αν είχα κάνει τα νύχια μου ή αν φορούσα μακιγιάζ. Και κάθε φορά μετά τα περιστατικά βίας, φρόντιζε να με καλοπιάνει με δώρα. Μια φορά που είχε καθυστερήσει το μετρό, όταν γύρισα σπίτι άρχισε να με δέρνει και ζητούσε να του παραδεχτώ ότι ήμουν με άλλον. Με βασάνιζε μέχρι να πάρει την απάντηση που ήθελε».
Η σύζυγος του αστυνομικού αναφέρθηκε και στην περίοδο που και η ίδια νοσηλεύτηκε στο στρατιωτικό ψυχιατρικό νοσοκομείο: «Τον Ιανουάριο του 2024 κι επειδή δεν άντεχα άλλο αυτή την αρρωστημένη κατάσταση πήγα μόνη μου στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο και ζήτησα από μόνη μου να εισαχθώ. Παρέμεινα για ένα μήνα και οι γιατροί διέγνωσαν συναισθηματική διαταραχή συνεπεία της ενδοοικογενειακής βίας που είχα βιώσει. Στους γιατρούς δεν ανέφερα τα υπόλοιπα που συνέβαιναν γιατί ντρεπόμουν άπειρα για όσα με ανάγκαζε ο άντρας μου να κάνω. Τότε ξεκίνησα τα αντικαταθλιπτικά τα οποία σταμάτησα μόλις έμεινα πάλι έγκυος».
«Μια φορά είχα φάει τόσο ξύλο με το γκλομπ του, που είχα πάει στη δουλειά σε πολύ άσχημη κατάσταση. Οι συνάδελφοι τότε το είχαν καταλάβει, γιατί είδαν τα σημάδια και το πρησμένο μου πρόσωπο από τις μπουνιές. Τότε με είχε καλέσει και ο προϊστάμενός μου και η ψυχολόγος. Με ρώτησαν τι συμβαίνει αλλά εγώ τους είπα ψέματα ότι όλα είναι καλά. Φέτος του είχα κάνει και άλλη μήνυση για ενδοοικογενειακή βία, είχα αναφέρει ότι δέρνει και τα παιδιά μας με το γκλομπ. Τότε με εντολή εισαγγελέα διατάχθηκε η εξέτασή τους από παιδοψυχολόγο. Ο πατέρας τους όμως, τα εξανάγκασε να πουν ψέματα ότι δεν τα έχει δείρει ποτέ και μάλιστα με είχε αναγκάσει να τους κάνω μάθημα τι θα πουν. Ιατροδικαστικά δεν εξετάστηκαν ποτέ».
Πηγή ethnos.gr