ΑΠΕ ΜΠΕ
Η παραπληροφόρηση σχετικά με τα δικαιώματα των ζώων έχει επιπτώσεις στον κλάδο γουνοποιίας και η ελληνική ομοσπονδία συμπράττει με ευρωπαικές και διεθνείς οργανώσεις για την εκπόνηση δράσεων ενημέρωσης τόσο για την εκτροφή των γουνοφόρων ζώων, όσο και για τα χαρακτηριστικά βιωσιμότητας ολόκληρης της βιομηχανίας και του τελικού προιόντος.
Όπως αναφέρθηκε σε ενημερωτική ημερίδα με θέμα: «Η αλήθεια για τη Γούνα και τα δικαιώματα των Ζώων», που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, στο κτίριο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, από την Ελληνική Ομοσπονδίας Γούνας και το Ευρωπαϊκό Τμήμα της Παγκοσμίας Ομοσπονδίας Γούνας η γουνοποιίας συνεισφέρει στην κυκλική οικονομία και εφαρμόζει πολιτική ορθολογικής χρήσης πόρων. Επίσης η γούνα προέρχεται από πιστοποιημένες και ελεγχόμενες πηγές και υπογραμμίστηκε ότι η φυσική γούνα βιοαποικοδομεί με την ίδια ταχύτητα με ένα φύλλο σε αντίθεση με την ψεύτικη πλαστική γούνα που καταλήγει σε χώρο υγειονομικής ταφής.
Ο πρόεδρος της ομοσπονδίας σημείωσε στην ομιλία του ότι, οι συνθήκες εκτροφής στις ελληνικές μονάδες, που ανέρχονται σε 104 σε Καστοριά και Σιάτιστα, είναι πλήρως εναρμονισμένες με τις ευρωπαικές προδιαγραφές, ενώ από την σφαγή και επεξεργασία των γουνοδερμάτων, δεν προκύπτουν αναξιοποίητα κατάλοιπα. Το δε τελικό προιόν αποτελεί το ακριβώς αντίθετο της έννοιας του Fast Fashion, καθώς έχει εξ ορισμού μακροβιότητα, μεταποιείται και κληρονομείται στις επόμενες γενιές.
Ο κ. Κοσμίδης ανέφερε ακόμη ότι η αγορά γούνας εμφανίζει χαρακτηριστική κυκλικότητα. Ειδικότερα, οι εξαγωγές το 2014 – χρονιά όπου οι πωλήσεις του κλάδου κατέγραψαν τη σημαντικότερη ανάπτυξη των τελευταίων ετών – ανήλθαν στα 450 εκατ. ευρώ, πραγματοποιώντας ωστόσο «βουτιά» τα επόμενα χρόνια.
Ο ίδιος συνέχισε πως η ελληνική γουνοποιία έχει περάσει αρκετές περιόδους ύφεσης, με ισχυρότερη εκείνη της εποχής 1985-1990, ωστόσο κατάφερνε να ανακάμψει και να αναπροσαρμοστεί, καταφέρνοντας έως και σήμερα να συντηρεί 1.500 επιχειρήσεις που σχετίζονται με την παραγωγή γούνας και ακόμη 1.500 ανεξάρτητους τεχνίτες, ενώ υπάρχει στην ίδια περιοχή και βιομηχανία παραγωγής ζωωοτροφής. Δηλαδή, ο κλάδος, ο οποίος εδράζεται αποκλειστικά στη Δυτική Μακεδονία, είναι πλήρως καθετοποιημένος (από την εκτροφή και την επεξεργασία, έως τη βαφή και τη ραφή γουναρικών), «ενώ διατηρεί τα σκήπτρα σε ότι αφορά την ποιότητα των τελικών προιόντων» όπως υπογράμμισε.
Ο κ. Κοσμίδης τόνισε μεταξύ των άλλων: «Όλα αυτά τα χρόνια ο κλάδος μας έχει συμβάλει στην εθνική οικονομία και έχει πραγματοποιήσει μεγάλες δωρεές σε όλη τη χώρα, αλλά και στο εξωτερικό. Παρόλα αυτά δέχεται επίθεση από διάφορες ομάδες προστασίας δικαιωμάτων των ζώων και μέσω παραπληροφόρησης προσπαθούν να πετύχουν διαφόρων ειδών απαγορεύσεις εις βάρος της ελληνικής γουνοποιίας. Καθήκον μας είναι να ενημερώνουμε για την αλήθεια σχετικά με την γούνα, προκειμένου ο κόσμος να έχει υπεύθυνη πληροφόρηση».
Όπως αναφέρθηκε στην εκδήλωση, οι σημαντικότεροι πελάτες της ελληνικής γουνοποιίας, ο οποίος είναι 100% εξαγωγικός, παραμένουν οι ρώσοι, οι ουκρανοί αλλά και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ενώ υπάρχουν σημαντικές πωλήσεις και στην κινεζική αγορά, παρά το γεγονός ότι η χώρα αυτή αποτελεί τον ηγέτη στην παραγωγή γούνας και δερμάτων ελέγχοντας το 85% της παγκόσμιας αγοράς. «Αν και η ελληνική παραγωγή αντιπροσωπεύει μόλις το 3% της παγκόσμιας αγοράς, καταφέρνει λόγω ποιότητας και σχεδιασμού, να αποκτήσει μια έστω μικρή θέση σε μια δυναμικά αναπτυσσόμενη αγορά» είπε ο κ. Κοσμίδης.
Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε, η υπερπαραγωγή γουναρικών τα προηγούμενα χρόνια έχει δημιουργήσει υψηλό απόθεμα στους τελικούς πελάτες με αποτέλεσμα οι ετήσιες πωλήσεις του κλάδου να σημειώνουν πτώση διεθνώς.
Σημαντική επίδραση στις εξαγωγές έχει επιφέρει επίσης το εμπάργκο της ΕΕ στη Ρωσία, η οποία είναι ο βασικότερος πελάτης της ελληνικής γουνοποιίας. Επιπροσθέτως η πτώση του τουριστικού ρεύματος από Ρωσία και Ουκρανία στην Ελλάδα, έχει επίσης επηρεάσει την εγχώρια αγορά γούνας.
Πέραν των παραπάνω, όπως υπογραμμίστηκε, ο κλάδος έχει να αντιμετωπίσει την επιθετικότητα των οικολογικών οργανώσεων κατά του προιόντος, αλλά και την ευρύτερη αντίληψη πως η γούνα αποτελεί ένα πολυτελές προιόν, ένα status symbol, που αποτρέπει το μέσο καταναλωτή να πλησιάσει την αγορά της.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, η ελληνική ομοσπονδία συμπράττει με ευρωπαικές και διεθνείς οργανώσεις για την εκπόνηση δράσεων ενημέρωσης τόσο για την εκτροφή των γουνοφόρων ζώων, όσο και για τα χαρακτηριστικά βιωσιμότητας ολόκληρης της βιομηχανίας και του τελικού προιόντος.
Στην ημερίδα, ομιλητές ήταν επίσης ο υπεύθυνος Επικοινωνίας της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Γούνας (IFF) Neville Thurlbeck, η γενική διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Γούνας (Fur Europe) Mette Lykke Nielsen, ο νομικός σύμβουλος της Ε.Ο.Γ. Γιάννης Καραβιδάς και ο καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Δημήτριος Μπακαλούδης ενώ παραβρέθηκαν και ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας της περιφέρειας Κοζάνης και πρώην υπουργός Μιχάλης Παπαδόπουλος.